Δημητρίου Μίχα, φιλολόγου
- Τό Πάσχα εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ παλιὲς ἂν ὄχι ἡ ἀρχαιότερη ἑορτὴ τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας ἐπειδὴ ἔχει τὴν ἀρχὴ της στὴν ἑβραϊκὴ θρησκευτικὴ παράδοσι. Ἡ ὀνομασία του προέρχεται ἀπὸ τὸ ἑβραϊκὸ Πεσὰχ πού σημαίνει διάβασι, καὶ ἑορτάζονταν ἡ ἀπελευθέρωσι τῶν Ἰσραηλιτῶν ὑπὸ τὸν Μωϋσῆ ἀπὸ τὴν Αἰγυπτιακὴ αἰχμαλωσία.
Μετὰ τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, τὸ νόημα τῆς ἑορτῆς μετασχηματίστηκε καὶ πῆρε νέα σωτηριολογικὴ διάστασι. Τώρα τιμᾶται ἡ ἀνάμνησι τῆς ἔνδόξου Ἀναστάσεως του Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποτέλεσε τὴν κορυφαία στιγμὴ τῆς Χριστιανοσύνης, ὡς «βασίλισσα τῶν ἑορτῶν», ὡς «τὸ ἱερὸν καὶ ἅγιον Πάσχα τῶν πιστῶν, τὸ τερπνὸν καὶ πανσεβάσμιον, τὸ Πάσχα τὸ μυστικόν», ἡ «ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν», καὶ ἡ «πανήγυρις τῶν πανηγύρεων».
Ἐπειδὴ τὸ Πάσχα καθορίστηκε ἀπὸ τὴν Α’ οἰκουμενικὴ Σύνοδο νὰ ἑορτάζεται κάθε χρόνο τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν πανσέληνο πού γίνεται μετὰ τὴν ἐαρινὴ ἰσημερία, δηλαδὴ μετὰ τὴν 21η Μαρτίου (μὲ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο), στὴν Ἑλλάδα βρῆκε ξεχωριστὴ ἀπήχησι καὶ στὴν ἑορτὴ ἐνσωματώθηκαν πολλὰ στοιχεῖα τῆς ἀρχαίας παραδόσεως καὶ κληρονομιᾶς προσαρμοσμένα στὸ πνευματικὸ περιεχόμενὸ τῆς νέας Πίστεως1.
Ἀρχικά, λόγω τοῦ ὅτι οἱ τελετουργίες τῆς Μ. Ἑβδομάδας ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων ὡς τὴν Κυριακὴ τῆς Λαμπρῆς, συμπίπτουν μὲ τὴν πιὸ ὄμορφη ἐποχή, τὴν Ἄνοιξι, τὸ θεῖο δράμα φαίνεται νὰ ἀνταποκρίνεται στὴν μυθοπλασία καὶ στοὺς συμβολισμοὺς τῆς γεννήσεως, τοῦ θανάτου καὶ τῆς Ἀναστάσεως τῆς ἴδιας τῆς Φύσεως. Με τὸ Χριστιανικὸ Πάσχα ὅλα τὰ δρώμενα τῆς Μ. Ἑβδομάδος συναποτελοῦν ἕνα ὁλοκληρωμένο «Δράμα» : μὲ Εἴσοδο (Κυριακὴ τῶν Βαΐων), Πάθη (Κῆπος Γεσθημανῆ, Μυστικὸς Δεῖπνος, Νιπτήρ, Προδοσία, ἀπόνιψι Πιλάτου, βάσανοι - ταπεινώσεις, δίκες, πορεία πρὸς τὸν Γολγοθᾶ, ἡ στόν Σταύρωσι Γολγοθᾶ, «μιμήσεις πράξεων» (Ἀποκαθήλωσι, Ἐπιτάφιος), Λυρικὰμέρη (Ἐπιτάφιος Θρῆνος: Ω γλυκὺ μου ἔαρ, γλυκύτατὸν μου Τέκνον, ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος;» , Κορύφωσι (Σταύρωσι) καὶ τέλος Κάθαρσι (ἡ εἰς Ἅδου Κάθοδος - Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου). Φαίνεται σὰν νὰ ἀναδύεται πολιτιστικὰ ἀπὸ «τὴν τῶν παθημάτων Κάθαρσιν» μιᾶς ἀρχαίας τραγωδίας, μὲ τὴν ἱερουργία ὅμως ἱερότητα καὶ τον βαθὺ σεβασμὸ ποῦ ἐπιβάλλει ἡ Χριστιανικὴ ἀποδοχὴ καὶ κατάνυξι.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ πιστὸς ἔχει τὸ προνόμιο μετοχῆς ἑνὸς τελετουργικοῦ πού ἀναπαριστᾶ τὸ θεῖο Δρᾶμα καὶ βρίσκει πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ ἀνταπόκρισι στὸ δικὸ του ἀνθρώπινο ὑπαρξιακὸ δρᾶμα. Μέσα ἀπὸ τὴν νοηματικὴ ἱερότητα τῶν τελουμένων αἰσθάνεται τὸ λυτρωτικὸ ἄγγιγμα τῆς θυσίας στὴν δικὴ τοῦ ὀδύνη καὶ προσδοκᾶ ἀφ’ ἑνὸς ἐξαγνισμὸ καὶ τὴ λύτρωσι τῶν δικῶν του «παθημάτων» καὶ ἀφ’ ἑτέρου στὴν Ἀνάστασι βρίσκει νόημα ζωῆς ὡς νικητὴς τοῦ θανάτου, ὅπως τὸ περιγράφει ὁ σύντομος πασχαλινὸς ὕμνος, ὁ χαρούμενος καὶ θριαμβικός, πού ψάλλεται τὴ στιγμὴ πού ἀκούγεται ὁ «νικητήριος λόγος» που προσκαλεῖ στὴν ζωογόνο χαρὰ καὶ πληρότητα τῆς ζωῆς :
Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν
θανάτῳ θάνατον πατήσας
καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι
ζωὴν χαρισάμενος.
Πάντως, τὸἀπόλυτο σχεδὸν νόημα «ἡΟρθόδοξη, Ελληνική Λαμπρὴ» τὸ ἀπέκτησε τὴν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς κατοχῆς, ὅπου ὁ νοηματικὸς πλοῦτος τῆς ὑμνολογίας μὲ τὴν ἀνταπόκρισι στὴν ψυχικὴ λύτρωσι βρῆκε καὶ πλήρη συνταύτισι μὲ τὸν πόθο τῆς Ἐθνικῆς παλιγγενεσίας. Τα συμβολικὰ ὑπονοούμενα καὶ ἡ μεταφορὰ τους στὸ ἐλπιδοφόρο ποθούμενο τῆς μεγάλης Χαρᾶς, τῆς Ἐλευθερίας, ἡ Ἀνάστασι κατέστη ἡ κατ’ ἐξοχὴν «ἐπαναστατικὴ» θρησκευτικὴ ἡμέρα· ἔγινε ἡΛαμπρὴδιάβασι ἀπὸ τὴν ἀνθοφόρο ἐποχικὴ ἀναγέννησι τῆς Ἀνοίξεως, στὴν «Καινή, Λαμπρὴἡμέρα» πρὸς τὴν Ἀναγέννησι τῆς Πατρίδος.
https://www.zotiko.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου