Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή .

Ηλίας Μαγκλίνης

08.04.2020 



 Έχει γίνει μια παρεξήγηση σχετικά με το ρόλο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ ως δημοσιογράφου κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η παρεξήγηση είναι αυτή: ότι ο 23χρονος τότε Αμερικανός δημοσιογράφος και μετέπειτα νομπελίστας συγγραφέας κάλυψε ως ανταποκριτής την πτώση της Σμύρνης. Η αλήθεια είναι ότι ο Χέμινγουεϊ ουδέποτε βρέθηκε στη Σμύρνη εκείνες τις δραματικές μέρες και ώρες. Εγραψε όμως γι’ αυτή στα βιβλία του ως διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος. Ως δημοσιογράφος προσπάθησε να βρεθεί εκεί, δεν τα κατάφερε, κατάφερε όμως να φτάσει έως την Αδριανούπολη, όπου έζησε και κατέγραψε μοναδικά το δράμα των Ελλήνων προσφύγων και του εξαθλιωμένου, ηττημένου ελληνικού στρατού, καθώς επίσης να συνομιλήσει με αυτόπτες μάρτυρες της καταστροφής της Σμύρνης.


Αργότερα, σε βιβλία του όπως τη συλλογή διηγημάτων «Στην εποχή μας» και στη νουβέλα «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο» (στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Καστανιώτη), δραματοποίησε μερικά από εκείνα τα γεγονότα που σφράγισαν την ιστορία του σύγχρονου ελληνισμού, και ίσως εδώ να βρίσκεται η αιτία της παρεξήγησης αυτής. Πρόκειται όμως για μυθοπλασία, για ως λογοτεχνική αφήγηση, όχι για πολεμική, δημοσιογραφική ανταπόκριση.


- Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση-1

Δεν είναι όμως τυχαίο ότι ο νεότατος τότε Χέμινγουεϊ επιλέγει ως θέματα κάποιων διηγημάτων του την τραγωδία της Ιωνίας. Διότι μπορεί να μην πρόλαβε να δει τη Σμύρνη να καταλαμβάνεται από τους Τούρκους και να καίγεται, όπως θα δούμε όμως, η όλη κατάληξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας Χρονολογικά τον συγκίνησε βαθιά.


Στο μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου


Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά και να δούμε συνοπτικά την προϊστορία του ίδιου του Χέμινγουεϊ. Αυτό έχει τη σημασία του για να καταλάβουμε ότι όταν βιώνει το τέλος της Μικρασιατικής Καταστροφής, είναι μεν ένας πολύ νεαρός άνδρας, σε καμία περίπτωση όμως δεν είναι άβγαλτος, που σημαίνει ότι είχε μια κάποια ευρύτερη εποπτεία των τεκταινόμενων.


Βρισκόμαστε στα 1920. Τότε είναι που ο νεαρός Χέμινγουεϊ δημοσιεύει τα πρώτα του δημοσιογραφικά κομμάτια στην καναδική εφημερίδα The Toronto Star Weekly. Δεν ήταν όμως αυτό και το παρθενικό του βήμα στη δημοσιογραφία, καθώς το 1917-18 είχε εργαστεί ως μαθητευόμενος ρεπόρτερ στην εφημερίδα The Kansas City Star. Μετά μπήκε ο πόλεμος στη ζωή του, η συμμετοχή του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μια εμπειρία που τον άλλαξε ριζικά.


Νωρίς ένα πρωινό του 1920, λοιπόν, κι ενώ η χώρα μας έχει ήδη εμπλακεί στη μεγάλη περιπέτεια της Μικράς Ασίας, μακριά στην Αμερική ο Χέμινγουεϊ λαμβάνει προφορικά ένα τελεσίγραφο από την αυστηρή μητέρα του: ή θα βρει δουλειά ή θα εγκαταλείψει την πατρική εστία.


Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που ο 21χρονος Χέμινγουεϊ έχει επιστρέψει τραυματίας από το μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στον οποίο υπηρέτησε ως τραυματιοφορέας. Η ελαττωματική του όραση στο αριστερό μάτι τού είχε στερήσει την ευκαιρία να γίνει μάχιμος και έτσι συμβιβάστηκε με την ειδικότητα του τραυματιοφορέα. Βρέθηκε στο ιταλικό μέτωπο, στην πρώτη γραμμή του πυρός, απ’ όπου σημείωσε γεμάτος έξαψη: «Αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στην πιο σημαντική δημοσιογραφική αποστολή κι ότι καλύπτω τη μεγαλύτερη είδηση της χρονιάς».



- Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση-2

Ως εθελοντής του Ιταλικού Ερυθρού Σταυρού, ο νεαρός «Χεμ» θα περισυλλέξει πολλά διαμελισμένα πτώματα, κυρίως γυναικών, μετά από βομβαρδισμό ενός εργοστασίου πυρομαχικών και η εμπειρία αυτή θα τον σημαδέψει. Τα χειρότερα όμως δεν είχαν έρθει ακόμα. Τη νύχτα της 8ης Ιουλίου 1918, επισκεπτόμενος ακροαστικό φυλάκιο των Ιταλών κοντά στη Φοσάλτα, κι ενώ μοιράζει στους στρατιώτες σοκολάτες, τσιγάρα και ταχυδρομικές κάρτες κι οι τελευταίοι γελούν με τα ιταλικά που ο Χέμινγουεϊ μιλάει με αμερικανική προφορά, οι Αυστριακοί βάλλουν κατά των θέσεών τους με οβίδες πυροβολικού, όλμους και πολυβόλα. Διακόσια τριάντα επτά από τα θραύσματα όλμων θα σφηνωθούν στο σώμα του Χέμινγουεϊ εκείνη τη βραδιά – αν και το πιο σοβαρό τραύμα ήταν στο δεξί του γόνατο, από ριπή πολυβόλου.


Παρότι τραυματισμένος, ο καταπονημένος Χέμινγουεϊ προσπάθησε να μεταφέρει έναν άλλο τραυματία Ιταλό στρατιώτη. Κατάφερε να συρθεί γύρω στα 100 μέτρα, κάτω από συνεχόμενα πυρά, παρέδωσε τον τραυματία σε ασφαλή χέρια και μετά έπεσε αναίσθητος. Είχε καταφέρει να μειώσει την αιμορραγία στα τραύματά του σβήνοντας πάνω του αναμμένα τσιγάρα.


Αλλά η περιπέτειά του δεν είχε λήξει. Η περιοχή βομβαρδιζόταν από το εχθρικό πυροβολικό και η μεταφορά του αναίσθητου Χέμινγουεϊ δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Καταφύγιο δεν υπήρχε και οι δύο τραυματιοφορείς που είχαν αναλάβει τη μεταφορά του, τον απόθεταν κάθε τόσο στο έδαφος, μετακινούμενοι στα σύντομα διαλείμματα ανάμεσα στις εκρήξεις. Κάποια στιγμή, συνήλθε και, όπως διηγήθηκε αργότερα, βρισκόταν ανάμεσα σε πτώματα και ετοιμοθάνατους. Όπως έγραψε, ο θάνατος εκείνη τη στιγμή του φάνηκε κάτι τόσο φυσικό όσο και η ζωή η ίδια.


Βυθίστηκε σε τέτοια απελπισία, ώστε του πέρασε απ’ το μυαλό η ιδέα να αυτοκτονήσει με το περίστροφο του αξιωματικού που ήταν υπεύθυνος γι’ αυτόν. Πέρασαν πολλές ώρες για να καταφέρει να βρεθεί σε χειρουργικό τραπέζι και να λάβει την απαραίτητη φροντίδα. Είχε αναζητήσει την περιπέτεια και την είχε βρει και με το παραπάνω.


Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες, καθηλωμένος σε αμερικανικό νοσοκομείο στο Μιλάνο, ο Χέμινγουεϊ υποβλήθηκε σε 12 επεμβάσεις προκειμένου να αφαιρεθούν τα σφηνωμένα θραύσματα αλλά και για να του σώσουν το γόνατο. Η σύντομη αυτή πολεμική εμπειρία του άφησε πολλά προβλήματα νευρολογικής φύσης, κυρίως τρομακτικές αϋπνίες που τον βασάνιζαν για πολλά χρόνια (όπως και πολλούς από τους ήρωές του) καθώς και μια αδυναμία του να κοιμάται χωρίς κάποιο φως αναμμένο.


Η επιστροφή του στρατιώτη


Έτσι λοιπόν, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε ως ήρωας στο σπίτι του (είχε παρασημοφορηθεί από την ιταλική κυβέρνηση επειδή έσωσε έναν Ιταλό στρατιώτη), όμως δεν μπορούσε καθόλου να προσαρμοστεί. Μετά τον πόλεμο και μια σφοδρή ερωτική απογοήτευση με μια Αγγλίδα νοσοκόμα που τον περιέθαλψε την περίοδο της νοσηλείας του, Για τη βικτοριανών αρχών κυρία Γκρέις Χέμινγουεϊ, η στάση αυτή (όπως και τα όνειρά του να ασχοληθεί με το γράψιμο) δεν ήταν τίποτα περισσότερο παρά η στάση ενός ανεύθυνου, ανώριμου άντρα. Μη έχοντας λοιπόν άλλη επιλογή και μη αντέχοντας τη μητρική πίεση, ο Έρνεστ εγκατέλειψε την πατρική εστία σε πολύ βαριά ατμόσφαιρα.

- Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση-3

Βρήκε δουλειά στο Σικάγο, και πάλι ως δημοσιογράφος. Μάλιστα, το Σεπτέμβριο του 1921 παντρεύτηκε την κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του Χάντλι Ρίτσαρντσον και λίγο μετά εγκαταστάθηκε μαζί της στο Παρίσι, εργαζόμενος ως ξένος ανταποκριτής της εφημερίδας Toronto Star. Εκεί θα γίνει δεκτός στην «αυλή» της Γετρούδης Στάιν, ενώ θα γνωριστεί με τον Έζρα Πάουντ, τον Τζέιμς Τζόις, τον Τ. Σ. Έλιοτ, τον Σέργουντ Άντερσον κ.ά. Στο Παρίσι θα τυπώσει και το πρώτο του βιβλίο, το “Three Stories and Ten Poems” και θα συνεχίσει να ασκεί τη δημοσιογραφία.


Ενώ λοιπόν βρισκόταν στο Παρίσι, ο Χέμινγουεϊ έλαβε εντολή από την Toronto Star να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να καλύψει τον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Αυτό συμβαίνει όταν στις 13 Αυγούστου, με το παλαιό ημερολόγιο, του 1922 οι Τούρκοι εξαπέλυσαν μεγάλη επίθεση κατά των ελληνικών θέσεων, φτάνοντας τελικά μέχρι τη Σμύρνη. Δεν ήταν τόσο η πτώση της Σμύρνης που κέντρισε τους Καναδούς αρχισυντάκτες του Χέμινγουεϊ, ώστε να τον στείλουν να καλύψει τα γεγονότα όσο το ότι, μετά τον θρίαμβο του Κεμάλ στη Σμύρνη, οι Τούρκοι απειλούσαν ότι θα καταλάμβαναν και την ουδέτερη ζώνη των Στενών του Βοσπόρου από τη Μαύρη Θάλασσα στον βορρά έως τα Δαρδανέλια στο νότο, την οποία φρουρούσαν οι Σύμμαχοι. Τουρκικές μονάδες είχαν προωθηθεί κοντά στα βρετανικά συρματοπλέγματα στα Δαρδανέλια και επικρατούσε η φήμη ότι ο Κεμάλ θα καταλάμβανε την Κωνσταντινούπολη.


Ο Χέμινγουεϊ χρειάστηκε να δώσει σκληρή μάχη με τη Χάντλι, τη γυναίκα του, για να καταφέρει να ταξιδέψει στην Πόλη. Τελικά, αναχώρησε στις 25 Σεπτεμβρίου και από τη Σόφια, ο Χεμ έστειλε μια πρώτη ανταπόκριση στην καναδική εφημερίδα γραμμένη με το χέρι.


Αρρωστος στην Κωνσταντινούπολη


Το μεσημέρι της 29ης Σεπτεμβρίου, ο Χέμινγουεϊ έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, την οποία περιέγραψε ως «θορυβώδη, ζεστή, βρόμικη μα όμορφη… γεμάτη στολές και φήμες». Αυτή ήταν η πρώτη πρόταση της πρώτης του ανταπόκρισης που έγραψε από την επισκευασμένη του γραφομηχανή μάρκας Κορόνα. Η άφιξή του συνέπεσε με τη συνεχή άφιξη βρετανικών στρατευμάτων, εξαιτίας των φημών ότι οι Τούρκοι θα εξαπέλυαν μεγάλη επίθεση στην πόλη. Στο μεταξύ, οι ειδήσεις από τις θηριωδίες στη Σμύρνη είχαν τρομοκρατήσει τους χριστιανούς που βρίσκονταν στην πόλη και επικρατούσε αναβρασμός. Ο Έλληνας διοικητής του ξενοδοχείου στο οποίο διέμενε ο Χέμινγουεϊ, είπε στον Αμερικανό συγγραφέα ότι θα προτιμούσε να πολεμήσει παρά να χάσει τη δουλειά του και την περιουσία του. Ακούγονταν επίσης φήμες ότι ο Κεμάλ είχε αποφασίσει να εξαφανίσει το αλκοόλ, τον τζόγο, τα νυχτερινά κέντρα και τους οίκους ανοχής.


Ο Χέμινγουεϊ είχε όλη την καλή διάθεση να αφεθεί στον ανατολίτικο εξωτισμό της Πόλης, αλλά τίποτα δεν του πήγε καλά. Υπέφερε από κρίσεις ελονοσίας και από τα τσιμπήματα των κουνουπιών και των κοριών.


Άλλαζε συνεχώς ξενοδοχείο αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Οι δρόμοι της Πόλης ήταν γεμάτοι από σκοτωμένους αρουραίους που σάπιζαν στους δρόμους, από μεθυσμένους που τρέκλιζαν και από ύποπτους τύπους οι οποίοι παραμόνευαν στο σκοτάδι. Ξαφνικά, αισθάνθηκε ότι καλό θα ήταν να μπει στην πόλη ο Κεμάλ και να καθαρίσει όλη αυτή τη βρομιά.


- Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση-4

Το μόνο θετικό ήταν η γνωριμία του με έναν ευφυή Άγγλο αξιωματικό, τον συνταγματάρχη Τσαρλς Σουίνι, έναν κοσμοπολίτη στρατιωτικό με εξαιρετικές γνώσεις στρατηγικής, με τον οποίο ο Χέμινγουεϊ πέρασε πολλές ώρες συζητώντας και πίνοντας. Ήταν όμως τόσο εξαντλημένος που δεν κατάφερε να μεταβεί στη Μυτιλήνη, μαζί με άλλους ανταποκριτές, για να μιλήσει με τους επαναστατημένους Έλληνες στρατιωτικούς, τους υποστηρικτές του Βενιζέλου.


Ένα άλλο πρόβλημα ήταν η απαγόρευση στους δημοσιογράφους να μεταβούν στα Μουδανιά, όπου και αποφασίστηκε η παράδοση της ανατολικής Θράκης στους Τούρκους. Στον Ελληνικό Στρατό δόθηκε τελεσίγραφο τριών ημερών να εγκαταλείψει την περιοχή, και την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας, ο Χέμινγουεϊ υπέφερε από τέτοια ρίγη εξαιτίας της ελονοσίας, που πλήρωσε δέκα πιάστρα σε έναν γιατρό για να του χορηγήσει χάπια με κινίνο.


Η εμπειρία της Θράκης


Η συμφωνία στα Μουδανιά έστρεψε λοιπόν το ενδιαφέρον από την Κωνσταντινούπολη στη Θράκη. Στις 14 Οκτωβρίου, ο Χέμινγουεϊ αγόρασε τρεις καινούργιες, καθαρές κουβέρτες, καθώς υπέφερε ακόμη από τους κοριούς, και κατευθύνθηκε δυτικά. Κατέληξε στην Αδριανούπολη, όπου επικρατούσε χαοτική κατάσταση. Εκεί, αναγκάσθηκε να δώσει ακόμα μεγαλύτερες μάχες με την ελονοσία και τους κοριούς, κατάφερε όμως να περιγράψει από πρώτο χέρι το δράμα των Ελλήνων προσφύγων, οι οποίοι, ανακατεμένοι με εξαθλιωμένους Έλληνες στρατιώτες, εγκατέλειπαν την περιοχή κατευθυνόμενοι δυτικά.


Καταπολεμώντας τον υψηλό πυρετό και τα ρίγη με ασπιρίνες και κινίνα, τα οποία συνόδευε με γλυκερό θρακιώτικο κρασί που διόλου δεν του άρεσε, ο Χέμινγουεϊ έγραφε κι έστελνε συνεχώς τις ανταποκρίσεις του, ώσπου κάποια στιγμή επιβιβάσθηκε στο Οριάν Εξπρές και μετά από τέσσερις ημέρες βρέθηκε σε κακή κατάσταση και πάλι στο Παρίσι, όπου τον υποδέχθηκε η Χάντλι. Τον υποχρέωσε να ξυρίσει εντελώς το κρανίο του για να απαλλαγεί από τις ψείρες, φροντίζοντας τις πληγές που είχε προξενήσει στο δέρμα του τα αλλεπάλληλα τσιμπήματα των διαφόρων εντόμων. Για μια ολόκληρη εβδομάδα, ο Χέμινγουεϊ δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να κοιμάται.


Η έρευνα του Φρέντυ Γερμανού


Η ιστορία μας όμως δεν τελειώνει εδώ. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1969, ο Φρέντυ Γερμανός συνάντησε την τελευταία σύζυγο του Χέμινγουεϊ, την Μέρι Ουελς στον Καναδά, η οποία του είχε πει ότι ο Έρνεστ «είχε πάντα αυτή την εικόνα μέσα του», των προσφύγων της Θράκης. Η Ουελς προέτρεψε τον Έλληνα συγγραφέα και δημοσιογράφο να διαβάσει όλες τις ανταποκρίσεις του Χέμινγουεϊ, λέγοντας ότι πάντα της έλεγε ότι οι «Έλληνες δεν κινήθηκαν από τους Τούρκους – νικήθηκαν από την προδοσία».


Ο Φρέντυ Γερμανός βρήκε εκείνες τις ανταποκρίσεις («Μια πομπή βυθισμένη στη σιωπή και τη θλίψη» και «Πρόσφυγες από τη Θράκη»), σε μία από τις οποίες διαβάζουμε: «Σε καμία περίπτωση δεν φταίει ο Έλληνας φαντάρος για την ήττα του ’22. Ακόμη και στην υποχώρηση, οι κουρασμένοι Έλληνες στρατιώτες έδειχναν τις έξοχες αρετές τους. Έβλεπες ακόμη και εκείνη την ώρα στα σφιγμένα πρόσωπα το πείσμα, ένα πείσμα που σίγουρα θα κόστιζε ακριβά στους στρατιώτες του Κεμάλ, αν αναγκάζονταν να πολεμήσουν ξανά με τον στρατό αυτό. Αλλά ο πόλεμος στη Θράκη δεν έγινε ποτέ. Η Θράκη χαρίστηκε στον Κεμάλ με τη συνθήκη στα Μουδανιά».


Σε μια άλλη ανταπόκριση με ημερομηνία 3 Νοεμβρίου 1922, ο Χέμινγουεϊ κυριεύεται από οργή. Το άρθρο είναι βασισμένο σε αποκλειστική συνέντευξη με τον λοχαγό Ουίταλ, έναν από τους Βρετανούς παρατηρητές στον πόλεμο της Μικράς Ασίας. Ο Ουίταλ πέρασε αργότερα στα «Χιόνια του Κιλιμάντζαρο» ως ο Άγγλος παρατηρητής που «έκλαιγε σαν μικρό παιδί βλέποντας τους αξιωματικούς του Κωνσταντίνου να μην ξέρουν που πάνε τα τέσσερα». Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανταπόκριση, «Οι Έλληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και σίγουρα κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από το στρατό του Κεμάλ. Αυτή είναι η άποψη του Ουίταλ.


Πιστεύει ότι εύζωνοι θα είχαν καταλάβει την Άγκυρα – και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο, αν δεν είχαν προδοθεί».


Τι ακριβώς όμως εννοούσε ο Χέμινγουεϊ όταν μιλούσε περί «προδοσίας»; «Όταν ο Κωνσταντίνος ανέλαβε την εξουσία», γράφει στο ίδιο κομμάτι, «όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που βρίσκονταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερα πόστα. Πολλοί από αυτούς είχαν κερδίσει τους βαθμούς τους επ’ ανδραγαθία, στο πεδίο της μάχης. Ήταν έξοχοι πολεμιστές – και μεγάλοι ηγέτες. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε το Κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει μια τουφεκιά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο».


- Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση-5

Η επόμενη ανταπόκριση στην ίδια εφημερίδα, αποκάλυπτε μια τραγική πτυχή από το πεδίο της μάχης της Μικρασιατικής Εκστρατείας, την οποία έφερε στο φως η μαρτυρία του Ουίταλ: «Οι νέοι Έλληνες αξιωματικοί του Πυροβολικού, οι οποίοι δεν είχαν καμία επαγγελματική πείρα, τα έκαναν θάλασσα με τις βολές τους. Συχνά εξόντωσαν το ίδιο το ελληνικό Πεζικό. Ο Ουίταλ ανέφερε σε μένα προσωπικά περιπτώσεις εγκληματικής αμέλειας του Επιτελείου και για αξιωματικούς που έκαναν χρήση πούδρας (face powder – not gun powder) και ρουζ! Σε κάποια μάχη της Μικράς Ασίας, οι εύζωνοι πραγματοποίησαν μια πραγματικά άψογη έφοδο.


Ξαφνικά, το ελληνικό πυροβολικό άρχισε να βάλλει εναντίον τους. Ο Άγγλος ταγματάρχης Τζόνσον, επίσης παρατηρητής στη συγκεκριμένη μάχη, άρχισε να ουρλιάζει όταν είδε το μακελειό που γινόταν μπροστά στα μάτια μας. Ήθελε να μπει στη μάχη και να αναλάβει αυτός τη διοίκηση της Πυροβολαρχίας. Αλλά δεν μπορούσε. Οι εντολές που είχαμε ήταν να τηρήσουμε αυστηρή ουδετερότητα – δεν περνούσε από το χέρι μας να κάνουμε τίποτε απολύτως».


Η ανταπόκριση έκλεινε με ένα σχόλιο του Χέμινγουεϊ: «Αυτή είναι η πικρή ιστορία της προδοσίας του Ελληνικού Στρατού από τον Κωνσταντίνο…»


Στην τελευταία του ανταπόκριση, ο Χέμινγουεϊ έκανε λόγο και για την Επανάσταση του 1922. «Η επανάσταση του 1922 ήταν η εξέγερση ενός προδομένου στρατού. Οι παλαιοί βενιζελικοί αξιωματικοί επέστρεψαν στις θέσεις τους και οργάνωσαν σωστά το στρατό της Θράκης. Για την Ελλάδα του 1922, η Θράκη ήταν σαν τη μάχη του Μάρνη – εκεί θα παιζόταν και θα κερδιζόταν ξανά το παιχνίδι. Το θέαμα ήταν συγκλονιστικό. Όλη η χώρα βρισκόταν μέσα σε πολεμικό πυρετό. Τα τρένα μετέφεραν συνεχώς στρατιώτες. Κι ύστερα, συνέβη το αναπάντεχο: οι Σύμμαχοι χάρισαν την ανατολική Θράκη στους Τούρκους και έδωσαν στον Ελληνικό Στρατό προθεσμία τριών ημερών για την εκκένωσή της…» Στο σημείο αυτό, ο Αμερικανός συγγραφέας και ανταποκριτής δίνει μιαν ανάγλυφη εικόνα του ταπεινωμένου Έλληνα στρατιώτη. «Στην αρχή περίμεναν, νομίζοντας ότι είχε γίνει κάποιο λάθος. Δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι η κυβέρνησή τους είχε αποδεχθεί τη συμφωνία αυτή. Το πικρό χαρτί, ωστόσο, είχε υπογραφεί. Κι επειδή ήταν στρατιώτες κι έπρεπε να υπακούσουν, άρχισαν να φεύγουν σιγά σιγά».


Ο Φρέντυ Γερμανός, που πρώτος αυτός παρέθεσε τις παραπάνω περιγραφές στο περιοδικό «Διαβάζω» (τχ. 159, 13/1/1987), σχολιάζει: «Τις καταθέτω στη μνήμη των φαντάρων εκείνων που, καθώς έσερναν τα βήματά τους, περνούσαν χωρίς να το ξέρουν μπροστά στο νικητή του αυριανού Νόμπελ: έναν αμούστακο νεαρό που κρατούσε σημειώσεις σε ένα μικρό μαύρο σημειωματάριο».


Η ανταπόκριση με τον τίτλο, «Μια πομπή βυθισμένη στη σιωπή και τη θλίψη», είναι ενδεικτική του βλέμματος του Χέμινγουεϊ πάνω σε εκείνα τα γεγονότα. Σε μιαν άλλη, που επίσης παραθέτει ο Φρ. Γερμανός, ο Χέμινγουεϊ γράφει: «Όλη τη μέρα τους έβλεπα να περνούν από μπροστά μου. Κουρασμένοι, βρόμικοι, αξύριστοι, ανεμοδαρμένοι. Και γύρω τους η σιωπή της ξαφνιασμένης Θράκης Έφευγαν. Χωρίς μπάντες, χωρίς εμβατήρια, χωρίς καν περίθαλψη! Μόνο με μια βρόμικη κουβέρτα ο καθένας. Και με συντροφιά βέβαια τα κουνούπια της νύχτας. Αυτοί οι άντρες ήταν οι σημαιοφόροι της δόξας που πριν λίγο καιρό λεγόταν Ελλάδα. Κι αυτή η εικόνα ήταν το τέλος της δεύτερης πολιορκίας της Τροίας».


Κι όμως έγραψε για το 1922


Όλα αυτά είναι όντως πολύ ενδιαφέροντα και συγκινητικά, ωστόσο, δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι ως προς την ορθότητα των συμπερασμάτων του Χέμινγουεϊ (ήταν μόλις 23 ετών όταν έγραφε αυτές τις ανταποκρίσεις), κυρίως δεν είμαστε βέβαιοι γι’ αυτό που λέει, ότι μετά την καταστροφή της Σμύρνης, η (διχασμένη) Ελλάδα διέθετε το ηθικό και τη δύναμη να εξαπολύσει τέτοια σφοδρή αντεπίθεση στη Θράκη και να συντρίψει τους Τούρκους. Αλλά αυτά είναι ζητήματα στα οποία καλούνται να μιλήσουν οι ιστορικοί.


Το 1925 πάντως, όταν εξέδωσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, ξεκινούσε με ένα σύντομο κείμενο που τιτλοφορείται «Στην προκυμαία της Σμύρνης», στο οποίο περιγράφει –προφανώς βασισμένος σε μαρτυρίες που συνέλεξε- την κόλαση της πόλης τον Αύγουστο του 1922: «Ένα παράξενο πράγμα, είπε, πώς ούρλιαζαν κάθε βράδυ τα μεσάνυχτα. Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν πάντα εκείνη την ώρα. Ήμαστε στο λιμάνι κι εκείνες βρίσκονταν στην προβλήτα και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Για να σωπάσουν, ρίχναμε τον προβολέα πάνω τους. Αυτό πάντα έπιανε. Ανεβοκατεβάζαμε το φως του προβολέα πάνω τους δύο ή τρεις φορές για να πάψουν. […]


Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση-6

Το χειρότερο, είπε, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά μωρά. Ήταν αδύνατον να πείσεις τις γυναίκες να εγκαταλείψουν τα νεκρά μωρά τους. Είχαν στην αγκαλιά τους μωρά πεθαμένα εδώ και έξι μέρες. Δεν έλεγαν να τ’ αφήσουν. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα γι’ αυτό. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρεις με τη βία. Έπειτα, ήταν και μια ηλικιωμένη κυρία, αυτή ήταν η πιο απίστευτη περίπτωση. Μίλησα γι’ αυτό σ’ ένα γιατρό και είπε ότι έλεγα ψέματα. Τις μαζεύαμε από την προβλήτα, είχαμε να μαζέψουμε και τα πτώματα, και αυτή η ηλικιωμένη κυρία ήταν ξαπλωμένη μέσα σ’ ένα σωρό σκουπίδια. Είπαν, «Θα της ρίξετε μια ματιά, κύριε;» Και της έριξα μια ματιά κι εκείνη τη στιγμή πέθανε και κοκάλωσε αμέσως. Τα πόδια της τέντωσαν και η ίδια τέντωσε από τη μέση και κάτω κι έγινε τελείως άκαμπτη. Σαν να είχε πεθάνει την προηγούμενη νύχτα. Ήταν νεκρή και τελείως άκαμπτη. Το είπα σ’ ένα γιατρό και μου είπε ότι αυτό δε γίνεται.


Βρίσκονταν όλες στην προβλήτα και δεν έμοιαζε καθόλου με σεισμό ή κάτι τέτοιο διότι ποτέ δεν έμαθαν για τον Τούρκο. Ποτέ δεν έμαθαν τι θα έκανε ο Τούρκος. Θυμάσαι που μας διέταξαν να μην πλησιάσουμε το λιμάνι και να μην μαζέψουμε άλλους; Όταν εκείνο το πρωί μπήκαμε στο λιμάνι ήμουν τρομερά ανήσυχος. Είχε στη διάθεσή του αρκετές πυροβολαρχίες και θα μπορούσε να μας τινάξει όλους στον αέρα. Ήταν να μπούμε μέσα, να πλησιάσουμε στην προβλήτα, να ρίξουμε άγκυρα και μετά να βομβαρδίσουμε τον τουρκικό τομέα της πόλης. Αυτοί θα μπορούσαν να μας έχουν τινάξει στον αέρα αλλά κι εμείς θα μπορούσαμε να ισοπεδώσουμε ολόκληρη την πόλη. Απλώς μας έριξαν μερικές άσφαιρες βολές καθώς μπαίναμε στο λιμάνι. Κατέβηκε ο Κεμάλ και απέλυσε τον Τούρκο διοικητή. Για κατάχρηση εξουσίας ή κάτι τέτοιο. Μάλλον ήταν εκτός εαυτού. Θα γινόταν πραγματική κόλαση.


Θυμάσαι το λιμάνι. Κάμποσα ωραία πραγματάκια επέπλεαν εκεί μέσα. Ήταν η μοναδική φορά στη ζωή μου που άρχισα να φαντάζομαι διάφορα. Δεν σε πείραζε για τις γυναίκες που γεννούσαν όσο για εκείνες που έσερναν πάνω τους τα νεκρά μωρά τους. Πάνω τους. Είναι ν’ απορείς που μόνο τόσες λίγες από δαύτες πέθαναν. Απλώς τις σκεπάζαμε με ό,τι βρίσκαμε και τις αφήναμε να μπούνε στο πλοίο. Πάντα διάλεγαν την πιο σκοτεινή γωνιά στο αμπάρι για να τα έχουν στην αγκαλιά τους. Από τη στιγμή που άφηναν την προβλήτα, καμιά τους δεν έδινε δεκάρα για τίποτε άλλο.


Κι οι Έλληνες, καλά παιδιά ήταν και δαύτοι. Κατά την υποχώρηση, έπιασαν κι έσπασαν τα μπροστινά πόδια των αλόγων και των μουλαριών επειδή δεν μπορούσαν να τα πάρουν μαζί τους και μετά τα έριξαν στα αβαθή για να πνιγούν. Όλα εκείνα τα μουλάρια, να τα σπρώχνουν να πέσουν στ’ αβαθή, με τα μπροστινά τους πόδια σπασμένα. Ήταν μια πολύ ευχάριστη επιχείρηση. Α, ναι, μα την πίστη μου, πολύ ευχάριστη.


https://www.kathimerini.gr/





Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Mικρασιατική Καταστροφή: Από τη μεγάλη στη σύγχρονη Ελλάδα και η Δίκη των 6 - «Εθνικός Κήρυκας»

πηγη     Mικρασιατική Καταστροφή: Από τη μεγάλη στη σύγχρονη Ελλάδα και η Δίκη των 6 - «Εθνικός Κήρυκας»


Αποβίβαση ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη (2/15.5.1919). ΑΙΕ ΙΕΕΕ- ΕΙΜ


Η ελληνική αντιπροσωπεία στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης τον Δεκέμβριο 1922: Εικονίζονται όρθιοι από αριστερά οι Γεώργιος Δεπάστας, Μιχαήλ Θεοτοκάς, Ιωάννης Πολίτης, Ανδρέας Μιχαλόπουλος, Κωνσταντίνος Κόλλας, Γεώργιος Κούστας, Γεώργιος Δροσόπουλος, Πίνδαρος Ανδρουλής, άγνωστος, Παππάς. Καθιστοί, από αριστερά: Δημήτριος Κακλαμάνος, Ελευθέριος Βενιζέλος, Ανδρέας Μιχαλακόπουλος, Αλέξανδρος Μαζαράκης-Αινιάν. A.Ι.Ε. ΙΕΕΕ- EIM

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2024

6 - Ο ρόλος των Συμμάχων ...

- Οι πρώην σύμμαχοι της Ελλάδας κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, Γαλλία, Ιταλία και Μεγάλη Βρετανία, σταδιακά μετέστρεψαν την πολιτική τους υπέρ της Τουρκίας (ιδιαίτερα οι δύο πρώτες) ενώ οι ΗΠΑ ουδέποτε είχαν εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η εξυπηρέτηση των εμπορικών συμφερόντων τους στην Ανατολία.


- Το μνημείο της Δημοκρατίας (1928) στην πλατεία Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη , φιλοτεχνημένο από τον Πιέτρο Κανόνικα. Οι άνθρωποι που στέκονται πίσω από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, περιλαμβάνουν τον Σεμιόν Ιβανόβιτς Αραφόλ, πρεσβευτή της Ρωσικής ΣΣΔ στην Άγκυρα κατά τη διάρκεια του Τουρκικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας (1919–1922).[43] Η παρουσία του στο μνημείο, με εντολή του Ατατούρκ, επισημαίνει την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια που έστειλε ο Βλαντίμιρ Λένιν το 1920, κατά τη διάρκεια του πολέμου.[43]

 Περαιτέρω, η πρώην σύμμαχος Ρωσία, μετά την Επανάσταση των Μπολσεβίκων και τη συνθηκολόγηση με τη Γερμανία μετατράπηκε σε εχθρό της "Αντάντ", δέχθηκε επίθεση από αυτήν (μία επίθεση στην οποία πήρε μέρος και η Ελλάδα) και στράφηκε προς την Τουρκία. Η Γαλλία, όταν αντιλήφθηκε ότι δεν ήταν δυνατό να κρατήσει την Κιλικία ήρθε σε συμφωνία με τον Κεμάλ και αποχώρησε, ενώ η Ιταλία έπραξε το ίδιο εγκαταλείποντας τον παρόμοιο στόχο της στο βιλαέτι του Αϊδινίου. Αμφότερες οι χώρες αυτές υπέγραψαν μυστικές συμφωνίες με τους Οθωμανούς, φροντίζοντας να τους τροφοδοτούν με πυρομαχικά και όπλα. Μόνο η Βρετανία, κράτησε μία επαμφοτερίζουσα στάση, έως το τέλος. Η βασική ευθύνη για αυτή τη στάση αποδίδεται στον πρωθυπουργό της, Λόιντ Τζορτζ, ο οποίος, παρά τη (φαινομενική) υποστήριξή του προς την ελληνική πλευρά, η οποία, ωστόσο, εκφραζόταν με ευχολόγια ή πομπώδεις ομιλίες, απέφευγε, παρά ταύτα, να παράσχει σαφείς διαβεβαιώσεις για συγκεκριμένη βοήθεια. Αυτή η τακτική ξεγέλασε τόσο την ελληνική κυβέρνηση, όσο και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, καθώς και οι δύο πίστευαν (ασφαλώς λανθασμένα) ότι, τελικά οι Βρετανοί θα έβρισκαν τον τρόπο να επέμβουν αποφασιστικά για να δοθεί λύση στο ελληνικό αδιέξοδο της Μικράς Ασίας. Συμπερασματικά, ο Βρετανός πρωθυπουργός ενθάρρυνε τους Έλληνες να συνεχίζουν τον πόλεμο, όσο αυτό προωθούσε τα συμφέροντα της χώρας του και μετά τους εγκατέλειψε στην τύχη τους[44].


https://el.wikipedia.org/

5- Σφαγές από την πλευρά Ελλήνων

 


Άποψη της, πυρπολημένης από τον υποχωρούντα ελληνικό στρατό, Μαγνησίας (σημ. Μανίσα).

Ο Βρετανός ιστορικός Άρνολντ Τόινμπι έγραψε ότι υπήρξαν οργανωμένες σφαγές κατά τη διάρκεια της ελληνικής κατοχής της Σμύρνης[33]. Ανέφερε ότι ο ίδιος και η γυναίκα του ήταν αυτόπτες μάρτυρες των «ελληνικών κτηνωδιών» - όπως τις περιγράφει - στις περιοχές Γιάλοβας (Yalova), Κίου (Gemlik) και Νικομήδειας (İzmit) και ότι όχι μόνο βρήκαν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις στη μορφή «καμένων και λεηλατημένων σπιτιών, πτωμάτων που είχαν σφαχτεί πρόσφατα και τρομοκρατημένους επιζώντες»,[34] αλλά είδαν επίσης χριστιανούς πολίτες να ληστεύουν και στρατιωτικούς να προβαίνουν σε εμπρησμούς.[35] Σύμφωνα με τον Τόινμπι, με την άφιξη των ελληνικών δυνάμεων εκδιώχθηκε ο άμαχος τουρκικός πληθυσμός, εξαναγκάζοντας χιλιάδες άστεγους πλέον να φύγουν από τις κατεχόμενες περιοχές.[36] Επίσης αναφέρεται ότι οι Έλληνες, αποχωρώντας από την Προύσα, έβαλαν φωτιά σε διάφορα σημεία της πόλης. Η φωτιά τέθηκε υπό έλεγχο γρήγορα και μόνο μία συνοικία καταστράφηκε.[19].


Αντιδιαμετρικά κινείται ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζωρτζ Χόρτον. Στο βιβλίο του Η κατάρα της Ασίας, αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο «Η Θεωρία του 50-50», στο οποίο αντικρούει τη θεωρία περί σφαγών από Έλληνες, θεωρώντας ότι αποτελεί έξυπνη τούρκικη προπαγάνδα. Ως αυτόπτης μάρτυρας στη Σμύρνη, γράφει ότι το σύνολο του ελληνικού στρατού τήρησε εξαιρετική στάση απέναντι στον τουρκικό λαό, ενώ κάνει ιδιαίτερη μνεία στην ελληνική διοίκηση της Σμύρνης για την αμερόληπτη εφαρμογή του νόμου, σε βαθμό που ο κυβερνήτης Στεργιάδης, να χάσει τη δημοτικότητά του στο ελληνικό στοιχείο


https://el.wikipedia.org/


4-Αναφορές σε κτηνωδίες Σφαγές από την πλευρά Τούρκων ..

 Καταστροφή της Σμύρνης


Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Ελεύθερο Βήμα 2/9/1922. Η κοινή γνώμη αγνοούσε την ταχύτητα της κατάρρευσης του ελληνικού στρατού στο μέτωπο. Τα νέα για την εγκατάλειψη των Ελλήνων της Μικράς Ασίας στην τύχη τους και οι θηριωδίες που ακολούθησαν έφτασαν σαν κεραυνός εν αιθρία.


https://el.wikipedia.org/

Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Ελεύθερο Βήμα 2/9/1922. Η κοινή γνώμη αγνοούσε την ταχύτητα της κατάρρευσης του ελληνικού στρατού στο μέτωπο. Τα νέα για την εγκατάλειψη των Ελλήνων της Μικράς Ασίας στην τύχη τους και οι θηριωδίες που ακολούθησαν έφτασαν σαν κεραυνός εν αιθρία.

Συνολικά η μικρασιατική εκστρατεία είχε ως αποτέλεσμα πάνω από 25.000 νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες από ελληνικής πλευράς. Πάνω από 1.500.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες των προγόνων τους και να έρθουν σαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 1.000.000 νεκρούς.


Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο Ελ. Βενιζέλος με το υπόμνημά του στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης του Παρισιού, στη Μικρά Ασία ζούσαν 1.694.000 Έλληνες. Στη Θράκη και την περιοχή της Κωνσταντινούπολης 731.000. Στην περιοχή της Τραπεζούντας 350.000 και στα Άδανα 70.000. Σύνολο 2.845.000 Έλληνες που αποτελούσαν το 20% του πληθυσμού της περιοχής που κυριαρχούσε οικονομικά, είχε δε καταφέρει να διατηρήσει την πολιτιστική του κληρονομιά παρότι αποτελούσε μειονότητα σε εχθρικό περιβάλλον.



Πρόσφυγες έχουν κατακλύσει την προκυμαία της Σμύρνης για να γλιτώσουν από τη φωτιά και τις σφαγές (1922).

Οι Τούρκοι ήθελαν να εξαφανίσουν κάθε ελληνικό στοιχείο από τη Μικρά Ασία, προβαίνοντας σε ανείπωτα εγκλήματα, σύμφωνα και με τις μαρτυρίες των δυτικών αυτοπτών μαρτύρων: Μαζικές πυρπολήσεις κτηρίων και ανθρώπων, βιασμοί, εκτελέσεις, βασανιστήρια κτλ. Αμερικανοί μάρτυρες διηγούνται ιστορίες για πυρπολήσεις αρρώστων μέσα σε νοσοκομεία και παιδιών μέσα σε σχολεία. Σύμφωνα δε με τον ανταποκριτή των Τάιμς του Λονδίνου, πολλοί χριστιανοί κάηκαν μέσα στις εκκλησίες τους, όταν αφού κατέφευγαν σε αυτές, οι Τούρκοι τούς έβαζαν επί τούτου φωτιά.[25]


Η γνωστή εκείνα τα χρόνια Αμερικανίδα ιατρός Εμ Σι Έλιοτ, που επί πολλά χρόνια είχε υπηρετήσει σε νοσοκομεία της Εγγύς Ανατολής, κατέθεσε τις εμπειρίες της, σύμφωνα με τις οποίες περιέθαλψε εκατοντάδες βιασμένες, από Τούρκους, χριστιανές κοπέλες και άκουσε για αμέτρητες άλλες τέτοιες περιπτώσεις, αλλά δεν είδε ούτε μία Τουρκάλα σε αντίστοιχη κατάσταση.[26]


Στους χριστιανούς-θύματα των τουρκικών θηριωδιών συγκαταλέγεται και ο μητροπολίτης Χρυσόστομος Σμύρνης, ο οποίος συνελήφθη, βασανίσθηκε, τυφλώθηκε και διαμελίστηκε από τον τουρκικό όχλο βρίσκοντας μαρτυρικό θάνατο στις 27 Αυγούστου 1922.[27] Μαζί με τον μητροπολίτη, από τον τουρκικό όχλο δολοφονήθηκαν και δύο επιφανή μέλη της Μικρασιατικής Άμυνας, ο δημογέροντας Γεώργιος Κλημάνογλου (τον οποίο απαγχόνισαν) και ο διαπρεπής νομικός Νικόλαος Τσουρούκτσογλου (τον οποίο έσυραν, δεμένο από τα πόδια πίσω από αυτοκίνητο στα λιθόστρωτα στενά της πόλης)[εκκρεμεί παραπομπή].


Αποκορύφωμα αποτέλεσε η πυρπόληση της αρμενικής και της ελληνικής συνοικίας της Σμύρνης. Το κάψιμο των σπιτιών ανάγκασε τους κρυμμένους σε αυτά χριστιανούς να βγουν έξω στους δρόμους, με αποτέλεσμα και οι τελευταίοι που είχαν γλιτώσει από τις προηγούμενες σφαγές, να πέφτουν στα χέρια των Τούρκων και να υφίστανται τρομερούς βασανισμούς πριν τον θάνατό τους.[28] Μεταξύ των θυμάτων, υπήρξαν και μεμονωμένες περιπτώσεις φόνων Δυτικών, όπως του Βρετανού συνταγματάρχη Μέρφι που σκοτώθηκε ενώ προσπαθούσε να προστατέψει το προσωπικό του από αρπαγές και βιασμούς ή του Ολλανδού εμπόρου Oscar de Jongh και της γυναίκας του.[29]


Πρόσφυγες από τη Σμύρνη αναφέρουν ότι οι Τούρκοι στρατιώτες σκότωναν αδιακρίτως με πολυβόλα[εκκρεμεί παραπομπή]. Ταυτόχρονα, λίγοι Αμερικανοί παρείχαν ανθρωπιστική βοήθεια.[30] Η πόλη εξαφανίστηκε καθώς από την πυρκαγιά διασώθηκε μόνο η τουρκική και η εβραϊκή συνοικία[31].


Οι σφαγές κατά Ελλήνων και Αρμενίων από τους Τούρκους έκαναν τον Αμερικανό πρόξενο στη Σμύρνη, Τζωρτζ Χόρτον (George Horton), να γράψει: «Ένα από τα δυνατώτερα συναισθήματα που πήρα μαζί μου απ’ τη Σμύρνη ήταν το συναίσθημα της ντροπής, διότι άνηκα στο ανθρώπινο γένος»

3- Έλληνες στρατιώτες στο Αφιόν Καραχισάρ.

 3- 

Αύγουστος 1922


Στις 4:30 π.μ. της 6 Αυγούστου του 1922, ο τουρκικός στρατός επιχείρησε δύο ανεξάρτητες μεταξύ τους ενέργειες που είχαν διερευνητικό χαρακτήρα, προσβάλλοντας ευάλωτα σημεία των ελληνικών γραμμών άμυνας. Στη δεύτερη από τις δύο περιπτώσεις (η πρώτη αποκρούστηκε με επιτυχία) οι εχθρικές δυνάμεις κτύπησαν την Ορτάντζα του τομέα Μπουλαντάν, με αποτέλεσμα να διασπάσουν τη γραμμή της και με συνέπεια τη σύμπτυξη των Ελλήνων μαχητών[14]. Τα ξημερώματα (ώρα 4:00 π.μ.) της 13ης Αυγούστου του 1922 ο τουρκικός στρατός (40 - 50.000 άνδρες) αποτελούμενος από συνολική δύναμη 17 μεραρχιών (Ι και ΙΙ στρατιές, υπό τους Νουρεδδίν πασά και Γιακούπ Σεβδή πασά, αντίστοιχα) επιτέθηκε από δύο πλευρές (κύριος και δευτερεύον τομείς) στις ελληνικές δυνάμεις του Αφιόν Καραχισάρ, που τις αποτελούσαν 9 μεραρχίες πεζικού[15]. Η επίθεση των Τούρκων, την οποία διεύθυνε ο ίδιος ο Κεμάλ (από κοινού με τον Ισμέτ πασά, διοικητή του Δυτικού Μετώπου και το Φεβζή πασά, πρωθυπουργό και Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του τουρκικού στρατού) ήταν αναμενόμενη, όμως παρόλ' αυτά αιφνιδίασε με την σφοδρότητά της την ηγεσία του ελληνικού στρατού, που περίμενε να αντιμετωπίσει άτακτα σώματα. Το πυροβολικό του Νουρεδδίν (250 πυροβόλα έναντι 100 ελληνικών) σε συνεργασία με το ιππικό (συνολικά 2 Σ.Σ. εκ των οποίων το ένα υπό το Φαχρεδδίν πασά, αποτελούμενο από τρεις μεραρχίες κι έπειτα από βραδινή πορεία στη δύσβατη -και αφύλακτη από ελληνικές μονάδες- περιοχή του Αχούρ Νταγ, εισέδυσε σε ένα κενό περίπου 15 χλμ. που υπήρχε στο κέντρο της Ι Ελληνικής Μεραρχίας και έτσι βρέθηκε στα νώτα των Ελλήνων μαχητών[16]) ανάγκασαν σε ελάχιστο χρόνο την 1η & 4η μεραρχία στρατού σε υποχώρηση. Παράλληλα και επί διήμερο (13-14 Αυγούστου) οι δυνάμεις του Σεβδή απασχολούσαν υπέρτερες ελληνικές μονάδες στο δευτερεύοντα τομέα έως το Εσκί Σεχίρ. Στον νότο είχαν εγκλωβιστεί δύο σώματα στρατού, του Αθανασίου Φράγκου και του Νικολάου Τρικούπη.[17] Στις 17 Αυγούστου ο στρατός του Νικολάου Τρικούπη περικυκλώθηκε από τους Τούρκους και σταδιακά διασπάστηκε με αποτέλεσμα στις 20 Αυγούστου ο Τρικούπης και η φάλαγγα του, η οποία συμπεριλάμβανε δύο στρατηγούς διοικητές σωμάτων, έναν μέραρχο, 190 αξιωματικούς και 4.500 οπλίτες, να παραδοθούν.



Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού.

Στον Βορρά, το Γ΄ Σώμα Στρατού δεν είχε ιδιαίτερες απώλειες, επειδή το κύριο βάρος της τουρκικής επίθεσης το είχαν δεχτεί οι μεραρχίες του νότου. Στις 24 Αυγούστου έφτασε με όλα του τα πολεμοφόδια στην Προύσα και συνέχισε την πορεία του προς τα παράλια. Βέβαια υπήρξαν περιστατικά διάλυσης, όπως η αποκοπή και η αιχμαλώτιση της 11ης μεραρχίας από υποδεέστερες τουρκικές δυνάμεις στα Μουδανιά. Στον αντίποδα, χαρακτηριστικό παράδειγμα πειθαρχίας επέδειξε η Ανεξάρτητη Μεραρχία υπό τον Δημήτριο Θεοτόκη, η οποία μέσα στον γενικό πανικό που υπήρχε διατήρησε την πειθαρχία της και κατευθύνθηκε με μηδαμινές απώλειες στα ελληνικά παράλια της Μικράς Ασίας. Ο κύριος λόγος της επιτυχίας της μεραρχίας ήταν η ειλικρίνεια που έδειξαν οι αξιωματικοί της απέναντι στους στρατιώτες για τις δυσκολίες της κατάστασης που αντιμετώπιζαν, γεγονός που επέδρασε σημαντικά στην ψυχολογία των στρατιωτών και τους συσπείρωσε.


Η εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατό

Στις 24 Αυγούστου η στρατιωτική ηγεσία συγκεντρώθηκε στη Σμύρνη και εξέδωσε διαταγές. Όμως οι διαταγές δεν είχαν ουσιαστικό αποδέκτη αφού όχι μόνο οι επικοινωνίες είχαν διακοπεί αλλά και οι στρατιώτες δεν υπάκουαν. Η αμυντική τακτική ήταν αδύνατη αφού τα σώματα στρατού είχαν αποκοπεί και κατευθύνονταν στα παράλια της Μικράς Ασίας. Στις 5 Σεπτεμβρίου τα τελευταία τμήματα του Γ' Σώματος Στρατού εγκατέλειψαν τη Μικρά Ασία από το λιμάνι της Αρτάκης αφήνοντας τους ανυπεράσπιστους Μικρασιάτες στο έλεος των Τούρκων, οι οποίοι ιδίως στην περιοχή της Σμύρνης μέχρι τέλους διαβεβαιώνονταν από τις Ελληνικές Αρχές και την Αρμοστεία (Στεργιάδης) ότι δεν υπήρχε κίνδυνος και λόγος ανησυχίας. Μάλιστα δε, δια στόματος του [18] υπουργού Στρατιωτικών Νικολάου Θεοτόκη οι Σμυρνιοί διαβεβαιώθηκαν πως «η Σμύρνη δεν θα εγκαταλειφθεί». Τέσσερις μέρες αργότερα, η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη παραιτήθηκε και, ύστερα από προσπάθειες του Παλατιού, σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον Ν. Τριανταφυλλάκο. Στις 8 Σεπτεμβρίου οι πρώτοι Τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στη Σμύρνη και στις 13 Σεπτεμβρίου (31 Αυγούστου σύμφωνα με το Ιουλιανό Ημερολόγιο) ξεκίνησε η πυρκαγιά η οποία κατέστρεψε την ελληνική και την αρμενική συνοικία. Την ίδια μέρα τα τελευταία ελληνικά στρατεύματα αποχώρησαν από την Προύσα. Η πυρκαγιά πάντως τέθηκε γρήγορα υπό έλεγχο και μόνο μία συνοικία καταστράφηκε. Στις 13 Σεπτεμβρίου, τα τελευταία ελληνικά στρατεύματα οχυρώθηκαν στη Χερσόνησο της Ερυθραίας, με ισχυρή στρατιωτική δύναμη να φυλάει το λεπτότερο σημείο του ισθμού, μήκους 11 χιλιομέτρων. Από εκεί ξεκίνησε η οργανωμένη και ασφαλής αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων. Όσοι στρατιώτες επρόκειτο να επιστρέψουν στον Πειραιά αφοπλίστηκαν, αλλά αυτοί που μεταφέρθηκαν στη Θράκη διατήρησαν τον οπλισμό τους. Τα νησιά του Αιγαίου γέμισαν Έλληνες στρατιώτες. Παράλληλα, καθώς υπήρχε πλέον σοβαρό ενδεχόμενο η ελληνοτουρκική σύρραξη να επεκταθεί στα Βαλκάνια, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία δήλωσαν ξεκάθαρα τη πρόθεσή τους να βοηθήσουν την Ελλάδα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ενώ παράλληλα οι Τούρκοι της Θράκης, ενθαρρυμένοι από τις επιτυχίες των κεμαλικών, ξεκίνησαν αντιχριστιανικά κινήματα.[19]. Στις 15 Σεπτεμβρίου, με τα τουρκικά στρατεύματα να απέχουν μόλις 55 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη, ο βρετανικός στόλος που βρισκόταν στην Πόλη δέχτηκε εντολή να μην επιτρέψει σε κανέναν Τούρκο να περάσει σε ευρωπαϊκό έδαφος. Ωστόσο ο βρετανικός τύπος ήταν προβληματισμένος με τη στάση των Γάλλων, για τους οποίους υπήρχαν υποψίες ότι ήταν διατεθειμένοι να δώσουν εδάφη της Θράκης και την Αδριανούπολη στους Τούρκους. Παράλληλα, μουσουλμανικές χώρες σε όλον τον πλανήτη συνεχάρηκαν τους Τούρκους για τα κατορθώματά τους.[20] Ταυτόχρονα στη Σμύρνη, η φωτιά που ξεκίνησε στην αρμένικη συνοικία έκαψε τις συνοικίες των Ελλήνων, των Ευρωπαίων και έφτασε και στις τουρκικές. Τα στρατεύματα των κεμαλικών έκαναν κάποιες προσπάθειες να σταματήσουν το χάος, αλλά κυρίως οι άτακτοι Τούρκοι τσέτες είχαν βγει εκτός ελέγχου και λεηλατούσαν, βίαζαν και σκότωναν. Ανάμεσα στα εγκλήματα των Τούρκων αναφέρεται και η απαγωγή κοριτσιών από το Αμερικανικό Κολέγιο Θηλέων, με τη μοίρα τους να αγνοείται. Φέρεται πως οι αμερικανικές επιχειρήσεις χτυπήθηκαν οικονομικά από την Καταστροφή της Σμύρνης.[21]


Στις 16 Σεπτεμβρίου, βρετανικά στρατεύματα τοποθετήθηκαν στα Δαρδανέλια για κάθε ενδεχόμενο και οι Βρετανοί δήλωσαν την επιθυμία τους να διατηρηθεί η ουδετερότητα των Στενών. Παράλληλα, με τη Καταστροφή της Σμύρνης να συνεχίζεται, τουλάχιστον 25.000 γυναίκες και κορίτσια αιχμαλωτίστηκαν και μεταφέρθηκαν στην ενδοχώρα[εκκρεμεί παραπομπή].


Από τις 18 Σεπτεμβρίου, πρόσφυγες έφταναν κατά χιλιάδες στην Αθήνα, ενώ οι Βρετανοί κινητοποίησαν ολόκληρο τον Ατλαντικό στόλο και εντατικοποίησαν τις εργασίες των εργοστασίων για περίπτωση σύρραξης με τους Τούρκους. Ταυτόχρονα οι κεμαλικοί εισέβαλαν στην ουδέτερη ζώνη και ετοιμάστηκαν να καταλάβουν τα Στενά ώστε να πετύχουν ευνοϊκότερους όρους σε μία συνθήκη. Οι Γάλλοι αντιτέθηκαν στην ένοπλη σύγκρουση στα Δαρδανέλια και τα εκκένωσαν από τα στρατεύματά τους, αλλά οι Βρετανοί, αποφασισμένοι να διατηρήσουν την ανεξαρτησία των Στενών, έστειλαν 10.000 στρατεύματα, με την υποστήριξη των Ιταλών, οι οποίοι όμως ήταν επίσης κατά του ενδεχομένου σύγκρουσης. Ωστόσο την επόμενη μέρα και οι Ιταλοί εκκένωσαν τα Δαρδανέλια.[22][23]


Μέσα στις επόμενες μέρες οι Βρετανοί ήταν έτοιμοι να έρθουν σε σύγκρουση με τους κεμαλικούς για τον έλεγχο των Δαρδανελίων, ενώ η Γαλλία ακολούθησε ρόλο μεσάζοντα, προσπαθώντας να αποτρέψει τον πόλεμο. Ωστόσο, στις 29 Σεπτεμβρίου ο Κεμάλ συμβιβάστηκε ώστε να μην επιτεθεί και υποσχέθηκε την αποστρατικοποίηση των Στενών, με τον όρο η Ανατολική Θράκη να περιέλθει στους Τούρκους. Έτσι οι εχθροπραξίες σταμάτησαν και άνοιξε ο δρόμος για τη Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία υπογράφτηκε το επόμενο έτος.[24]

https://el.wikipedia.org/

2- Η πορεία προς στην Καταστροφή

Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας αποτέλεσαν οι εκλογές του 1920. 

2 -Γούναρης εναντίον Βενιζέλου (εκλογές 1920)

Το αποτέλεσμα των εκλογών, μέσα σε συνθήκες Εθνικού Διχασμού και δυσαρέσκειας μέρους του ελληνικού λαού για τις αυθαιρεσίες της βενιζελικής διοίκησης και την παρουσία των ελληνικών στρατευμάτων στη Μικρά Ασία (βασική πολιτική της αντιβενιζελικής παράταξης από την έκρηξη του παγκοσμίου πολέμου ήταν η μη απόβαση στη Μικρά Ασία), ήταν καθοριστικό για τις μετέπειτα εξελίξεις.


Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ηττήθηκε στις εκλογές από την Ηνωμένη Αντιπολίτευση του Δημητρίου Γούναρη. Μόλις ένα μήνα πριν, ο φίλα προσκείμενος στις συμμαχικές δυνάμεις βασιλιάς Αλέξανδρος, σε αντίθεση με τον φιλογερμανό πατέρα του[5], πέθανε αιφνιδίως από δάγκωμα μαϊμούς.


Το Δεκέμβριο του 1920, ο Κωνσταντίνος Α΄ επέστρεψε στο θρόνο ύστερα από δημοψήφισμα. Ο Κωνσταντίνος ήταν εξαιρετικά αντιπαθής στις δυνάμεις της Αντάντ -οι οποίες ήδη ήταν πολύ διστακτικές ως προς τη προέλαση του ελληνικού στρατού στην ενδοχώρα- για την ουδετερότητα που προσπάθησε να κρατήσει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αγγλία, Γαλλία και Ιταλία, οι οποίες είχαν προειδοποιήσει τη νέα κυβέρνηση για το τι θα σήμαινε μια πιθανή επιστροφή του Κωνσταντίνου στις σχέσεις τους με αυτή, βρήκαν το πρόσχημα που χρειάζονταν για να απαγκιστρωθούν από την εκστρατεία (ιδίως Γαλλία και Ιταλία) και παρέδωσαν διακοινώσεις με τις οποίες δεν αναγνώριζαν τον Κωνσταντίνο ως αρχηγό του κράτους, ενώ πάγωσαν όλα τα δάνεια που είχανε δρομολογηθεί προς την Ελλάδα και την εξόφληση των πολεμικών αποζημιώσεων για τις επιτάξεις στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης.[6] Μόνο η Αγγλία συνέχισε πλέον, αν και μόνο σε διπλωματικό επίπεδο[7], να υποστηρίζει την Ελλάδα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο.[8]


Μερικούς μήνες αργότερα το σκηνικό αλλάζει ριζικά. Η Τουρκία με ηγέτη τον Κεμάλ Ατατούρκ καταφέρνει να συμφωνήσει με Γαλλία και Ιταλία και να επιτύχει την προμήθεια του τουρκικού στρατού με πολεμικό υλικό από τις προαναφερόμενες χώρες.


Ο ελληνικός στρατός στην Αλμυρά Έρημο (1921).

Την άνοιξη του 1921, ο ελληνικός στρατός, ύστερα από στρατιωτικό συμβούλιο, αποφάσισε προέλαση προς την Άγκυρα και κατέλαβε καίρια στρατηγικά σημεία (Εσκί-Σεχίρ & Αφιόν-Καραχισάρ), χωρίς όμως να καταφέρει να εξαλείψει την τουρκική απειλή. Με το πέρασμα του χρόνου η εκστρατεία εξελίχθηκε οικονομικά δυσβάσταχτη για το ελληνικό κράτος αφού κόστιζε 8.000.000 δραχμές ημερησίως. Ο Κεμάλ ως αρχιστράτηγος του τουρκικού στρατού με μυστική συμφωνία με τους Γάλλους (Συνθήκη της Άγκυρας, 20 Οκτωβρίου του 1921) ακύρωσε τη Συνθήκη των Σεβρών, ενώ παράλληλα οι Γάλλοι εγκατέλειψαν την Κιλικία[9] αφήνοντας άφθονο πολεμικό υλικό στα χέρια των Τούρκων. Στις 5 Απριλίου 1922 η Ιταλία εκκένωσε την περιοχή της Εφέσου, την οποία και κατέλαβε ο ελληνικός στρατός.


Η προέλαση του ελληνικού στρατού προς την Άγκυρα είχε τερματιστεί στη Μάχη στον Σαγγάριο τον Αύγουστο του 1921. Ακολούθησε στασιμότητα για περίπου ένα χρόνο, η οποία έφθειρε το ηθικό του στρατεύματος και αντίθετα έδωσε χρόνο στον Κεμάλ να αναδιοργανωθεί.


Μετά την, εκ των συνθηκών πλέον, αναγκαστική καθήλωση του ελληνικού στρατού και την παραίτησή από την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων που, έως και πριν τη μάχη του Σαγγάριου είχε, η ελληνική κυβέρνηση είχε συνειδητοποιήσει το επερχόμενο αδιέξοδο και σε συνεργασία με τον Ύπατο Αρμοστή Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη είχε αποφασίσει την (στρατιωτική) εκκένωση ολόκληρης της Μικράς Ασίας, ήδη από τον Απρίλιο του 1922. Σε σχετική επιστολή της Έκθεσης Πεπραγμένων της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας Κωνσταντινουπόλεως προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο με ημερομηνία 23 Απριλίου 1922, αναφέρονται τα εξής: "... Παρά το άνισον του αγώνος κ. Πρόεδρε, νομίζομεν ότι υπάρχει ακόμη ελπίς σωτηρίας. Κυρίως σήμερον πρόκειται περί του πως θα εξασφαλησθή η διάρκεια του πολέμου κατά το θέρος..." και "... είμεθα υποχρεωμένοι να τηρήσωμεν την μέχρι τούδε τηρηθείσαν απειλητική στάσιν μας κατά του αθηναϊκού καθεστώτος δια να το εξαναγκάσωμεν όπως μη τολμήσει να πραγματοποιήση την εκκένωσιν της Μικράς Ασίας διαρκούντος του θέρους..." [10]


Τον Μάιο του 1922 η κυβέρνηση Γούναρη παραιτήθηκε υπό το βάρος των εξελίξεων και την εξουσία ανέλαβε η κυβέρνηση του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη (πριν την κυβέρνηση του Πρωτοπαπαδάκη είχε ανέλθει στην εξουσία η εξαήμερη κυβέρνηση του Νικόλαου Στράτου.


Επίσης, ο αντιστράτηγος Αναστάσιος Παπούλας παραιτήθηκε λόγω διαφωνίας με την κυβέρνηση[11]. Στη θέση του ανήλθε ο Γεώργιος Χατζανέστης. Σε διπλωματικό επίπεδο, οι προσπάθειες που γινόντουσαν όλο αυτό το διάστημα (Συνέδρια του Λονδίνου), μεταξύ Δυνάμεων, Ελληνικής κυβέρνησης και Τούρκων εκπροσώπων για συμβιβαστική λύση, δεν κατέληγαν σε κάποια συμφωνία. Εν τω μεταξύ, η οικονομική κατάσταση της χώρας βρισκόταν σε τραγικό επίπεδο. Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, υπουργός οικονομικών, εφάρμοσε ένα σύστημα παγκοσμίως πρωτότυπο: διχοτόμησε το χαρτονόμισμα επιβάλλοντας αναγκαστικό εσωτερικό δάνειο. Αν και το σύστημα απέδωσε, εντούτοις επέτεινε τη λαϊκή δυσαρέσκεια.


Τον Ιούλιο του 1922 η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη ψήφισε τον νόμο 2870 (ΦΕΚ Α 119/1922) Περί της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής. Σύμφωνα με την άποψη του ιστορικού Βλάσση Αγτζίδη, ο νόμος αυτός εξυπηρετούσε τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης να εμποδίσουν την άφιξη και κατ' επέκταση τη σωτηρία την προσφύγων που θα συνέρρεαν στην Ελλάδα μετά την αποτυχία της μικρασιατικής εκστρατείας.[12][13].


Παράλληλα, η αντιπαλότητα σε πολιτικό επίπεδο, μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης συνεχιζόταν αμείωτη, γεγονός που εκφραζόταν στους πηχυαίους τίτλους των εφημερίδων της εποχής. Χαρακτηριστικά ήταν τα πρωτοσέλιδα του Έθνους και του Σκριπ (φιλοβενιζελική η πρώτη, αντιβενιζελική η δεύτερη) με ημερομηνία 1 Ιουνίου 1922, όταν κατηγορίες αλληλοεκτοξεύονταν ανάλογα με την τοποθέτηση της εφημερίδας. Η νέα κυβέρνηση ζήτησε την άδεια των συμμάχων για στρατιωτική επιχείρηση στην Κωνσταντινούπολη. Οι Δυνάμεις όμως αρνήθηκαν και επισήμαναν ότι δόθηκαν εντολές στα συμμαχικά στρατεύματα στη Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία να εμποδίσουν κάθε ελληνική κίνηση για την κατάληψή της.

https://el.wikipedia.org/

1- Ο όρος Μικρασιατική Καταστροφή είναι όρος που έχει υιοθετηθεί από την ελληνική ιστοριογραφία για να περιγράψει τα αποτελέσματα της Μικρασιατικής Εκστρατείας στην Ελλάδα και στον ελληνισμό γενικότερα.[1]


-Έλληνες θύματα των σφαγών στη Σμύρνη το 1922


Συγκεκριμένα αναφέρεται στο τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1919-22, τη φυγή από την Τουρκία της ελληνικής διοίκησης, που είχε εγκατασταθεί στα δυτικά μικρασιατικά παράλια, κατά τη Συνθήκη των Σεβρών, όπως και τη σχεδόν άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού μετά την κατάρρευση του μετώπου και τη γενικευμένη πλέον εκδίωξη και εξόντωση μεγάλου μέρους του ελληνικού και χριστιανικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας. Συνολικά, το φθινόπωρο του 1922 έφθασαν στην Ελλάδα περίπου 55.000 Αρμένιοι και 1.250.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες.[2]


Ο πλήρης απολογισμός της καταστροφής αυτής που συντελέσθηκε ιστορικά σε δύο περιόδους, (αμφότερες τετραετίες), 1914-1918 και 1920-1924 είναι πράγματι πολύ δύσκολος. Οι αρπαγές και οι λεηλασίες σπιτιών και περιουσιών, οι γεωργικές και κτηνοτροφικές καταστροφές, το γκρέμισμα σχολείων, ναών και άλλων ευαγών ιδρυμάτων, η καταστροφή βιοτεχνικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων, με τον παράλληλο ευτελισμό κάθε ανθρώπινης αξιοπρέπειας στον οποίο περιλαμβάνονταν βασανισμοί αιχμαλώτων, ακρωτηριασμοί, θανάτωση βρεφών, βιασμοί, η ηθική οδύνη υπό το κλίμα του τρόμου και της απειλής του θανάτου, αλλά και ατέλειωτες πορείες στα περιώνυμα "τάγματα εργασίας", με άγνωστο αριθμό ανθρώπων που χάθηκαν σ' αυτά, οι απαγχονισμοί, τα δημόσια λυντσαρίσματα, καθώς και οι εκτελέσεις με αποφάσεις των τουρκικών Δικαστηρίων της Ανεξαρτησίας δεν έχουν μέχρι σήμερα ερευνηθεί πλήρως.[3]


Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία


Οι σύνεδροι στο Παρίσι

Αμέσως μετά τη λήξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου (1918) ξεκίνησαν οι εργασίες στη Σύνοδο Ειρήνης στο Παρίσι μεταξύ των νικητριών χωρών, ανάμεσα σε αυτές και την Ελλάδα. Ύστερα από αγγλική και γαλλική συμφωνία, η 1η μεραρχία του ελληνικού στρατού υπό τις διαταγές του συνταγματάρχη Νικόλαου Ζαφειρίου αποβιβάστηκε στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου του 1919 με σκοπό να εγκαταστήσει ελληνική διοίκηση -υπό συμμαχικό έλεγχο- και να προστατεύσει τους χριστιανικούς, και όχι μόνο, πληθυσμούς από ατάκτους και από αυθαιρεσίες της οθωμανικής διοίκησης.[4] Άλλωστε βρισκόταν ήδη από το 1914 διαδικασία εκκαθάρισης όλων των μη μουσουλμανικών στοιχείων. Ο ελληνικός πληθυσμός της Σμύρνης υποδέχθηκε με ενθουσιασμό τα ελληνικά στρατεύματα, θεωρώντας τα προμήνυμα για την παραχώρηση της πόλης στην Ελλάδα. Τους επόμενους μήνες συγκροτήθηκε στρατιωτική μεραρχία με έδρα τη Σμύρνη υπό τον συνταγματάρχη Αλέξανδρο Μαζαράκη-Αινιάν. Τουρκικές αντάρτικες δυνάμεις αρνήθηκαν όμως να δεχθούν την ελληνική διοίκηση και ξεκίνησαν ανταρτοπόλεμο, με αποτέλεσμα η απόβαση του ελληνικού στρατού να μετατραπεί σε μακρόχρονη εκστρατεία.


Παράλληλα, στη Συμμαχική Συνδιάσκεψη στο Παρίσι συζητιόταν η τύχη της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των εδαφών της. Τον Μάρτιο του 1920 το ελληνικό στρατηγείο μεταφέρθηκε από τη Θεσσαλονίκη στη Σμύρνη υπό τον Λεωνίδα Παρασκευόπουλο. Ύστερα από πιέσεις του Ελευθέριου Βενιζέλου οι Μεγάλες Δυνάμεις έδωσαν διστακτικά τη συγκατάθεση τους για προέλαση του ελληνικού στρατού στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Τον Αύγουστο του 1920 υπογράφηκε τελικά η Συνθήκη των Σεβρών, με την οποία γινόταν η οριστική παραχώρηση όλης της Θράκης (σχεδόν μέχρι την Κωνσταντινούπολη), καθώς και η παραχώρηση της διοίκησης της περιοχής της Σμύρνης για 5 έτη στην Ελλάδα (με το δικαίωμα ενσωμάτωσής της μετά από δημοψήφισμα). Μέχρι τις 10 Αυγούστου θα ακολουθούσε και η προσάρτηση της Ανατολικής Θράκης, αλλά και επίσημα των νησιών του Αιγαίου, τα οποία ήδη κατείχε η Ελλάδα από τους Βαλκανικούς. Επίσης ο Βενιζέλος είχε έρθει και σε μυστική συμφωνία με την Ιταλία (Σύμφωνο Βενιζέλου - Τιττόνι), αν και η συμφωνία αναιρέθηκε από την Ιταλία το καλοκαίρι του 1920.


Παράλληλα με τις επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας και του ελληνικού στρατού, στο τουρκικό στρατόπεδο επικρατούσε εμφύλια διαμάχη μεταξύ της στρατιωτικής και πολιτικής εξουσίας. Ο Κεμάλ Ατατούρκ είχε επαναστατήσει κατά του σουλτάνου Μωάμεθ ΣΤ΄ και είχε συγκροτήσει, με τη σύμφωνη γνώμη της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, κυβέρνηση. Μια από τις πρώτες του κινήσεις ήταν η μεταφορά της πρωτεύουσας από την Κωνσταντινούπολη, η οποία είχε καταληφθεί από τα συμμαχικά στρατεύματα, στην Άγκυρα. Από εκεί ο Ατατούρκ οργάνωσε συστηματικότερα την αντεπίθεση του προς δυτικά (Έλληνες) και ανατολικά (Αρμένιους). Επιπλέον είχε καταφέρει να υπογράψει συμφωνίες με τη Σοβιετική Ένωση, και αργότερα μυστικά με Γαλλία και Ιταλία, έτσι ώστε να ισχυροποιήσει τη θέση του.

https://el.wikipedia.org/