Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΜΥΡΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΜΥΡΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2023

ΣΜΥΡΝΗ Γενική συνέλευση ΟΗΕ, Νοέμβριος 1957, ομιλεί ο υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Αβέρωφ:

 https://www.imerisia-ver.gr/

Ο… «συνωστισμός» στη Σμύρνη δεν ξεκίνησε επί Ρεπούση

20 Μαΐ 2021 ..

Ο… «συνωστισμός» στη Σμύρνη δεν ξεκίνησε επί Ρεπούση

28 Ιουνίου 1922. Η απαγκίστρωση από τη Μικρά Ασία λαμβάνει σάρκα και οστά ως σενάριο στα κυβερνητικά και στρατιωτικά κλιμάκια. Η κυβέρνηση Γούναρη θεσπίζει νόμο, με τον οποίο απαγορεύτηκε η...έξοδος του ελληνικού πληθυσμού από τη Μικρά Ασία, με αυστηρότατες πειθαρχικές και χρηματικές ποινές! Ακόμα και μετά την κατάρρευση του μετώπου που άρχισε στις 30 Αυγούστου, οι αρχές προσπαθούσαν να αποκρύψουν την είδηση από τον ελληνικό πληθυσμό και να αποτρέψουν τη φυγή του.



Υπάρχουν καταγγελίες κατά των ελληνικών αρχών της Σμύρνης, για βίαιη παρεμπόδιση αναχώρησης Ελλήνων της Ιωνίας, λίγες μόνο ημέρες πριν την είσοδο του τουρκικού στρατού στην πόλη!


- Γενική συνέλευση ΟΗΕ, Νοέμβριος 1957, ομιλεί ο υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Αβέρωφ: 

- Ο πόλεμος αυτός (αναφέρεται στη Μικρασιατική Εκστρατεία) έγινε διότι προσεκλήθη μεν όπως συμμετάσχομεν εις αυτόν υπό της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, αι οποίαι, δυνάμει της Συνθήκης των Σεβρών, εισέβαλον εις την Μικράν Ασίαν και εκάλεσαν την Ελλάδα εις την ακτήν, την οποία όντως κατέλαβαν…*Πρέπει να αναγνωρίσομεν ότι η Τουρκία απήντησε με μίαν υπερηφάνειαν και μία γενναιότητα, η οποία της έδωσε την εθνική της ανεξαρτησίαν".*

- Οι σφαγές των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, προσδίδουν, κατά τον Αβέρωφ....περηφάνια και γενναιότητα στους Τούρκους. Δυστυχώς η ιστορία της νεότερης Ελλάδας δεν θα διδαχθεί στα παιδιά μας. Ειδικά της μετεμφυλιακής Ελλάδας, όταν οι κυβερνήσεις που προσεχώρησαν στο ΝΑΤΟ, ασχολούνται με τον από Βορρά κίνδυνο, διανύοντας περίοδο...μέλιτος με τους "συμμάχους" Τούρκους, απαγορεύοντας ακόμη και εκδηλώσεις για την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου, για να μην προκληθεί η γείτων χώρα των σφαγέων του Κεμάλ και των απογόνων του. Και φυσικά τα παιδιά μας δεν θα διδαχθούν ποτέ μια άλλη προδοσία, αυτή της Κύπρου, αφού οι φάκελοι της παραμένουν ακόμη στα συρτάρια των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων. Ο "συνωστισμός" στη Σμύρνη λοιπόν και η "βαρηκοΐα" του ελληνικού κράτους για τη μικρασιατική-ποντιακή γενοκτονία δεν ξεκίνησε από τη Ρεπούση!


Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

Σεπτεμβριανά – 6 Σεπτεμβρίου 1955: Το πογκρόμ των Τούρκων κατά των Ελλήνων της Πόλης .

https://focustonevro.gr/

- Σαν σήμερα, στις 6 Σεπτεμβρίου του 1955, ξεσπά στην Κωνσταντινούπολη το πογκρόμ των Τούρκων κατά των Ελλήνων, με αφορμή την προβοκάτσια στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη.

- Μέσα σε εννέα ώρες καταστρέφονται 4.500 ελληνικά καταστήματα, 1.000 σπίτια, 73 εκκλησίες και 37 σχολεία. Είναι η αρχή του τέλους για τον ελληνισμό της Πόλης. Αποτέλεσμα, οι 100.000 Έλληνες που ζούσαν εκείνη την περίοδο στην Πόλη να συρρικνωθούν σταδιακά και σήμερα μόλις και μετά βίας να ξεπερνούν τις 2.000.

- Η αφορμή για το πογκρόμ κατά του ελληνισμού της Πόλης δόθηκε με την έκρηξη ενός αυτοσχέδιου μηχανισμού στο τουρκικό προξενείο της Θεσσαλονίκης που στεγαζόταν και στεγάζεται και σήμερα στο σπίτι όπου γεννήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο ιδρυτής του σύγχρονου τουρκικού κράτους. Ως δράστης συνελήφθη από τις ελληνικές αρχές ο Οκτάι Εγκίν, ένας μουσουλμάνος σπουδαστής από την Κομοτηνή, που αργότερα περιεβλήθη το φωτοστέφανο του ήρωα. Τιμήθηκε στην Τουρκία και διορίστηκε κυβερνήτης σε επαρχία. Χρόνια αργότερα σε μία συνέντευξή του στην «Ελευθεροτυπία» αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με το συμβάν και θεώρησε τον εαυτό του θύμα των ελληνικών αρχών.

- Η προπαγάνδα των τουρκικών εφημερίδων και η δημοσίευση μιας σειράς από παραποιημένες φωτογραφίες του συμβάντος προκάλεσαν «αυθόρμητες» διαδηλώσεις στην πλατεία Ταξίμ το απόγευμα της ίδιας μέρας.


Στις 5 το απόγευμα το μαινόμενο πλήθος των 50.000 ατόμων στράφηκε κατά των ελληνικών περιουσιών στη συνοικία Πέραν. Οι λεηλασίες κράτησαν μέχρι τις πρωινές ώρες της 7ης Σεπτεμβρίου, όταν επενέβη ο στρατός, καθώς η κατάσταση κινδύνευε να τεθεί εκτός ελέγχου. Μέχρι τότε οι αρχές παρέμειναν απαθείς, όταν δεν διευκόλυναν τους πλιατσικολόγους στο έργο. Ο μηχανισμός του Δημοκρατικού Κόμματος, που ήλεγχε τα συνδικάτα, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στα έκτροπα.


Μεγάλος αριθμός διαδηλωτών μεταφέρθηκε από τη Δυτική Μικρά Ασία δωρεάν, αντί αμοιβής 6 δολαρίων, που ουδέποτε τους δόθηκε. 4.000 ταξί τούς μετέφεραν στον χώρο των ταραχών, ενώ φορτηγά του δήμου της Κωνσταντινούπολης είχαν αναπτυχθεί σε επίκαιρα σημεία της Πόλης, φορτωμένα με τσεκούρια, φτυάρια, ρόπαλα, αξίνες, σφυριά, σιδερένιους λοστούς και μπιτόνια βενζίνης, απαραίτητα σύνεργα για τον όχλο των επιδρομέων που επέπεσε επί των ελληνικών καταστημάτων με τα συνθήματα «Θάνατος στους γκιαούρηδες», «Σπάστε, γκρεμίστε, είναι γκιαούρης», «Σφάξτε τους Έλληνες προδότες», «Κάτω η Ευρώπη» και «Εμπρός να βαδίσουμε κατά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης». Την οργή του όχλου δεν γλίτωσαν και κάποια καταστήματα αρμενικής και εβραϊκής ιδιοκτησίας.


Άνδρες και γυναίκες βιάστηκαν και σύμφωνα με τη μαρτυρία του γνωστού Τούρκου συγγραφέα Αζίζ Νεσίν πολλοί ιερείς εξαναγκάστηκαν να υποστούν περιτομή, με θύμα έναν Αρμένιο παπά. 16 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους και 32 τραυματίστηκαν.


ΠΟΓΚΡΟΜ -Δεν ξεχνάμε: 68 χρόνια από το φονικό πογκρόμ στον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης.

 https://www.huffingtonpost.gr/

Το χρονικό ενός αδίστακτου, οργανωμένου και φονικού πογκρόμ εναντίον του Ελληνισμού της Πόλης

Λεωνίδας Κουμάκης

  Λεωνίδας Κουμάκης, Αρθρογράφος

Νομικός, Συγγραφέας. Μέλος του International Hellenic Association (IHA)

06/09/2023


«Οι εκδηλώσεις αυτές ήταν πολύ καλά οργανωμένη ενέργεια και ωφέλιμη για να καθαρίσει η χώρα μας από το Ελληνικό στοιχείο, που είναι ένας βραχνάς»


Ισμέτ Ινονού, Αρχηγός Τουρκικής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, 9 Σεπτεμβρίου 1955


***


«Τη νύχτα αυτή η Κωνσταντινούπολη μετατράπηκε σε τόπο της Αποκάλυψης. Δεν υπάρχουν λέξεις, ούτε συγκρίσεις που να μπορούν να δώσουν μια εικόνα της φρίκης»


Ελβετική Εφημερίδα Α-Ζ, 15 Σεπτεμβρίου 1955


***


«Έφθασα στην Ισταμπούλ στις δύο το πρωί της περασμένης Πέμπτης (8 Σεπτεμβρίου) και βρέθηκα μπροστά σε ένα θέαμα το οποίο μπορώ τίμια να πω πως ήταν χειρότερο από οτιδήποτε είδα κατά την διάρκεια του «Βlitz», των (Γερμανικών) αεροπορικών επιθέσεων κατά του Λονδίνου»


Noel Βarber , ανταποκριτής της Daily Mail


Τον Απρίλιο του 1955 η Κύπρος ήταν αποικία της Βρετανίας – το 1878 την απέκτησε από την οθωμανική αυτοκρατορία η οποία την είχε υποδουλώσει το 1571.


Την εποχή εκείνη ο Κυπριακός λαός διεκδικούσε επίμονα το δικαίωμα αυτοδιάθεσης που είχε παραχωρηθεί σε δεκάδες άλλους λαούς της πάλαι ποτέ Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Η βούληση του Κυπριακού λαού είχε ήδη εκφραστεί με το δημοψήφισμα του 1950, το οποίο οργάνωσε ο γηραιός Μητροπολίτης Κερύνειας Μακάριος ο Β’ και το αποτέλεσμα του οποίου ζητούσε, σε ποσοστό 95,7%, την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.


Η αποικιοκρατική Βρετανία δεν είχε καμιά διάθεση να εγκαταλείψει τις ανεκτίμητης γεωστρατηγικής αξίας βάσεις της στο αβύθιστο αεροπλανοφόρο της Μεσογείου. Από τον Ιούλιο μάλιστα του 1964, η κυνική, ύπουλη και πρόστυχη πολιτική της Βρετανίας στην Κύπρο διακηρύχτηκε πανηγυρικά όταν ο Υφυπουργός Αποικιών της Βρετανίας Χένρυ Χόπκινσον δήλωνε με τον πιο ωμό τρόπο στην Βρετανική Βουλή, πως η αρχή της αυτοδιάθεσης για την Κύπρο δεν θα εφαρμοστεί ποτέ.


Μπροστά την απόλυτη Βρετανική αδιαλλαξία, οι Κύπριοι αποφάσισαν να διεκδικήσουν δυναμικά το προφανέστατο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης τους, με τον ένοπλο επαναστατικό αγώνα που κήρυξε η ΕΟΚΑ την 1η Απριλίου 1955.


Ο αγώνας των Κυπρίων εξαπλώθηκε γρήγορα και όταν το αίτημα της αυτοδιάθεσης άρχισε να σαρώνει ολόκληρη την Κύπρο, η Βρετανία αφ΄ ενός μεν κατέφυγε σε κάθε σκληρό ή απάνθρωπο μέσο για να στραγγαλίσει την θέληση των Κυπρίων, αφ΄ ετέρου δε άρχισε να μηχανορραφεί σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά εδώ και ολόκληρους αιώνες: Διαίρει και Βασίλευε.


Έτσι, ενώ η Τουρκία είχε πανηγυρικά παραιτηθεί από οποιοδήποτε δικαίωμα στην Κύπρο με τα άρθρα 20 και 27 της Συνθήκης της Λωζάνης του 1923 (σχετικό «Κυπριακό: Ο εξευτελισμός της «νομιμότητας»), η Βρετανία όχι μόνο φρόντισε να την επαναφέρει σαν ισότιμο συνομιλητή στο αίτημα αυτοδιάθεσης της μεγαλονήσου οργανώνοντας στο Λονδίνο την τριμερή διάσκεψη για το Κυπριακό (Αύγουστος 1955), αλλά έκανε και επίμονες συστάσεις στους Τούρκους να δείξουν «αποφασιστικότητα».


Η Τουρκική βουλιμία δεν χρειαζόταν μεγαλύτερη ενθάρρυνση για να αφυπνιστεί. Ήταν η εποχή που οι Τούρκοι έψαχναν στον χάρτη να ανακαλύψουν που βρίσκεται η Κύπρος, όταν ξαφνικά ολόκληρη η Τουρκία πλημμύρισε με τις οργανώσεις «Η Κύπρος είναι Τουρκική» οι οποίες σε πολλές περιοχές στελεχωνόταν από μέλη του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος και χρηματοδοτούντο απλόχερα από την Τουρκική κυβέρνηση. Ο αρχηγός της οργάνωσης Χικμέτ Μπίλ, δημοσιογράφος της Χουριέτ που ανήκε στον στενό κύκλο του πρωθυπουργού Αντάν Μεντερές [1], αναδείχθηκε σε καταπληκτικό έμπορο του φανατισμού και του κιτρινισμού: Από 11.000 φύλλα ημερήσιας κυκλοφορίας, τα συνεχή, πύρινα ανθελληνικά άρθρα απογείωσαν τις πωλήσεις της εφημερίδας σε 600.000 φύλλα ημερησίως, δείχνοντας τον δρόμο και στον υπόλοιπο Τουρκικό Τύπο.


Η Τουρκική κυβέρνηση διέβλεψε, μέσα στο ανθελληνικό κλίμα που η ίδια δημιουργούσε, μια θαυμάσια ευκαιρία να ξεφορτωθεί τον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης τον οποίο από την επομένη της υπογραφής της Συνθήκης της Λοζάνης, θεωρούσε «βραχνά». Επί πλέον, τα μεγάλα προβλήματα υγείας του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξανδρου Παπάγου την εποχή εκείνη, σε συνδυασμό με την απροκάλυπτη και δραστήρια Βρετανική υποστήριξη, πρόσφεραν επιπρόσθετα πλεονεκτήματα στα τουρκικά σχέδια.


Οι συνεχείς προσπάθειες της Τουρκίας από το 1923 να «ξεφορτωθεί» τον Ελληνισμό που η ίδια συμφώνησε να κρατήσει στις αλησμόνητες πατρίδες, δεν είχαν φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα.


Ούτε η σταδιακή απαγόρευση άσκησης δεκάδων επαγγελμάτων ώστε να εξαναγκαστούν να φύγουν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, ούτε ο εμπρησμός που το 1928 αποτέφρωσε τα Ταταύλα, την πιο φημισμένη συνοικία του Ελληνισμού της Πόλης, ούτε η στρατολόγηση 20 ηλικιών χριστιανών και η αποστολή τους σε τάγματα καταναγκαστικής εργασίας το 1941 όταν η Ελλάδα πολεμούσε στο πλευρό των συμμάχων για τα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, ούτε το 1942 η επιβολή του αυθαίρετου, κατά την κρίση του κάθε εφόρου, έκτακτου φόρου περιουσίας στους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Πόλης, ούτε οι συνεχείς και ποικιλόμορφες διώξεις κατάφεραν να πετύχουν αυτό που επιζητούσαν επίμονα οι Τούρκοι επί ολόκληρες δεκαετίες.


Τώρα όμως υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για ένα μεθοδικό και αποφασιστικό χτύπημα.


Το σχέδιο της Τουρκικής κυβέρνησης καταστρώθηκε προσεκτικά υπό την υψηλή εποπτεία των Βρετανών και τέθηκε σε εφαρμογή τα μεσάνυχτα της 6ης προς την 7η Σεπτεμβρίου 1955:


Ο Χασάν Μεχμέτογλου, φύλακας του χώρου στον οποίο βρίσκονται τόσο το σπίτι που οι Τούρκοι θεωρούν πως γεννήθηκε ο Μουσταφά Κεμάλ, όσο και το Τουρκικό Προξενείο στην Θεσσαλονίκη, τοποθετεί ένα εκρηκτικό μηχανισμό μικρής ισχύος τον οποίο παρέλαβε από τον τότε φοιτητή, Έλληνα πολίτη, μουσουλμάνο το θρήσκευμα, Οκτάι Εγκίν [2], γιό παλαιού βουλευτή Ροδόπης του Ελληνικού κοινοβουλίου. Ο μηχανισμός εκρήγνυται προκαλώντας το σπάσιμο μερικών τζαμιών χωρίς καμιά άλλη σοβαρή ζημιά.


Στις 6 το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 άρχισαν να συγκεντρώνονται στην κεντρική πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης εκατοντάδες αστυνομικοί με πολιτικά, μέλη του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος, οργανωμένοι φοιτητές και απλοί πολίτες εντεταγμένοι στο Βαθύ Κράτος της Τουρκίας, ειδοποιημένοι μέσα από τα αμέτρητα τζαμιά της Κωνσταντινούπολης.


Την ώρα της συγκέντρωσης άρχισε να διανέμεται στους συγκεντρωμένους το έκτακτο παράρτημα της εφημερίδας «Istanbul Express» με τεράστιους τίτλους παραπληροφόρησης: «Καταστράφηκε το σπίτι του πατέρα μας με βόμβα» ενώ το κείμενο περιέγραφε μια φανταστική καταστροφή του υποτιθέμενου σπιτιού του Μουσταφά Κεμάλ και του Τουρκικού Προξενείου στην Θεσσαλονίκη, από τους «κακούς Έλληνες».


Η κυκλοφορία της εφημερίδας ήταν το σύνθημα της εκκίνησης ενός αδίστακτου, οργανωμένου και φονικού πογκρόμ εναντίον του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης.


Στους γύρω δρόμους της πλατείας Ταξίμ, από τα σταθμευμένα στρατιωτικά αυτοκίνητα και άλλα τροχοφόρα, άρχισαν να κατεβαίνουν άτομα του Τουρκικού υπόκοσμου μαζί με Λαζούς, Τσέτες και Κούρδους που είχαν μεταφερθεί από τα βάθη της Ανατολής για να συμμετέχουν στο πλιάτσικο. Όλοι κρατούσαν σιδερένιους λοστούς, ρόπαλα, μαχαίρια και διαρρηκτικά εργαλεία. Οι οπλισμένες ομάδες ενώθηκαν με τους συγκεντρωμένους διαδηλωτές σε ένα τεράστιο ποτάμι εκατό περίπου χιλιάδων ανθρώπων και ξεχύθηκαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης. Ακολούθησαν ώρες πραγματικής κόλασης.


Τα συνθήματα «Yikin, Kirin, Giavourdur» (Σπάστε, Γκρεμίστε, είναι Γκιαούρης) και «Kahrolsun Giavourlar» (Ανάθεμα στους Γκιαούρηδες) άρχισαν να δονούν την ατμόσφαιρα και ένα μέρος του όχλου κινήθηκε στην Λεωφόρο του περίφημου Πέρα με τα 700 περίπου καταστήματα, το συντριπτικό ποσοστό των οποίων ανήκε στους Έλληνες. Από τους πρώτους στόχους που δέχτηκε την επίθεση του παθιασμένου όχλου είναι το καφενείο «Επτάλοφος» στην πλατεία Ταξίμ. Τζάμια, τραπέζια, μπουφέδες γίνονται συντρίμμια και η γιγαντιαία επιδρομή αρχίζει.


Οι οργανωμένοι διαδηλωτές είναι χωρισμένοι σε τρείς ομάδες. Η πρώτη ομάδα σπάει με λοστούς τα ρολά, τις πόρτες και τα τζάμια των καταστημάτων. Η δεύτερη αρπάζει και σκορπάει στους δρόμους τα εμπορεύματα και η τρίτη καταστρέφει και λεηλατεί. Εκατό περίπου οργανωμένες ομάδες εκτελούν το φρικιαστικό τους έργο σε μια τεράστια έκταση από τον Βόσπορο έως την θάλασσα του Μαρμαρά. Τα Ελληνικά σπίτια και καταστήματα είχαν σημαδευτεί με ευδιάκριτα σήματα από τις προηγούμενες μέρες και οι επικεφαλής των διαδηλωτών, με καταλόγους στα χέρια τους, καθοδηγούν τον όχλο.


Πρόκειται για ένα οργανωμένο τυφώνα που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα του. Τριάντα επτά νεκροί [3], εκατοντάδες τραυματίες, περισσότεροι από διακόσιοι βιασμοί και κακοποίηση δεκάδων κληρικών, υπήρξαν τα ανθρώπινα θύματα του οργανωμένου τυφώνα.


Κατά το πολύωρο πογκρόμ, λεηλατούνται και παραδίδονται στις φλόγες 73 Ελληνικές εκκλησίες. Καταστρέφονται εικόνες, αγιογραφίες και σκεύη ανεκτίμητης ιστορικής αξίας.


Καταστρέφονται ολοσχερώς και τα 26 Ελληνικά σχολεία και οι πίνακες γραμμένοι με το τελευταίο μάθημα της μέρας, σκορπάνε στους δρόμους. Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, η Μεγάλη του Γένους Σχολή και το Ζάππειο Λύκειο δέχονται την επίθεση του όχλου με απίστευτη μανία.


- 4.359 Ελληνικά καταστήματα ή επιχειρήσεις και 3.500 χριστιανικά σπίτια καταστρέφονται, λεηλατούνται, πυρπολούνται ή παραδίδονται στο μένος του όχλου. [4]


Ρημάζονται κυριολεκτικά και καταστρέφονται τα πιεστήρια και τα γραφεία και των τριών ομογενειακών εφημερίδων της Κωνσταντινούπολης, 21 Ελληνικά εργοστάσια καταστρέφονται ολοκληρωτικά και σε όσα βρίσκονται κοντά στα παράλια του Βοσπόρου, οι μηχανές και τα εργαλεία τους πετιούνται στη θάλασσα.


Τουλάχιστον 110 Ελληνικά εστιατόρια και ξενοδοχεία καταστρέφονται, λεηλατούνται και παραδίδονται στις φλόγες.


Οι Πατριαρχικοί Τάφοι και τα σκηνώματα των μεγάλων ευεργετών τα οποία από το 1850 τοποθετούνται στον αυλόγυρο της Ιεράς Μονής της Ζωοδόχου Πηγής, δέχονται την επίθεση του όχλου που με κανιβαλική μανία σπάει τους τάφους, ξεθάβει οστά νεκρών και τα σκορπάει στους δρόμους.


Στο μεγάλο Ελληνικό νεκροταφείο του Σισλί ομάδα διαδηλωτών επί ώρες καταστρέφει τάφους, σταυρούς, σκάβει τους πιο πρόσφατους μαχαιρώνοντας και τεμαχίζοντας πτώματα.


Όταν οι οργανωμένες ομάδες του Τουρκικού όχλου ολοκλήρωσαν το μακάβριο έργο τους, η Τουρκική κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόμο και με την συνήθη υποκριτική άνεση των Τούρκων κατηγόρησε τους ανύπαρκτους τότε στην Τουρκία κομμουνιστές, πως ήταν οι υπεύθυνοι για τα γεγονότα.


Ακόμα και στις μέρες μας, η Τουρκία με την διαχρονική υποκριτική της συνήθεια, ψεύδεται σε όλους τους Διεθνείς Οργανισμούς πως ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης συρρικνώθηκε (από 120.000 που συμφωνήθηκε το 1923, σήμερα υπάρχουν μερικές χιλιάδες που μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού) επειδή … «έφυγε οικειοθελώς» από τις εστίες του αναζητώντας σε άλλα μέρη μια καλύτερη ζωή, όπως ακριβώς κάνουν όλοι οι οικονομικοί μετανάστες!


Επίλογος

Σαν επίλογο, ας θυμηθούμε ένα σύντομο κείμενο του Ακαδημαϊκού και συγγραφέα Ηλία Βενέζη (1904-1973) με τίτλο «Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 1955», γραμμένο την επομένη των γεγονότων και δημοσιευμένο στην Νέα Εστία στις 15/9/1955 (Τεύχος 677, σελίδα 1184):


Οι απίστευτες βαρβαρότητες του όχλου της αντίπερα όχθης του Αιγαίου εναντίον του ελληνισμού και της χριστιανοσύνης ξυπνούνε σε τούτο εδώ το έθνος μνήμη ανατριχιαστική. Η Ελλάδα ξαναθυμάται τις μέρες του 1922, -τις μέρες που ήταν φλόγες, και κραυγή θηρίου, και αίμα και κοπάδια κυνηγημένων, ξεριζωμένων ανθρώπων, γυναικών και παιδιών και γερόντων. Είχαμε πάρει τότε τους εφέστιους θεούς μας και ξεκινήσαμε γυμνοί απ΄ την Ανατολή, αφήνοντας τη γη και τα κόκαλα των πατέρων μας. Και είπαμε να ριζώσουμε στη γη της Ελλάδας και να ξεχάσουμε.


Βάζουμε το χέρι στην καρδιά πως κάναμε το καθετί για να ξεχάσουμε. Στα βιβλία που γράφαμε, όσα δένονταν με το δράμα του 22, κοιτάζαμε να βλέπουμε όσο γίνεται λιγότερο το θηρίο της Ασίας, όσο γίνεται λιγώτερο τον «εχθρό». Ανιχνεύαμε να βρούμε τον άνθρωπο, να τα εξηγήσουμε όλα με τη μοίρα του, να βρούμε μια δικαίωση εκεί που μονάχα το ένστικτο του θηρίου και το πάθος έδιναν τη σωστή εξήγηση και ερμηνεία στα γεγονότα. Προχωρήσαμε ακόμα πιο πολύ. Είπαμε να ξεχάσουμε την Ιστορία – εμείς, ένας λαός που έχει ανάγκη ν΄ακουμπά στην Ιστορία. Και αλλάξαμε τον τόνο των βιβλίων που δίδασκαν στα παιδιά μας. Αμβλύναμε τις σκληρές γραμμές, τα μαρτύρια του Γένους στον καιρό του 1821 και στους μετέπειτα καιρούς, φτάσαμε ακόμα να σβήνουμε περιστατικά, ονόματα, θηριωδίες. Όλα αυτά, ίσως συναντηθούμε με την αντίπερα χώρα, ίσως επιτέλους γίνουμε φίλοι.


Οι μέρες του Σεπτεμβρίου του 1955 μας γυρίζουν στις μέρες του 1922. Βλέπουμε τώρα πως είχαμε λάθος λέγοντας πως απ΄ τη μια στιγμή στην άλλη το θηρίο γίνεται άνθρωπος. Όχι, φαίνεται πως δεν γίνεται. Γι΄ αυτό από τη σκοπιά τούτη εδώ που εκφράζει το ελληνικό πνεύμα, θέλουμε να πούμε την πικρία μας γιατί απατηθήκαμε.


Θα πρέπει τώρα να ξανακοιτάξουμε τον εαυτό μας. Δε θ΄αποφασίσουμε να διδάξουμε τώρα στα παιδιά μας το μίσος. Αλλά θ΄ αποφασίσουμε πως το χρέος μας, ως Ελλήνων συγγραφέων, είναι αυτό: να ξαναθυμηθούμε πάλι, να μην πάψουμε να θυμόμαστε, να μάθουμε στα παιδιά μας να θυμούνται.[5]

___________________________________________________________


*1 Ο Αντάν Μεντερές ανατράπηκε από στρατιωτικό πραξικόπημα το 1960 και απαγχονίστηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1961 για πλήθος σκανδάλων και αποκρουστικών πράξεων – μεταξύ των οποίων και τα Σεπτεμβριανά, όχι βέβαια για την οργάνωση ή την εκτέλεση των γεγονότων, αλλά γιατί ο τρόπος με τον οποίο έγιναν είχε σαν αποτέλεσμα την διεθνή δυσφήμιση της Τουρκίας!



KEYSTONE-FRANCE VIA GETTY IMAGES

*2 Ο Οκτάι Ενγκίν το 1956 διέφυγε στην Τουρκία όπου υπηρέτησε στην Τουρκική ΜΙΤ και αργότερα έγινε Νομάρχης της πόλης Nevşehir.


*3 Ο αριθμός των νεκρών του πογκρόμ ήταν σχετικά μικρός (37 νεκροί σύμφωνα με τον «κατάλογο νεκρών» που συνέταξε ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης, στην σελίδα 677 του μνημειώδους έργου του «Ο Μηχανισμός της καταστροφής», εκδόσεις Εστία, 2007) επειδή είχαν δοθεί ρητές εντολές να αποφευχθεί η αιματοχυσία ώστε να μην καταγγελθεί η τουρκική κυβέρνηση σαν ανεχόμενη σφαγές πολιτών της.


*4 «Ο Μηχανισμός της καταστροφής» Καθηγητή Σπύρου Βρυώνη, σελίδες 299 και 313.


*5 Η υπογράμμιση είναι δική μας.

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2022

Εκείνοι που έζησαν τον θάνατο... Αλλά και άνθρωποι απλοί – μάρτυρες του κακού εκείνων των ημερών κατέθεσαν τις μνήμες τους και η Ιστορία σιωπηλή τις κατέγραψε…

Νίκος Τζιανίδης
Συντάκτης-Αρθρογράφος


 Το κεφάλι το τσιμπολογούσαν οι κότες

Μαρτυρία Αλέξη Αλεξίου από τη Σμύρνη: Λίγο αριστερά από το δρόμο κι έξω από ένα κέντρο είδα ένα πτώμα ανάσκελα, αποκεφαλισμένο, ντυμένο μόνο μ’ ένα πουκάμισο και μαύρο πανταλόνι· το κεφάλι λίγο πιο πέρα από το σώμα, το τσιμπολογούσαν οι κότες που βόσκαν αδέσποτες. Μια άλλη κότα ήταν ανεβασμένη στο στήθος του πτώματος και τσιμπολογούσε τον κομμένο λαιμό. Σε κάτι τραπέζια, που ήταν παρά κάτω ήταν πεταμένα δυο ή τρία πτώματα. 


Σε μια στιγμή δεν πιστεύαμε στα μάτια μας· γυναίκες πολλές μια σειρά ατέλειωτη από το μπουλούκι που ερχόταν από το Κορδελιό, σπρώχνοντάς η μια την άλλη και σκύφτοντας, τραβούσαν κατά τους ψηλούς βράχους, εκεί στα Πετρωτά. Ώσπου να το καλοκαταλάβεις, πηδούσαν και χάνονταν μέσα στη θάλασσα. Πολλές από αυτές κρατούσαν αγκαλιά και τα μωράκια τους. Πλάι τους πάνω από τα κεφάλια τους, ήταν οι Τσέτες, έτοιμοι να τις ντροπιάσουν και ήθελαν να γλυτώσουν από τα χέρια τους, να πέσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα γινόταν στο γκρεμό, να χαθούνε.


Τα λίπη από το πτώμα στο στόμα μας

Μαρτυρία Παναγιώτη Μαρσέλου από τη Σμύρνη: Μόλις πήγε ο κόσμος στη βρύση να πιει λίγο νερό, έβαλαν οι Τούρκοι το πολυβόλο και να σκοτώνουν γραμμή. Εγώ βλέποντας αυτό, κατεβαίνω στο ποτάμι και πάω σε μια γούβα που είχε νερό μέσα, αλλά κι ένα ελληνικό πτώμα που από την πολυκαιρία είχε πρηστεί κι είχε σαπίσει. Ωστόσο δεν άντεχα τη δίψα· ήπια και γέμισα ένα καπέλο και το πήγα στον αδελφό μου. Ήπιε κι εκείνος, και τα λίπη από το σπασμένο πτώμα κολλούσαν στα χείλη μας!


Μια ματωμένη φωτογραφία

Μαρτυρία Θεοδώρας Κοντού από τα Κριτζαλιά: Η μάνα μου δεν πέθανε την ίδια ώρα σαν τους άλλους. Της είχαν χύσει τα έντερα, την είχαν περιχύσει τα αίματα κι εκείνη με αρμήνευε και μου ΄λεγε: «Παιδάκι μου, άμα δεις τα σκούρα να πέσεις στη θάλασσα».  Έβγαλε και από την τσέπη της και μου ΄δωσε το πορτοφόλι της και μια φωτογραφία περιχυμένη στα αίματα· την έχω ακόμη…


Ποιος είπε φύγε;

Μαρτυρία Λάμπρου Λαμπρικίδη από τα Βουρλά: Ήτο Παρασκευή απόγευμα, έφαγα κι εκοιμήθηκα. Κοιμώμενος ήκουσα μια φωνή να λέει: «Φύγε». Σηκώθηκα και ρώτησα: «Ποιος φώναξε, μητέρα, φύγε;». Κανένας παιδί μου, μου είπε η μάνα μου. Σαν συνήλθα λίγο, σκέφτηκα πως αυτός ήτο ο καλός μου άγγελος που με ειδοποιούσε να φύγω. Γυρίζω τότε και λέω στη μητέρα μου: «Αύριο φεύγομε άνευ άλλης ειδοποιήσεως. Μαζί σας δεν θα πάρετε τίποτα πλην τα κοσμήματά σας. Από τον Τσεσμέ όσοι δεν πρόλαβαν να φύγουν, τους έσφαξαν οι Τούρκοι. Αι οιμωγαί από τη σφαγή ηκούοντο στη Χίο.


23.jpg23.jpg

Το πρώτο παιδάκι το κλάψαμε και το θάψαμε…

Μαρτυρία Γιώργου Γρηγορίου από το Μπουγιουκλή: Στο δρόμο βρήκαμε ένα παιδάκι πεθαμένο. Πρησμένο και μελανιασμένο ήτανε, σε κακό χάλι. Ρωμιόπουλο ήτανε. Το κλάψαμε και σκάψαμε ένα λάκκο και το θάψαμε… Την άλλη μέρα στο δρόμο μας βρήκαμε κι άλλο παιδάκι πεθαμένο – ήτανε δεν ήτανε δέκα χρονών – και πιο κάτω άλλο και πιο κάτω άλλο. Πόσα απαντήσαμε κι εγώ δεν ξέρω. Το πρώτο το κλάψαμε, το θάψαμε· και το δεύτερο το ίδιο. Ύστερα όμως τα παρατούσαμε έτσι στη μέση του δρόμου, άκλαφτα και άθαφτα, Ούτε ένα κλαδάκι δεν ρίχναμε επάνω τους να τα σκεπάσουμε. Βλακεία κι απομωρία και κτηνωδία πέφτει στον άνθρωπο άμα δυστυχήσει πολύ. Κτηνώδεις πράξεις κάνει χωρίς να το καταλαβαίνει.


«Παππού σώσε με…»

Μαρτυρία του Αναστάση Χαρανή από το Γκερένκιοϊ: Οι γονείς μου μείνανε στις Φώκιες, Από κει τους πήρανε οι Τούρκοι μαζί μ’ άλλους Φωκιανούς, Γκερενκιοΐτες και Σερεκιοΐτες, και τους πήγανε στο εσωτερικό. Την άλλη μέρα διαλέξανε οι Τούρκοι τα καλύτερα κορίτσια κι οργιάσανε. Πήρανε και την ανηψιά μου. «Παππού», φώναζε αυτή, «...σώσε με»! Ο πατέρας μου δάκρυσε, όταν την άκουσε να φωνάζει. Αυτός που άλλοτε ήταν πανίσχυρος δεν μπορούσε να τη βοηθήσει. Απ’ όλη την οικογένεια μου εγώ γλύτωσα. Τους γονείς μου, τρία αδέλφια και πέντε ανήψια, όλους τους σφάξανε οι Τούρκοι.


Ούτε πόρτα ούτε παραθύρι!

Μαρτυρία Μαρίας Μπιρμπίλη από το Γιατζηλάρι: Μπήκαμε σ’ ένα καΐκι, μαζί και λίγοι χωριανοί, και βγήκαμε στη Χίο. Στην αρχή μείναμε στο λιμάνι. Χάμω στα χώματα κοιμόμαστε. Παίρνουμε τα έχοντά μας στον ώμο και τραβούμε νότια και πάμε σ’ ένα περιβόλι. Ο νοικοκύρης μας διώχνει, φοβήθηκε μη φάμε τα μανταρίνια. Πάμε σ’ έναν ελιώνα. Μας διώχνουν κι από κει. Εμείς δεν φύγαμε. Κερατά, του λέει ο άντρας μου, εμείς είμαστε διωγμένοι πού θες να πάμε; Κάναμε σπιτάκια με τσι πέτρες, σαν τα παιδιά, και κάτσαμε. Ένα μήνα μείναμε στη Χίο, ούτε παράθυρο ούτε πόρτα χιώτικη είδαμε ανοιχτή.

aleppo_greeks_loc_1.jpgaleppo_greeks_loc_1.jpg

Πλήρωναν να τους κρεμάσουν

Μαρτυρία Θεόδωρου Λουκίδη από την Τσομπανησιά: Καθώς τους περνούσαν από τα τούρκικα χωριά οι Τούρκοι δίναν λεφτά για να αγοράσουν έναν αιχμάλωτο μόνο και μόνο για να τον σκοτώσουν και να εκδικηθούνε. Μεταξύ των πολλών που πήραν με τον τρόπο αυτό, έναν τον πήγε ο αφέντης του στο χωράφι. Εκεί φύτρωνε μια γκορτζιά. Έδεσε ένα σκοινί κι ετοιμαζόταν να τον κρεμάσει. Μαζεύτηκαν κι άλλοι χωριανοί για να ευχαριστηθούνε με το θέαμα… Την ώρα που ετοίμαζε τη θελιά, πήγε κι ένας γείτονας και του λέει: «Να σου δώσω είκοσι παγκανότες μου τον δίνεις; Να τον κρεμάσω εγώ στην αυλή μου, να κάνουν κι οι δικοί μου σεΐρι (χάζι); Στον δίνω. Έτσι τον πήρε ο άλλος για να τον κρεμάσει. Δεν το έκανε όμως· μόνο τον πήγε στο κτήμα του και του λέει: «Είδες τη θελιά; Ήταν για σένα. Ήσουν για τον άλλο κόσμο. Τώρα γλύτωσες. Είδα καλό από τους Χριστιανούς και θα το ανταποδώσω, Θα σε προστατεύσω». Του ΄δωσε ένα τσαπιστηράκι και του ΄πε: «Αν σε ρωτήσει κανείς να πεις ότι σκάβεις». Τελικά τόσο τον αγάπησε που ήθελε να τον κάνει γαμπρό του.


Χειρότερα κι από ζώα

Μαρτυρία Κοντού Κωνσταντίνας (από το αρχείο του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής Φθιώτιδας): Ένα άλλο που θυμάμαι ήταν οι κακές σχέσεις που είχαν οι ντόπιοι με τους πρόσφυγες. Μας φέρθηκαν χειρότερα κι από ζώα κι ας ήμασταν αδέρφια τους. Για κάθε κακό που γινόταν στη Στυλίδα εμάς τους πρόσφυγες κατηγορούσαν. Τα παιδιά των προσφύγων τα χτύπαγαν ,ενώ τα δικά τους τα φοβέριζαν ότι αν δεν ήταν φρόνιμα θα τα έδιναν στους πρόσφυγες να τα φάνε. Οι ντόπιοι μας φωνάζανε «τουρκόσπορους» και μας καίγανε στην καρδιά. Εμείς είχαμε ξεριζωθεί από την πατρίδα και οι ντόπιοι μας ξερίζωναν κι απ’ τον εαυτό μας. Το μίσος αυτό έμεινε για πολλά χρόνια. Το 1948 ο Δήμαρχος της Στυλίδας , διορισμένος, έκρινε σωστό να κλείσει με συρματόπλεγμα τον προσφυγικό συνοικισμό έξω από τη Στυλίδα για να μας πάρουν οι αντάρτες. Αλλά εμείς τρέχαμε να πάμε στους αντάρτες.

Γέμισε η προκυμαία πτώματα

Μαρτυρία Απόστολου Ρουκουνιώτη από το Αϊβαλί Μικράς Ασίας (από το αρχείο του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής Φθιώτιδας): Οι καπνοί ανεβαίνανε μέχρι τον ουρανό και ο κόσμος κατέβαινε στην παραλία για να βρει μέσον να φύγει, αλλά με τι να φύγει αφού όσα καΐκια ήταν στο λιμάνι φόρτωναν κόσμο και μικρά παιδιά. Οι βάρκες χωρούσαν 50 άτομα και έμπαιναν 100 για να γλυτώσουν οπότε και οι βάρκες βούλιαζαν επιτόπου. Είχε γεμίσει η προκυμαία πτώματα, παντού υπήρχε μια ολοκληρωμένη καταστροφή. Βλέποντας αυτά ο πατέρας μου τότε, φύγαμε με τη βάρκα που ήμασταν όλοι μέσα. Πήγαμε κι εγκατασταθήκαμε σ' ένα νησί που βρισκόταν ανάμεσα στο Αϊβαλί και τη Μυτιλήνη.

anatolia-west-epappas11.jpganatolia-west-epappas11.jpg

Γυρίζω και βλέπω τη μάνα μου πεθαμένη

Μαρτυρία Εριφύλης Σταματιάδου από το Κιόσκι: Μας κυνηγούσε η φωτιά και το βόλι του Τούρκου. Αλλοφροσύνη ήτανε, ο άνθρωπος έχανε τα λογικά του. Εκεί που τρέχαμε,  άκουσα πυροβολισμό πίσω μου και γυρίζω και βλέπω τη μάνα μου κάτω πεθαμένη. Το κορίτσι μου είδε μπρος στα μάτια του να σκοτώνουν τη γιαγιά του. Στα χέρια του μείνανε τα αίματα. Εγώ έτρεχα με το αγόρι μου. Λογικό δεν είχα πια! Ένας Τούρκος μ' άρπαξε το παιδί απ' τα χέρια και το ΄μπασε σ' ένα σπίτι. Τότες με έπιασε η μεγάλη τρέλα. Φώναζα, έκλαιγα, τραβούσα τα μαλλιά μου. Ποιος να δώσει προσοχή σ' εμένα! Όλοι χαμένοι ήτανε. Βρέθηκε ένας Τούρκος, Αλής, φίλος του αδελφού μου, και με είδε έτσι που ήμουνα· μπήκε αμέσως στο σπίτι, μίλησε, φώναξε, και έβγαλε το παιδί και μου το παράδωσε στα χέρια μου.


Πηγές: Η ΕΞΟΔΟΣ - ΤΟΜΟΣ Α’ – ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΑΡΧΙΕΣ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΛΙΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΣ- ΕΚΔ: ΚΕΝΤΡΟ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ - 1980.


- Αρχείο του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής Φθιώτιδας.

Μικρασιατική καταστροφή: Μαρτυρίες που συγκλονίζουν ακόμη, σχεδόν 100 χρόνια μετά

Νίκος Τζιανίδης
Συντάκτης-Αρθρογράφος


 Κοντεύουν 100 χρόνια από τη μεγάλη καταστροφή, από τον ξεριζωμό. Φαγώθηκε ένας αιώνας κι ακόμη η μνήμη στέκει κερί δίχως φιτίλι και σιγολιώνει στου χρόνου τις φωτιές

- Η γενιά που ‘ζησε το χαμό, πάει έφυγε. Οι επόμενες γενιές οφείλουν να μαθαίνουν από την Ιστορία, να θυμούνται από τις διηγήσεις και να κρίνουν αθώους και φταίχτες. Μικρασία 1922 και ο Ελληνισμός ξεριζώνεται, σφαγιάζεται, εξανδραποδίζεται. Ελλάδα 2020, έχει ηθική υποχρέωση τουλάχιστον να μην ξεχάσει.

-Η λογοτεχνική «μαρτυρία»

 - Πώς περιγράφουν λογοτέχνες μας τον αφανισμό των Ελλήνων από τα Μικρασιατικά παράλια. Η στιβαρή πέννα τους και ο φορτισμένος συναισθηματικός τους κόσμος απλώνονται στο χαρτί και ζωντανεύουν τις μέρες και τις νύχτες του χαλασμού. 


- Γιώργος Σεφέρης: Μη μου μιλάς για τ’ αηδόνι

- Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν. Έτυχε να ‘ναι τα χρόνια δίσεχτα·πολέμοι χαλασμοί ξενιτεμοί· κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά κάποτε δεν τα βρίσκει· το κυνήγι ήταν καλό στα χρόνια μου, πήραν πολλούς τα σκάγια οι άλλοι γυρίζουν ή τρελαίνονται στα καταφύγια. Μη μου μιλάς για τ’ αηδόνι μήτε για τον κορυδαλλό μήτε για τη μικρούλα σουσουράδα που γράφει νούμερα στο φως με την ουρά της· δεν ξέρω πολλά πράγματα από σπίτια ξέρω πως έχουν τη φυλή τους, τίποτε άλλο.


- Ηλίας Βενέζης: Περπατά και μετρά: Δυo κεφάλια…

Ένα πρωί μας παίρνουν καμιά εξηνταριά σκλάβους για μια μικρή αγγαρεία. Είναι λίγο όξω απ’ τη Μαγνησά. Δίπλα στις ράγιες του σιδηρόδρομου τελειώνει μια μεγάλη χαράδρα, ανάμεσα στο Σίπυλο. Τη λεν «Κιρτίκ-ντερέ». Μες σ’ αυτή τη χαράδρα λογάριαζαν πως θα σκοτώθηκαν ίσαμε σαράντα χιλιάδες χριστιανοί απ’ τη Σμύρνη κι απ’ τη Μαγνησά, αρσενικοί και θηλυκοί. Τις πρώτες μέρες της καταστροφής. Τα κορμιά λιώσανε το χειμώνα, και το νερό της χαράδρας που κατέβαινε από ψηλά έσπρωξε τα κουφάρια προς τα κάτω. Έτσι φτάξανε ίσαμε το δρόμο, στις ράγιες.


Ο Ντελλάρα σα θα ‘ρχόταν θα φούμερνε ένα πούρο. Μες στο «βαγκόν-λι». Θα κοίταζε απ’ το παραθυράκι όξω και θ’ αποθαύμαζε το τοπίον. Εκεί, άξαφνα, μπορούσε να προσέξει τα κουφάρια. Κεραμιδαριό η έκσταση! Λοιπόν η δουλειά μας όλη τη μέρα ήταν να σπρώξουμε τα κουφάρια, που ατάχτησαν, προς τα μέσα. Να μη φαίνουνται.

- Στην αρχή μας έκανε κακό να τα πιάνουμε με τα χέρια μας, αγκαλιές αγκαλιές, και να τα κουβαλούμε. Μα σε λίγες ώρες οι πρώτες εντυπώσεις είχαν περάσει. Οι σκλάβοι κάναν κι αστεία.

– Τι βαστάς; ρωτούσε ένας.

 - Ο άλλος κοιτάζει την αγκαλιά του. Περπατά και μετρά:

– Δυo κεφάλια. Πέντε καλάμια. Έξι χτένια.

- Αρσενικοί, για θηλυκοί;

– Σαν αρσενικοί μοιάζουν.

– Δεν ψούνισες καλά, σύντροφε!

– Γιατί;

- Ο άλλος δείχνει θριαμβευτικά τη δική του αγκαλιά:

– Κοίτα δω! Μια λεκάνη, δυο λεκάνες, τρεις λεκάνες! Και μοιάζει όλο γυναικείο πράμα….»

- Κοσμάς Πολίτης: Εκεί απόβαλε το γιο μας

Η Κατερίνα κάθισε στο κατώφλι. Πονάς; Δεν είναι τίποτα, κλοτσάει το μωρό. Άλλα κοπάδια ροβολούσανε στ' Αλάνι, βαμμένα κόκκινο πορτοκαλί, πότε γυρίζανε στο κίτρινο πότε στο βυσσινί, από τα σπίτια ολόγυρα στ' Αλάνι βγάζανε μόμπιλα και τα στοιβάζανε καταμεσής, σωροί σωροί, ανθρώποι χειρονομούσανε κι ανοιγοκλείνανε το στόμα τους μα δεν έβγαινε μιλιά, ούλα πνιμένα μέσα στο ρόχο της φωτιάς - και να, καθώς κοιτάζαμε, μια φλόγα ξεπήδησε από μια σκεπή, μιαν άλλη κείθε, μιαν άλλη δώθε, άρπαξε μια βελέντζα εδώ, ένα στρώμα εκεί, μια μπατανία, ένα κοφίνι, αφανοί του Αϊ-Γιάννη, κανένας δεν τους πήδαγε, ύστερα λαμπάδιασε το πεύκο του μπαξέ μας, πετάγονταν οι κουκουνάρες ίδιες φλογισμένα τοπία - μην τρέχεις, είπε η Κατερίνα, το παιδί - τη σήκωσα στα χέρια βαρεμένη πέντε μηνώ, σταμάτησα εκατό δρασκελιές πιο πέρα, στο χωραφάκι με το θερισμένο καλαμπόκι, την απόθεσα χάμω στην άλλη άκρη, πλαγιαστή, δε βαστάω πια, μου λέει, σφιγγότανε τρεμουλιαστά, με το μανίκι της νυχτικιάς μου σφούγγιζα τον ιδρώτα πάνω στο κούτελό της, βογγούσε, μούγγριζε, τρίζανε τα δόντια της, πονάω, πονάω κάτω από τον αφαλό, εκεί απόβαλε το γιο μας, ήτανε γιος, το 'δα στη φλόγα του σπιτιού, κι η σίχλια γης ρούφηξε ούλο της το αίμα… Παιδούλα, ονειρευότανε την ευτυχία η Κατερίνα.

Κοντεύουν 100 χρόνια από τη μεγάλη καταστροφή, από τον ξεριζωμό. Φαγώθηκε ένας αιώνας κι ακόμη η μνήμη στέκει κερί δίχως φιτίλι και σιγολιώνει στου χρόνου τις φωτιές Μικρασιατική καταστροφή: Μαρτυρίες που συγκλονίζουν ακόμη, σχεδόν 100 χρόνια μετά

Νίκος Τζιανίδης
Συντάκτης-Αρθρογράφος


 - Διδώ Σωτηρίου: Ανάθεμα στους αίτιους!

«…τόσα φαρμάκια, τόση συφορά κι εμένα ο νους να γυρίσει θέλει πίσω στα παλιά! Να‘ ταν, λέει, ψέμα όλα όσα περάσαμε και να γυρίζαμε τώρα δα στη γη μας, στους μπαξέδες μας, στα δάση μας με τις καρδερίνες, τις κάργες και τα πετροκοτσύφια, στα περιβολάκια μας με τις μαντζουράνες και τις ανθισμένες κερασιές, στα πανηγύρια μας με τις όμορφες… Αντάρτη του Κιορ Μεμέτ, χαιρέτα μου τη γη όπου μας γέννησε… Ας μη μας κρατάει κάκια που την ποτίσαμε με αίμα… Ανάθεμα στους αίτιους!»

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

Η Συνθήκη Της Λωζάνης…

Tο 1923, μετά το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο χωρών στη συνθήκη της Λωζάννης, πως οι μουσουλμάνοι της Ελλάδος έπρεπε να φύγουν και να πάνε στην Τουρκία και παράλληλα οι
Έλληνες Χριστιανοί Ορθόδοξοι της Μικράς Ασίας (Τουρκίας) στην Ελλάδα.
Η μόνη εξαίρεση ήταν οι Έλληνες της Πόλης και οι μουσουλμάνοι της Θράκης οι οποίοι μπορούσαν να παραμείνουν.

Σήμερα 93 χρόνια μετά από αυτή την συμφωνία οι μουσουλμάνοι της Θράκης και τζαμιά έχουν και δικαιώματα μειονότητας και ακόμα βουλευτές στη Βουλή των Ελλήνων.

Και πόσους Έλληνες άφησαν ζωντανούς οι σύμμαχοί μας Τούρκοι στην Πόλη;

1923

Έλληνες στην Πόλη – 110.000

Μουσουλμάνοι στην Ελλάδα – 100.600

2016
- Έλληνες στην Πόλη –1.200

Μουσουλμάνοι στην Ελλάδα – 172.000

Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2021

Σεπτέμβριος 1922: Μικρασιατική Καταστροφή και πολιτικές ζυμώσεις... ΕΛΛΑΔΑ .


04.09.2019

Ευάγγελος Χεκίμογλου

https://www.ethnos.gr/

Πολιτικές ζυμώσεις την επαύριον της Καταστροφής - Ο σχηματισμός της βραχύβιας κυβέρνησης Τριανταφυλλάκου, μετά την ήττα του ελληνικού στρατού και την αποχώρησή του από τη Μικρά Ασία (7 Σεπτεμβρίου 1922)

Στις αφηγήσεις για τη Μικρασιατική Καταστροφή, η κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου αναφέρεται λακωνικά, σαν μια παύλα ανάμεσα στην κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη και το κίνημα Πλαστήρα-Γονατά-Φωκά. Η κυβέρνηση αυτή αποτελέστηκε από τους ελάχιστους βασιλόφρονες πολιτικούς που ήταν διατεθειμένοι να χειριστούν τα συμφέροντα της χώρας στη χειρότερη στιγμή της ιστορίας της. Ή, από μία άλλη σκοπιά, από τους πολιτικούς που ο Κωνσταντίνος ήλπιζε ότι τα τον έσωζαν εκείνες τις ώρες. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου ήταν το τελικό προϊόν της αποσύνθεσης του αντιβενιζελικού στρατοπέδου, μιας αποσύνθεσης που είχε αρχίσει την επομένη της εκλογικής νίκης του, την 1η Νοεμβρίου 1920.

- Το αντιβενιζελικό στρατόπεδο δεν είχε άλλο ενωτικό στοιχείο πέρα από τον θρόνο. Οι τριβές μεταξύ των αρχηγών του είχαν ως αποτέλεσμα να υπονομεύεται ο κυριότερος ηγέτης τους, ο Δημήτριος Γούναρης. Στην ολέθρια εξωτερική πολιτική τους, προσδεμένη στο άρμα της Βρετανίας, δεν υπήρξαν ουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στους αντιβενιζελικούς πρωθυπουργούς. Ανεξάρτητα από τα πρόσωπα (Γούναρης, Καλογερόπουλος, Πρωτοπαπαδάκης) οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά την 1η Νοεμβρίου 1920 έχασαν όλες τις ευκαιρίες για διμερή συνεννόηση με την επαναστατική κυβέρνηση της Άγκυρας και έπεσαν σε όλες τις παγίδες της Βρετανίας, σκοπός της οποίας ήταν να απασχολεί ο ελληνικός στρατός τον τουρκικό, προκειμένου εκείνη να δράσει ανενόχλητη στη Μοσούλη.


Γούναρης - Αν και εκλέχτηκε με σωστή πολιτική πρόταση, στη συνέχει προσδέθηκε στο άρμα της Βρετανίας
Βασιλική επιλογή πρώτη: Καλογερόπουλος

- Φαίνεται ότι ήταν στο υπουργικό συμβούλιο της 24ης Αυγούστου 1922 όταν τα μέλη της κυβέρνησης Πρωτοπαπαδάκη (που είχε ορκιστεί στις 9 Μαΐου 1922) έλαβαν για πρώτη φορά πληροφόρηση τόσον επαρκή, ώστε να συνειδητοποιήσουν ότι μετά την τουρκική αντεπίθεση, το μικρασιατικό μέτωπο κατέρρεε και ότι ο στρατός είχε τραπεί σε φυγή προς τις ακτές. Την επομένη, 25 Αυγούστου (7 Σεπτεμβρίου με το νέο ημερολόγιο), η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη υπέβαλε την παραίτησή της «λόγω της επιδεινωθείσης γενικής καταστάσεως» προκειμένου να διευκολύνει την εφαρμογή «καλυτέρας λύσεως». Ποια θα ήταν αυτή η «καλυτέρα λύσις»; Ο βασιλιάς κάλεσε τον Νικόλαο Καλογερόπουλο και του ανέθεσε να σχηματίσει κυβέρνηση.

- Ο Καλογερόπουλος, 71 ετών, βουλευτής Ευβοίας, είχε διοριστεί για πρώτη φορά πρωθυπουργός σε μία ολιγοήμερη μεταβατική κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο του 1916. Ακολούθησε μια δεύτερη θητεία, διάρκειας οκτώ εβδομάδων, στις αρχές του 1921, όταν κλήθηκε να δράσει –σύμφωνα με τους επικριτές του- ως αχυράνθρωπος του Γούναρη, ο οποίος είχε περιοριστεί στο χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Στρατιωτικών. Ως άνθρωπος της εμπιστοσύνης των ανακτόρων, διαδραμάτισε ρόλο στην πολιτική σκηνή μετά την παλινόρθωσή του Κωνσταντίνου καταλαμβάνοντας προνομιακή θέση ανάμεσα στους αλληλοϋποβλεπόμενους βασιλόφρονες ηγέτες, όπως ο Δημήτριος Ράλλης, ο Νικόλαος Στράτος και ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης.

Βασιλική επιλογή δεύτερη: Τριανταφυλλάκος

- Ασφαλώς, ο Νικόλαος Τριανταφυλλάκος, 67 ετών τότε, βουλευτής Αρκαδίας που είχε χρηματίσει κατ’ επανάληψη υπουργός, δεν ήταν δυνατόν να φανταστεί τι επρόκειτο να αντιμετωπίσει στις λίγες μέρες της πρωθυπουργίας του. Στην περίοδο της διακυβέρνησης από τους αντιβενιζελικούς, μετά την νίκη τους στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, ο Τριανταφυλλάκος δεν υπουργοποιήθηκε. Τον Ιανουάριο του 1922, δέχτηκε να διοριστεί αρμοστής της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, μια θέση που απαιτούσε έμπειρο τακτικιστή, ικανό να αντιμετωπίζει τις μηχανορραφίες των βενιζελικών αξιωματικών και του Πατριαρχείου. Ίσως έπαιξε ρόλο και η γλωσσομάθειά του, μια και είχε σπουδάσει στη Γαλλία και τη Γερμανία. Η θητεία του στην Κωνσταντινούπολη κρίθηκε επιτυχημένη. Στα τέλη Ιουνίου 1922 τον βρίσκουμε στην Αθήνα να συμμετέχει σε συσκέψεις, πάντοτε με την ιδιότητα του Αρμοστή (ως τα μέσα Ιουλίου, οπότε και παραιτήθηκε), αλλά ταυτοχρόνως και στις ζυμώσεις που οδήγησαν στην παραίτηση του Πρωτοπαπαδάκη μερικές εβδομάδες αργότερα.

- Ο Τριανταφυλλάκος χαρακτηριζόταν από τον βασιλόφρονα Τύπο ως «πλειστάκις χρηματίσας υπουργός και πάντοτε αναδειχθείς και εκτιμηθείς διά το θάρρος και την παρρησίαν της γνώμης του, διά την πολιτικήν του ευθύτητα, την εντιμότητα του χαρακτήρος, την σιδηράν του θέλησιν και τον ακραιφνή πατριωτισμόν του».

Ο Κωνσταντίνος κινούσε τα νήματα στην προσπάθειά του να σωθεί
Ο Καλογερόπουλος δεν βρίσκει υπουργούς
Μετά την ανάθεση της εντολής στον Καλογερόπουλο, επακολούθησε ένα εικοσιτετράωρο προσπαθειών. Ο Καλογερόπουλος βολιδοσκόπησε και έλαβε αρνητική ή και καμία απάντηση από όλους σχεδόν τους μετριοπαθείς αντιβενιζελικούς βουλευτές, όπως οι Μεταξάς, Ζαβιτσάνος, Χριστομάνος, Αργυρόπουλος, Γερουλάνος, Καυταντζόγλου, Ιωάννης Ράλλης και Μπασιάς. Αρνήθηκαν επίσης χαρτοφυλάκιο ο τέως αρμοστής στη Σμύρνη Στεργιάδης, καθώς και ο πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου Αθηνών Επαμεινώνδας Χαρίλαος. Στις 10 το πρωί της 27ης Αυγούστου/9ης Σεπτεμβρίου, ο Καλογερόπουλος ζήτησε τηλεφωνικώς από τον βασιλιά μερικές ώρες ακόμη. Η ομάδα που είχε κατορθώσει να συγκεντρώσει περιλάμβανε τον Τριανταφυλλάκο, τον Αθανάσιο Ευταξία, 73 ετών, βουλευτή Φθιώτιδας, τον Γεώργιο Μπούσιο, 47 ετών, κτηματία και βουλευτή Κοζάνης (άλλοτε μέλος του οθωμανικού κοινοβουλίου), το Φίλιππο Δραγούμη (αδελφό του Ίωνα) και τον Αντώνιο Μάτσα, 51 ετών, μηχανικό, άλλοτε βουλευτή Μήλου.

Πρόταση για στρατιωτική δικτατορία
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας (27 Αυγούστου/9 Σεπτεμβρίου 1922) ο Καλογερόπουλος δέχθηκε την επίσκεψη εκπροσώπων των οργανώσεων που ονομάζονταν «Λαϊκοί Πολιτικοί Σύλλογοι». Του παρέδωσαν ψήφισμα με κατηγορίες εναντίον του πολιτικού κόσμου και απαίτησαν να σχηματιστεί «ισχυρά κυβέρνησις στρατιωτικών», την οποία καά τη γνώμη τους είχε ανάγκη η χώρα. Ο Καλογερόπουλος απάντησε ότι η πρόταση αυτή βρισκόταν εκτός των ορίων του πολιτεύματος και ότι ο ίδιος δεν είχε δικαίωμα να εισηγηθεί στο βασιλιά αντισυνταγματικές λύσεις.

Ανάλογη γνώμη με εκείνη των «Συλλόγων» εξέφρασε ο Φίλιππος Δραγούμης. Αρχικώς, πρότεινε να αναλάβουν τα στρατιωτικά υπουργεία οι στρατηγοί Παπούλας και Κοντούλης. Ο Καλογερόπουλος ζήτησε να εκφέρουν γνώμη και οι υπόλοιποι. Στις 3μ.μ. πραγματοποιήθηκε σύσκεψη του υποψήφιου κυβερνητικού σχήματος, στην οποία συμμετέσχε και ο Θεόδωρος Σκούφος, βουλευτής Κυκλάδων, ο έβδομος –και έσχατος- ενδιαφερόμενος. Στη σύσκεψη αυτή ο Δραγούμης πρότεινε να σχηματιστεί κυβέρνηση κυρίως στρατιωτική, υπό τους προαναφερθέντες στρατηγούς, λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης. Μόνον ο Μάτσας συμφώνησε μαζί του, ενώ οι λοιποί απέρριψαν την πρόταση, διότι αντέβαινε στο πολίτευμα της χώρας.

Η διαφοροποίηση Δραγούμη και Μάτσα καθιστούσε αδύνατο τον σχηματισμό κυβέρνησης. Πριν όμως επιστρέψει την εντολή, ο Καλογερόπουλος έκρινε σκόπιμο να βολιδοσκοπηθούν ο Παπούλας και ο Κοντούλης αν δέχονταν να συμμετάσχουν ως υπουργοί σε πολιτική κυβέρνηση.

Πράγματι, Δραγούμης και Ευταξίας επισκέφθηκαν τον Κοντούλη, ο οποίος τους ζήτησε να περιμένουν και έσπευσε στο σπίτι του Παπούλα για να συνεννοηθεί μαζί του. Επέστρεψε μετά από λίγο και δήλωσε, και εκ μέρους του συναδέλφου του, ότι δεν δέχονταν να συμμετάσχουν σε κυβέρνηση Καλογερόπουλου, διότι πίστευαν ότι ο τόπος χρειαζόταν ισχυρή κυβέρνηση στρατιωτική.

Έτσι, το βράδυ της 27ης Απριλίου/9ης Σεπτεμβρίου 1922, ο Καλογερόπουλος κατέθεσε την εντολή, διαβεβαιώνοντας τον βασιλιά ότι ήταν πρόθυμος να συμμετάσχει στην κυβέρνηση ως υπουργός.

Η κατάσταση ήταν εκρηκτική. Ο στρατός επιβιβαζόταν σε πλοία και εγκατέλειπε ασύντακτος τη Μικρά Ασία και η Αθήνα δεν είχε κυβέρνηση. Νωρίς το βράδυ, για να διασκεδαστούν οι φήμες που κυκλοφορούσαν ότι θα γίνονταν ταραχές και ότι δεν υπήρχε εξουσία για να επιβάλει την τάξη, ο απερχόμενος υπουργός Εσωτερικών Νικόλαος Στράτος έκανε δηλώσεις στον Τύπο, τονίζοντας ότι είχαν ληφθεί όλα τα μέτρα για να εξασφαλιστεί η δημόσια τάξη και ότι όλα ήταν φήμες αντιπάλων του καθεστώτος. Σε επίρρωση ανέφερε ότι είχαν καταπλεύσει στον Πόρο και τον Πειραιά πλοία με 2.500 στρατιώτες, οι οποίοι μισθοδοτήθηκαν, τροφοδοτήθηκαν και αφοπλίστηκαν. «Πόθος πάντων», είπε ο Στράτος, «είναι η επιστροφή των εις την πατρίδα των. Οι εξ Αθηνών και περιχώρων απελύθησαν αμέσως, και οι εκ των επαρχιών έλαβον φύλλα πορείας».

Ο στρατηγός Παπούλας τάχθηκε υπέρ (βασιλοφρόνου) στρατιωτικής κυβέρνησης, ενώ στη συνέχεια υποστήριξε το "κίνημα" των βενιζελικώ
Η εντολή στον Τριανταφυλλάκο
Μετά την αποχώρηση του Καλογερόπουλου από τα Ανάκτορα, ο Κωνσταντίνος κάλεσε τον Τριανταφυλλάκο και του ανέθεσε να σχηματίσει κυβέρνηση. Ακολούθησαν ολονύκτιες διαβουλεύσεις, κατά τις οποίες ο Τριανταφυλλάκος «επέβη αυτοκινήτου και επεσκέφθη διαφόρους πολιτευόμενους και μη».

Οι διαπραγματεύσεις καρποφόρησαν το απόγευμα και έτσι στις 6.30 μ.μ. της 28ης Αυγούστου/10ης Σεπτεμβρίου ορκίσθηκε στο Τατόι η νέα κυβέρνηση, παρουσία του απερχόμενου πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη. Ελλείψει ενδιαφερομένων, σχεδόν κάθε υπουργός ανέλαβε και ένα ακόμη υπουργείο «προσωρινά». Ο πρωθυπουργός Τριανταφυλλάκος ορκίστηκε και υπουργός Στρατιωτικών και προσωρινά υπουργός Ναυτικών. Ο Νικόλαος Καλογερόπουλος ορκίστηκε υπουργός Εξωτερικών, ο Αθανάσιος Ευταξίας Οικονομικών, ο Γεώργιος Μπούσιος Εσωτερικών και προσωρινά Επισιτισμού, ο Αντώνιος Μάτσας Συγκοινωνίας και ΤΤΤ, ο Θεόδωρος Σκούφος Παιδείας και προσωρινά Γεωργίας και ο Κλέαρχος Μανέας (πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών) υπουργός Εθνικής Οικονομίας, ενώ ο Σπυρίδων Γιαννόπουλος (πρόεδρος του δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου) υπουργός Δικαιοσύνης και προσωρινά Περιθάλψεως.

Στις 10.30 μ.μ. πραγματοποιήθηκε το πρώτο υπουργικό συμβούλιο στο υπουργείο των Στρατιωτικών. Κλήθηκε ο αρχηγός του επιτελείου στρατηγός Δούσμανης, ο οποίος κατατόπισε τους υπουργούς για την ολοκλήρωση της επιβίβασης του στρατού σε πλοία. Η συνεδρίαση ολοκληρώθηκε μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα και ο Τριανταφυλλάκος δήλωσε ότι αποφασίστηκε μερική αποστράτευση (περιλάμβανε τους έφεδρους της Μικράς Ασίας των κλάσεων 1912-1918).



- Οι πρώτοι πρόσφυγες έφτασαν στον Πειραιά στις αρχές Σεπτεμβρίου 1922 και οι τελωνειακοί τους επέβαλαν ... εισαγωγικούς δασμούς
Την ίδια μέρα έφταναν οι ειδήσεις για την κατάληψη της Σμύρνης από τον τουρκικό στρατό.

Αφού έπεισε τον στρατηγό Παπούλα και τον στρατηγό Κοντούλη να αναλάβουν γενικοί διοικητές Θράκης και Μακεδονίας αντίστοιχα, ο Τριανταφυλλάκος, με σειρά διαταγών που εξέδωσε ως υπουργός Στρατιωτικών, κατεύθυνε το διαλυμένο στρατό στη Θράκη. Το Στρατηγείο Στρατιάς Μικράς Ασίας μετονομάστηκε σε Στρατηγείο Στρατιάς Θράκης και στις 7/20 Σεπτεμβρίου εγκαταστάθηκε στη Ραιδεστό και την ίδια καθορίστηκαν οι νέες θέσεις του στρατού, προκειμένου να αμυνθεί για να διατηρήσει τη Θράκη.

Οι φρικτές ειδήσεις για τις σφαγές στη Μικρά Ασία και οι πρώτοι πρόσφυγες άρχισαν να φτάνουν στον Πειραιά. Το Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου Βρετανία, Γαλλία και Ιταλία κάλεσαν την Τουρκία για σύναψη ανακωχής, ενώ την Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου έφτασαν και οι πρώτες φήμες για πραξικόπημα («κίνημα») αξιωματικών που είχαν καταφύγει στη Χίο και τη Μυτιλήνη. Είχε έρθει η ώρα των Πλαστήρα και Γονατά.

Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

Το 13/09/1922 οι φίλοι μας οι Τούρκοι ΠΥΡΠΟΛΟΥΝ την Σμύρνη και...

13/09/1922
"...Χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι προσπαθώντας να μπουν στα πλοία και να φύγουν για την Ελλάδα..."
Mαρία Ρεπούση, "Ιστορικός" / Ιστορία ΣΤ' δημοτικού
- Ελλήνες τουρίστες της εποχής , με το "εισιτήριο" της "DragonoRepousTi Cruises" στο χέρι "συνωστίζονται" για να απολαύσουν τις θερινές τους διακοπές, ευγενική προσφορά του Τουρκικού κράτους κοινωνικής πρόνοιας ..


 

Το 13.09/1922 οι φίλοι μας οι Τούρκοι ΠΥΡΠΟΛΟΥΝ την Σμύρνη και...

Το βιβλίο ιστορίας της 6ης Δημοτικού της Μαρίας Ρεπουση και η αναφορά της περί συνωστισμού στην παραλία της Σμύρνης για να περιγράψει τις σφαγές των Τούρκων άναψε για ακόμα μια φορά φωτιές στη πολιτική αντιπαράθεση.
Τη σπίθα αυτή τη φορά άναψε ο Τάσος Νεράντζης ο οποίος στην ομιλία του για τον προϋπολογισμό θυμήθηκε και την μικρασιατική καταστροφή λέγοντας «Είναι χαλεπότερες σήμερα οι συνθήκες και από τον καιρό της μικρασιατικής καταστροφής, εκεί που ενάμιση εκατομμύριο Έλληνες, καθημαγμένοι και προδομένοι, δήθεν συνωστίσθηκαν στην παραλία της Σμύρνης. Ακούσαμε και αυτό. Αιδώς -όχι εδώ- και τώρα.

1922: Ξεκινά ο εμπρησμός της Σμύρνης και η σφαγή τόσο των Ελλήνων όσο και των Αρμενίων της πόλης. Η καταστροφή αυτή άρχισε, στις 13 Σεπτεμβρίου 1922, επτά ημέρες μετά την αποχώρηση και του τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από τη Μικρά Ασία και μετά την είσοδο του τουρκικού στρατού, του ιδίου του Μουσταφά Κεμάλ και των ατάκτων του στην πόλη. Η φωτιά εκδηλώθηκε αρχικά στην αρμενική συνοικία και συγκεκριμένα από την ανατίναξη της Αρμενικής Εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, όπου είχαν καταφύγει τα γυναικόπαιδα και πολιορκούντο από τους Τούρκου.

Την πολιορκία την έσπασε με το ασκέρι του ο Έλληνας καπετάνιος Σιδερής (Ισίδωρος) Πανταζόπουλος, που επί πολλά έτη πολεμούσε τους άτακτους Τσέτες ληστές στα γύρω βουνά. Οι Έλληνες μπήκαν μέσα στην εκκλησία και έδωσαν νερό και τρόφιμα στους πολιορκημένους, όμως, οι πολυπληθέστεροι Τούρκοι γρήγορα ανασυντάχθηκαν και παίρνοντας πυρίτιδα από γειτονική πυριταδαποθήκη, περικύκλωσαν και πάλι την εκκλησία και την ανατίναξαν.Με τη βοήθεια του ευνοϊκού για τους Τούρκους ανέμου (που έπνεε αντίθετα από την τουρκική συνοικία) και της βενζίνης με την οποία οι Τούρκοι ράντιζαν τα σπίτια, η φωτιά κατέκαψε όλη την πόλη, εκτός από τη μουσουλμανική και την εβραϊκή συνοικία.


 

Παρασκευή 27 Αυγούστου 2021

27 Αυγούστου 1922 οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες εγκαταλείπουν την Σμύρνη και λίγο αργότερα, γύρω στις 11:00 το πρωί οι πρώτοι Τούρκοι ιππείς μπαίνουν στην πόλη.

Σαν σήμερα, 27 Αυγούστου 1922, οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες εγκαταλείπουν την Σμύρνη-Αρχίζουν οι σφαγές .

- Ο νέος διοικητής της πόλης, Νουρεντίν πασάς, με προκήρυξή του απαγόρευε την κυκλοφορία των κατοίκων μετά τις 7 το βράδυ. Και παρά το γεγονός ότι είχε δηλώσει ότι η τιμή, η ζωή και η περιουσία των κατοίκων θα τύχαιναν σεβασμού, οι Τούρκοι στρατιώτες άρχισαν τις σφαγές και τις λεηλασίες.


Καταστροφή της Σμύρνης 1922

- Η αρχή έγινε από την αρμένικη συνοικία του Αγίου Στεφάνου. Ο Αμερικανός πρόξενος στην Σμύρνη, φιλέλληνας George Horton, έγραφε: «Οι δρόμοι που οδηγούσαν στην αρμένικη συνοικία, φυλάγονταν από Τούρκοι στρατιώτες. Οσο διήρκεσε η σφαγή, δεν επετράπη σε κανέναν η είσοδος. Οι συγκλονιστικότερες στιγμές της τραγωδίας εκτυλίχθηκαν στον καθεδρικό ναό του Αγίου Στεφάνου, όπου είχαν καταφύγει περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι. Επειδή αρνήθηκαν να παραδοθούν, δέχτηκαν πυρά και χειροβομβίδες, ενώ στη συνέχεια οι Τούρκοι εισέβαλαν στον περίβολο και εντός του ναού, κατασφάζοντας και εκτελώντας».

- Η εφημερίδα Daily news έγραφε: «Η φωτιά άρχισε από την αρμένικη συνοικία… Τούρκοι στρατιώτες έχυναν πετρέλαιο στα σπίτια και έβαζαν φωτιά. Σαφώς οι τουρκικές αρχές μπορούσαν να παρεμποδίσουν την εξάπλωση της πυρκαγιάς. Οι Τούρκοι στρατιώτες, που δρούσαν εσκεμμένα, ήταν οι κύριοι υπαίτιοι της τρομερής καταστροφής».

- Ο μαρτυρικός θάνατος του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου

Ένα από τα πρώτα θύματα της τουρκικής θηριωδίας ήταν ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Το απόγευμα της 27ης Αυγούστου μια γαλλική περίπολος είκοσι ανδρών, πήγε στη μητρόπολη για να ζητήσει από τον Χρυσόστομο να καταφύγει στο γενικό προξενείο της Γαλλίας.

- Ο Χρυσόστομος αρνήθηκε λέγοντας ότι ως «ποιμένας» έπρεπε να παραμείνει κοντά στο ποίμνιό του. Το απόγευμα της 27ης Αυγούστου, ένας Τούρκος αξιωματικός μαζί με ένοπλους στρατιώτες, μετέβη στη Μητρόπολη και διέταξε τον Χρυσόστομο να παρουσιαστεί στον Τούρκο στρατιωτικό διοικητή Νουρεντίν πασά, μαζί με τους Δημογέροντες της Σμύρνης Γεώργιο Κλιμάνογλου και Νικόλαο Τσουρουκτσόγλου.


Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος

- Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος προσήχθη ενώπιον του Νουρεντίν στο Διοικητήριο. Εκεί ο Τούρκος διοικητής τον κατηγόρησε για τη φιλελληνική του στάση και τις ενέργειές του εναντίον του τουρκικού έθνους και αφού τον εξύβρισε τον παρέδωσε στους εξαγριωμένους Τούρκους που είχαν κατακλύσει την πλατεία του Διοικητηρίου. Πρώτοι δολοφονήθηκαν από τους Τούρκους οι δύο Δημογέροντες.

- Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος βασανίσθηκε, τυφλώθηκε και διαμελίστηκε από τον τουρκικό όχλο βρίσκοντας έτσι μαρτυρικό θάνατο.

- Ο σκοτεινός ρόλος του Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη

Μία ημέρα νωρίτερα, στις 26 Αυγούστου, ο Ύπατος Αρμοστής της Ελλάδος στην Σμύρνη, Αριστείδης Στεργιάδης, μια σκοτεινή προσωπικότητα, (πολλοί τον χαρακτήρισαν την εποχή εκείνη προδότη των Ελλήνων της Σμύρνης), εγκαταλείπει τη πόλη.

- Φυγαδεύτηκε με το αγγλικό πολεμικό ως την Κωνσταντινούπολη κι από εκεί στη Ρουμανία και με ρουμανικό πλοίο κατέφυγε τελικά στη Νίκαια της Γαλλίας. Κατά τη διέλευση του από την Κωνσταντινούπολη, πρόσφυγες από την Προύσα και τα Μουδανιά, όταν έμαθαν πως στο πλοίο βρισκόταν ο μοιραίος Αρμοστής, περικύκλωσαν το ρουμανικό πλοίο με βάρκες, προσπάθησαν να ανέβουν επάνω και να τον κακοποιήσουν. Όμως και πάλι οι Άγγλοι τον προστάτεψαν. Δύο ατμάκατοι με οπλισμένους Άγγλους πεζοναύτες απομάκρυναν τους εξαγριωμένους πρόσφυγες.



Ο Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης

- Αξίζει να σημειωθεί -για τον ρόλο που διαδραμάτισε- πως ο Στεργιάδης, (στην φωτογραφία επάνω), με τον κυνισμό που τον χαρακτήριζε είχε πει στον Γεώργιο Παπανδρέου, που τον είχε επισκεφθεί λίγο πριν από την καταστροφή: «Βλέπω την κατάρρευσιν». «Και γιατί δεν ειδοποιείς τον κόσμο να φύγει;» «Καλύτερα να μείνουν εδώ για να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα»!!!

- Και πράγματι έτσι έγινε...


Καταστροφή της Σμύρνης 1922

- Η Τουρκική Κεμαλική «Δημοκρατία» γεννιόταν μέσα από την γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και αργότερα από την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και των Αρμενίων.

- Ο Edward Hale Bierstadt, το βιβλίο του «Η μεγάλη προδοσία», έγραφε πως «100.000 άτομα σφαγιάσθησαν, 280.000 είχαν κατακλύσει την προκυμαία ικετεύοντας τη σωτηρία τους (τόσο ασφυκτικά ήταν ο κόσμος στην προκυμαία ώστε όταν κάποιος πέθαινε, δε μπορούσε να πέσει, αλλά συνέχιζε να παραμένει όρθιος στηριζόμενος αναγκαστικά από τους διπλανούς του), και 160.000 εκτοπίστηκαν από τους Τούρκους στο εσωτερικό (Αμελέ Ταμπουρού) για να μη ξαναφανούν ποτέ».

- Οι σύμμαχοι, Αγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί και Αμερικάνοι, μπροστά σ' αυτή την πρωτοφανή σφαγή είχαν παραμείνει απαθείς. Ένα χρόνο νωρίτερα είχαν υπογράψει, σύμφωνα φιλίας και ουδετερότητας. Μάλιστα μέσα στα συμμαχικά πλοία, που ήταν προσορμισμένα στην προκυμαία της Σμύρνης, παιάνιζαν εμβατήρια και τραγούδια, για να μην ακούγονται οι κραυγές των αθώων από τις σφαγές και τις πρωτόγονες ωμότητες που συνέβαιναν στη Σμύρνη.

- Ο Αμερικανός πρόξενος George Horton γράφει: «Η εικόνα των πολεμικών πλοίων το λιμάνι της Σμύρνης το σωτήριο έτος 1922, να παρακολουθούν σιωπηλά την τελευταία πράξη της τραγωδίας των χριστιανών της Τουρκίας, ήταν ίσως η πιο θλιβερή και πιο σημαντική απ’ όλες». Ο νομπελίστας Ερνεστ Χέμινγουεϊ, μόλις 20 χρονών διετέλεσε πολεμικός ανταποκριτής της «Toronto Star» και γράφει: «Το χειρότερο ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά παιδιά. Δε μπορούσαμε να τις πείσουμε να μας δώσουν τα πεθαμένα παιδιά τους. Είχαν τα παιδιά τους νεκρά, ακόμα κι έξι μέρες, αλλά δεν τα εγκατέλειπαν. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρουμε με τη βία».

- Διδώ Σωτηρίου, Ματωμένα Χώματα:

-


27 Αυγούστου 1922, οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες εγκαταλείπουν την Σμύρνη-Αρχίζουν οι σφαγές.
- https://www.thepressroom.gr/

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2021

Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Μικρασιατική Καταστροφή – Μια αφήγηση ..

 https://www.kathimerini.gr/

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi-2372631

Έχει γίνει μια παρεξήγηση σχετικά με το ρόλο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ ως δημοσιογράφου κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η παρεξήγηση είναι αυτή: ότι ο 23χρονος τότε Αμερικανός δημοσιογράφος και μετέπειτα νομπελίστας συγγραφέας κάλυψε ως ανταποκριτής την πτώση της Σμύρνης. Η αλήθεια είναι ότι ο Χέμινγουεϊ ουδέποτε βρέθηκε στη Σμύρνη εκείνες τις δραματικές μέρες και ώρες. Εγραψε όμως γι’ αυτή στα βιβλία του ως διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος. Ως δημοσιογράφος προσπάθησε να βρεθεί εκεί, δεν τα κατάφερε, κατάφερε όμως να φτάσει έως την Αδριανούπολη, όπου έζησε και κατέγραψε μοναδικά το δράμα των Ελλήνων προσφύγων και του εξαθλιωμένου, ηττημένου ελληνικού στρατού, καθώς επίσης να συνομιλήσει με αυτόπτες μάρτυρες της καταστροφής της Σμύρνης.

Αργότερα, σε βιβλία του όπως τη συλλογή διηγημάτων «Στην εποχή μας» και στη νουβέλα «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο» (στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Καστανιώτη), δραματοποίησε μερικά από εκείνα τα γεγονότα που σφράγισαν την ιστορία του σύγχρονου ελληνισμού, και ίσως εδώ να βρίσκεται η αιτία της παρεξήγησης αυτής. Πρόκειται όμως για μυθοπλασία, για ως λογοτεχνική αφήγηση, όχι για πολεμική, δημοσιογραφική ανταπόκριση.

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi0

Δεν είναι όμως τυχαίο ότι ο νεότατος τότε Χέμινγουεϊ επιλέγει ως θέματα κάποιων διηγημάτων του την τραγωδία της Ιωνίας. Διότι μπορεί να μην πρόλαβε να δει τη Σμύρνη να καταλαμβάνεται από τους Τούρκους και να καίγεται, όπως θα δούμε όμως, η όλη κατάληξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας Χρονολογικά τον συγκίνησε βαθιά.

Στο μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά και να δούμε συνοπτικά την προϊστορία του ίδιου του Χέμινγουεϊ. Αυτό έχει τη σημασία του για να καταλάβουμε ότι όταν βιώνει το τέλος της Μικρασιατικής Καταστροφής, είναι μεν ένας πολύ νεαρός άνδρας, σε καμία περίπτωση όμως δεν είναι άβγαλτος, που σημαίνει ότι είχε μια κάποια ευρύτερη εποπτεία των τεκταινόμενων.

Βρισκόμαστε στα 1920. Τότε είναι που ο νεαρός Χέμινγουεϊ δημοσιεύει τα πρώτα του δημοσιογραφικά κομμάτια στην καναδική εφημερίδα The Toronto Star Weekly. Δεν ήταν όμως αυτό και το παρθενικό του βήμα στη δημοσιογραφία, καθώς το 1917-18 είχε εργαστεί ως μαθητευόμενος ρεπόρτερ στην εφημερίδα The Kansas City Star. Μετά μπήκε ο πόλεμος στη ζωή του, η συμμετοχή του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μια εμπειρία που τον άλλαξε ριζικά.

Νωρίς ένα πρωινό του 1920, λοιπόν, κι ενώ η χώρα μας έχει ήδη εμπλακεί στη μεγάλη περιπέτεια της Μικράς Ασίας, μακριά στην Αμερική ο Χέμινγουεϊ λαμβάνει προφορικά ένα τελεσίγραφο από την αυστηρή μητέρα του: ή θα βρει δουλειά ή θα εγκαταλείψει την πατρική εστία.

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που ο 21χρονος Χέμινγουεϊ έχει επιστρέψει τραυματίας από το μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στον οποίο υπηρέτησε ως τραυματιοφορέας. Η ελαττωματική του όραση στο αριστερό μάτι τού είχε στερήσει την ευκαιρία να γίνει μάχιμος και έτσι συμβιβάστηκε με την ειδικότητα του τραυματιοφορέα. Βρέθηκε στο ιταλικό μέτωπο, στην πρώτη γραμμή του πυρός, απ’ όπου σημείωσε γεμάτος έξαψη: «Αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στην πιο σημαντική δημοσιογραφική αποστολή κι ότι καλύπτω τη μεγαλύτερη είδηση της χρονιάς».

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi2

Ως εθελοντής του Ιταλικού Ερυθρού Σταυρού, ο νεαρός «Χεμ» θα περισυλλέξει πολλά διαμελισμένα πτώματα, κυρίως γυναικών, μετά από βομβαρδισμό ενός εργοστασίου πυρομαχικών και η εμπειρία αυτή θα τον σημαδέψει. Τα χειρότερα όμως δεν είχαν έρθει ακόμα. Τη νύχτα της 8ης Ιουλίου 1918, επισκεπτόμενος ακροαστικό φυλάκιο των Ιταλών κοντά στη Φοσάλτα, κι ενώ μοιράζει στους στρατιώτες σοκολάτες, τσιγάρα και ταχυδρομικές κάρτες κι οι τελευταίοι γελούν με τα ιταλικά που ο Χέμινγουεϊ μιλάει με αμερικανική προφορά, οι Αυστριακοί βάλλουν κατά των θέσεών τους με οβίδες πυροβολικού, όλμους και πολυβόλα. Διακόσια τριάντα επτά από τα θραύσματα όλμων θα σφηνωθούν στο σώμα του Χέμινγουεϊ εκείνη τη βραδιά – αν και το πιο σοβαρό τραύμα ήταν στο δεξί του γόνατο, από ριπή πολυβόλου.

Παρότι τραυματισμένος, ο καταπονημένος Χέμινγουεϊ προσπάθησε να μεταφέρει έναν άλλο τραυματία Ιταλό στρατιώτη. Κατάφερε να συρθεί γύρω στα 100 μέτρα, κάτω από συνεχόμενα πυρά, παρέδωσε τον τραυματία σε ασφαλή χέρια και μετά έπεσε αναίσθητος. Είχε καταφέρει να μειώσει την αιμορραγία στα τραύματά του σβήνοντας πάνω του αναμμένα τσιγάρα.

Αλλά η περιπέτειά του δεν είχε λήξει. Η περιοχή βομβαρδιζόταν από το εχθρικό πυροβολικό και η μεταφορά του αναίσθητου Χέμινγουεϊ δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Καταφύγιο δεν υπήρχε και οι δύο τραυματιοφορείς που είχαν αναλάβει τη μεταφορά του, τον απόθεταν κάθε τόσο στο έδαφος, μετακινούμενοι στα σύντομα διαλείμματα ανάμεσα στις εκρήξεις. Κάποια στιγμή, συνήλθε και, όπως διηγήθηκε αργότερα, βρισκόταν ανάμεσα σε πτώματα και ετοιμοθάνατους. Όπως έγραψε, ο θάνατος εκείνη τη στιγμή του φάνηκε κάτι τόσο φυσικό όσο και η ζωή η ίδια.

Βυθίστηκε σε τέτοια απελπισία, ώστε του πέρασε απ’ το μυαλό η ιδέα να αυτοκτονήσει με το περίστροφο του αξιωματικού που ήταν υπεύθυνος γι’ αυτόν. Πέρασαν πολλές ώρες για να καταφέρει να βρεθεί σε χειρουργικό τραπέζι και να λάβει την απαραίτητη φροντίδα. Είχε αναζητήσει την περιπέτεια και την είχε βρει και με το παραπάνω.

Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες, καθηλωμένος σε αμερικανικό νοσοκομείο στο Μιλάνο, ο Χέμινγουεϊ υποβλήθηκε σε 12 επεμβάσεις προκειμένου να αφαιρεθούν τα σφηνωμένα θραύσματα αλλά και για να του σώσουν το γόνατο. Η σύντομη αυτή πολεμική εμπειρία του άφησε πολλά προβλήματα νευρολογικής φύσης, κυρίως τρομακτικές αϋπνίες που τον βασάνιζαν για πολλά χρόνια (όπως και πολλούς από τους ήρωές του) καθώς και μια αδυναμία του να κοιμάται χωρίς κάποιο φως αναμμένο.

Η επιστροφή του στρατιώτη

Έτσι λοιπόν, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε ως ήρωας στο σπίτι του (είχε παρασημοφορηθεί από την ιταλική κυβέρνηση επειδή έσωσε έναν Ιταλό στρατιώτη), όμως δεν μπορούσε καθόλου να προσαρμοστεί. Μετά τον πόλεμο και μια σφοδρή ερωτική απογοήτευση με μια Αγγλίδα νοσοκόμα που τον περιέθαλψε την περίοδο της νοσηλείας του, Για τη βικτοριανών αρχών κυρία Γκρέις Χέμινγουεϊ, η στάση αυτή (όπως και τα όνειρά του να ασχοληθεί με το γράψιμο) δεν ήταν τίποτα περισσότερο παρά η στάση ενός ανεύθυνου, ανώριμου άντρα. Μη έχοντας λοιπόν άλλη επιλογή και μη αντέχοντας τη μητρική πίεση, ο Έρνεστ εγκατέλειψε την πατρική εστία σε πολύ βαριά ατμόσφαιρα.

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi4

Βρήκε δουλειά στο Σικάγο, και πάλι ως δημοσιογράφος. Μάλιστα, το Σεπτέμβριο του 1921 παντρεύτηκε την κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του Χάντλι Ρίτσαρντσον και λίγο μετά εγκαταστάθηκε μαζί της στο Παρίσι, εργαζόμενος ως ξένος ανταποκριτής της εφημερίδας Toronto Star. Εκεί θα γίνει δεκτός στην «αυλή» της Γετρούδης Στάιν, ενώ θα γνωριστεί με τον Έζρα Πάουντ, τον Τζέιμς Τζόις, τον Τ. Σ. Έλιοτ, τον Σέργουντ Άντερσον κ.ά. Στο Παρίσι θα τυπώσει και το πρώτο του βιβλίο, το “Three Stories and Ten Poems” και θα συνεχίσει να ασκεί τη δημοσιογραφία.

Ενώ λοιπόν βρισκόταν στο Παρίσι, ο Χέμινγουεϊ έλαβε εντολή από την Toronto Star να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να καλύψει τον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Αυτό συμβαίνει όταν στις 13 Αυγούστου, με το παλαιό ημερολόγιο, του 1922 οι Τούρκοι εξαπέλυσαν μεγάλη επίθεση κατά των ελληνικών θέσεων, φτάνοντας τελικά μέχρι τη Σμύρνη. Δεν ήταν τόσο η πτώση της Σμύρνης που κέντρισε τους Καναδούς αρχισυντάκτες του Χέμινγουεϊ, ώστε να τον στείλουν να καλύψει τα γεγονότα όσο το ότι, μετά τον θρίαμβο του Κεμάλ στη Σμύρνη, οι Τούρκοι απειλούσαν ότι θα καταλάμβαναν και την ουδέτερη ζώνη των Στενών του Βοσπόρου από τη Μαύρη Θάλασσα στον βορρά έως τα Δαρδανέλια στο νότο, την οποία φρουρούσαν οι Σύμμαχοι. Τουρκικές μονάδες είχαν προωθηθεί κοντά στα βρετανικά συρματοπλέγματα στα Δαρδανέλια και επικρατούσε η φήμη ότι ο Κεμάλ θα καταλάμβανε την Κωνσταντινούπολη.

Ο Χέμινγουεϊ χρειάστηκε να δώσει σκληρή μάχη με τη Χάντλι, τη γυναίκα του, για να καταφέρει να ταξιδέψει στην Πόλη. Τελικά, αναχώρησε στις 25 Σεπτεμβρίου και από τη Σόφια, ο Χεμ έστειλε μια πρώτη ανταπόκριση στην καναδική εφημερίδα γραμμένη με το χέρι.

Αρρωστος στην Κωνσταντινούπολη

Το μεσημέρι της 29ης Σεπτεμβρίου, ο Χέμινγουεϊ έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, την οποία περιέγραψε ως «θορυβώδη, ζεστή, βρόμικη μα όμορφη… γεμάτη στολές και φήμες». Αυτή ήταν η πρώτη πρόταση της πρώτης του ανταπόκρισης που έγραψε από την επισκευασμένη του γραφομηχανή μάρκας Κορόνα. Η άφιξή του συνέπεσε με τη συνεχή άφιξη βρετανικών στρατευμάτων, εξαιτίας των φημών ότι οι Τούρκοι θα εξαπέλυαν μεγάλη επίθεση στην πόλη. Στο μεταξύ, οι ειδήσεις από τις θηριωδίες στη Σμύρνη είχαν τρομοκρατήσει τους χριστιανούς που βρίσκονταν στην πόλη και επικρατούσε αναβρασμός. Ο Έλληνας διοικητής του ξενοδοχείου στο οποίο διέμενε ο Χέμινγουεϊ, είπε στον Αμερικανό συγγραφέα ότι θα προτιμούσε να πολεμήσει παρά να χάσει τη δουλειά του και την περιουσία του. Ακούγονταν επίσης φήμες ότι ο Κεμάλ είχε αποφασίσει να εξαφανίσει το αλκοόλ, τον τζόγο, τα νυχτερινά κέντρα και τους οίκους ανοχής.

Ο Χέμινγουεϊ είχε όλη την καλή διάθεση να αφεθεί στον ανατολίτικο εξωτισμό της Πόλης, αλλά τίποτα δεν του πήγε καλά. Υπέφερε από κρίσεις ελονοσίας και από τα τσιμπήματα των κουνουπιών και των κοριών.

Άλλαζε συνεχώς ξενοδοχείο αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Οι δρόμοι της Πόλης ήταν γεμάτοι από σκοτωμένους αρουραίους που σάπιζαν στους δρόμους, από μεθυσμένους που τρέκλιζαν και από ύποπτους τύπους οι οποίοι παραμόνευαν στο σκοτάδι. Ξαφνικά, αισθάνθηκε ότι καλό θα ήταν να μπει στην πόλη ο Κεμάλ και να καθαρίσει όλη αυτή τη βρομιά.

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi6

Το μόνο θετικό ήταν η γνωριμία του με έναν ευφυή Άγγλο αξιωματικό, τον συνταγματάρχη Τσαρλς Σουίνι, έναν κοσμοπολίτη στρατιωτικό με εξαιρετικές γνώσεις στρατηγικής, με τον οποίο ο Χέμινγουεϊ πέρασε πολλές ώρες συζητώντας και πίνοντας. Ήταν όμως τόσο εξαντλημένος που δεν κατάφερε να μεταβεί στη Μυτιλήνη, μαζί με άλλους ανταποκριτές, για να μιλήσει με τους επαναστατημένους Έλληνες στρατιωτικούς, τους υποστηρικτές του Βενιζέλου.

Ένα άλλο πρόβλημα ήταν η απαγόρευση στους δημοσιογράφους να μεταβούν στα Μουδανιά, όπου και αποφασίστηκε η παράδοση της ανατολικής Θράκης στους Τούρκους. Στον Ελληνικό Στρατό δόθηκε τελεσίγραφο τριών ημερών να εγκαταλείψει την περιοχή, και την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας, ο Χέμινγουεϊ υπέφερε από τέτοια ρίγη εξαιτίας της ελονοσίας, που πλήρωσε δέκα πιάστρα σε έναν γιατρό για να του χορηγήσει χάπια με κινίνο.

Η εμπειρία της Θράκης

Η συμφωνία στα Μουδανιά έστρεψε λοιπόν το ενδιαφέρον από την Κωνσταντινούπολη στη Θράκη. Στις 14 Οκτωβρίου, ο Χέμινγουεϊ αγόρασε τρεις καινούργιες, καθαρές κουβέρτες, καθώς υπέφερε ακόμη από τους κοριούς, και κατευθύνθηκε δυτικά. Κατέληξε στην Αδριανούπολη, όπου επικρατούσε χαοτική κατάσταση. Εκεί, αναγκάσθηκε να δώσει ακόμα μεγαλύτερες μάχες με την ελονοσία και τους κοριούς, κατάφερε όμως να περιγράψει από πρώτο χέρι το δράμα των Ελλήνων προσφύγων, οι οποίοι, ανακατεμένοι με εξαθλιωμένους Έλληνες στρατιώτες, εγκατέλειπαν την περιοχή κατευθυνόμενοι δυτικά.

Καταπολεμώντας τον υψηλό πυρετό και τα ρίγη με ασπιρίνες και κινίνα, τα οποία συνόδευε με γλυκερό θρακιώτικο κρασί που διόλου δεν του άρεσε, ο Χέμινγουεϊ έγραφε κι έστελνε συνεχώς τις ανταποκρίσεις του, ώσπου κάποια στιγμή επιβιβάσθηκε στο Οριάν Εξπρές και μετά από τέσσερις ημέρες βρέθηκε σε κακή κατάσταση και πάλι στο Παρίσι, όπου τον υποδέχθηκε η Χάντλι. Τον υποχρέωσε να ξυρίσει εντελώς το κρανίο του για να απαλλαγεί από τις ψείρες, φροντίζοντας τις πληγές που είχε προξενήσει στο δέρμα του τα αλλεπάλληλα τσιμπήματα των διαφόρων εντόμων. Για μια ολόκληρη εβδομάδα, ο Χέμινγουεϊ δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να κοιμάται.

Η έρευνα του Φρέντυ Γερμανού

Η ιστορία μας όμως δεν τελειώνει εδώ. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1969, ο Φρέντυ Γερμανός συνάντησε την τελευταία σύζυγο του Χέμινγουεϊ, την Μέρι Ουελς στον Καναδά, η οποία του είχε πει ότι ο Έρνεστ «είχε πάντα αυτή την εικόνα μέσα του», των προσφύγων της Θράκης. Η Ουελς προέτρεψε τον Έλληνα συγγραφέα και δημοσιογράφο να διαβάσει όλες τις ανταποκρίσεις του Χέμινγουεϊ, λέγοντας ότι πάντα της έλεγε ότι οι «Έλληνες δεν κινήθηκαν από τους Τούρκους – νικήθηκαν από την προδοσία».

Ο Φρέντυ Γερμανός βρήκε εκείνες τις ανταποκρίσεις («Μια πομπή βυθισμένη στη σιωπή και τη θλίψη» και «Πρόσφυγες από τη Θράκη»), σε μία από τις οποίες διαβάζουμε: «Σε καμία περίπτωση δεν φταίει ο Έλληνας φαντάρος για την ήττα του ’22. Ακόμη και στην υποχώρηση, οι κουρασμένοι Έλληνες στρατιώτες έδειχναν τις έξοχες αρετές τους. Έβλεπες ακόμη και εκείνη την ώρα στα σφιγμένα πρόσωπα το πείσμα, ένα πείσμα που σίγουρα θα κόστιζε ακριβά στους στρατιώτες του Κεμάλ, αν αναγκάζονταν να πολεμήσουν ξανά με τον στρατό αυτό. Αλλά ο πόλεμος στη Θράκη δεν έγινε ποτέ. Η Θράκη χαρίστηκε στον Κεμάλ με τη συνθήκη στα Μουδανιά».

Σε μια άλλη ανταπόκριση με ημερομηνία 3 Νοεμβρίου 1922, ο Χέμινγουεϊ κυριεύεται από οργή. Το άρθρο είναι βασισμένο σε αποκλειστική συνέντευξη με τον λοχαγό Ουίταλ, έναν από τους Βρετανούς παρατηρητές στον πόλεμο της Μικράς Ασίας. Ο Ουίταλ πέρασε αργότερα στα «Χιόνια του Κιλιμάντζαρο» ως ο Άγγλος παρατηρητής που «έκλαιγε σαν μικρό παιδί βλέποντας τους αξιωματικούς του Κωνσταντίνου να μην ξέρουν που πάνε τα τέσσερα». Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανταπόκριση, «Οι Έλληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και σίγουρα κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από το στρατό του Κεμάλ. Αυτή είναι η άποψη του Ουίταλ.

Πιστεύει ότι εύζωνοι θα είχαν καταλάβει την Άγκυρα – και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο, αν δεν είχαν προδοθεί».

Τι ακριβώς όμως εννοούσε ο Χέμινγουεϊ όταν μιλούσε περί «προδοσίας»; «Όταν ο Κωνσταντίνος ανέλαβε την εξουσία», γράφει στο ίδιο κομμάτι, «όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που βρίσκονταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερα πόστα. Πολλοί από αυτούς είχαν κερδίσει τους βαθμούς τους επ’ ανδραγαθία, στο πεδίο της μάχης. Ήταν έξοχοι πολεμιστές – και μεγάλοι ηγέτες. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε το Κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει μια τουφεκιά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο».

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi8

Η επόμενη ανταπόκριση στην ίδια εφημερίδα, αποκάλυπτε μια τραγική πτυχή από το πεδίο της μάχης της Μικρασιατικής Εκστρατείας, την οποία έφερε στο φως η μαρτυρία του Ουίταλ: «Οι νέοι Έλληνες αξιωματικοί του Πυροβολικού, οι οποίοι δεν είχαν καμία επαγγελματική πείρα, τα έκαναν θάλασσα με τις βολές τους. Συχνά εξόντωσαν το ίδιο το ελληνικό Πεζικό. Ο Ουίταλ ανέφερε σε μένα προσωπικά περιπτώσεις εγκληματικής αμέλειας του Επιτελείου και για αξιωματικούς που έκαναν χρήση πούδρας (face powder – not gun powder) και ρουζ! Σε κάποια μάχη της Μικράς Ασίας, οι εύζωνοι πραγματοποίησαν μια πραγματικά άψογη έφοδο.

Ξαφνικά, το ελληνικό πυροβολικό άρχισε να βάλλει εναντίον τους. Ο Άγγλος ταγματάρχης Τζόνσον, επίσης παρατηρητής στη συγκεκριμένη μάχη, άρχισε να ουρλιάζει όταν είδε το μακελειό που γινόταν μπροστά στα μάτια μας. Ήθελε να μπει στη μάχη και να αναλάβει αυτός τη διοίκηση της Πυροβολαρχίας. Αλλά δεν μπορούσε. Οι εντολές που είχαμε ήταν να τηρήσουμε αυστηρή ουδετερότητα – δεν περνούσε από το χέρι μας να κάνουμε τίποτε απολύτως».

Η ανταπόκριση έκλεινε με ένα σχόλιο του Χέμινγουεϊ: «Αυτή είναι η πικρή ιστορία της προδοσίας του Ελληνικού Στρατού από τον Κωνσταντίνο…»

Στην τελευταία του ανταπόκριση, ο Χέμινγουεϊ έκανε λόγο και για την Επανάσταση του 1922. «Η επανάσταση του 1922 ήταν η εξέγερση ενός προδομένου στρατού. Οι παλαιοί βενιζελικοί αξιωματικοί επέστρεψαν στις θέσεις τους και οργάνωσαν σωστά το στρατό της Θράκης. Για την Ελλάδα του 1922, η Θράκη ήταν σαν τη μάχη του Μάρνη – εκεί θα παιζόταν και θα κερδιζόταν ξανά το παιχνίδι. Το θέαμα ήταν συγκλονιστικό. Όλη η χώρα βρισκόταν μέσα σε πολεμικό πυρετό. Τα τρένα μετέφεραν συνεχώς στρατιώτες. Κι ύστερα, συνέβη το αναπάντεχο: οι Σύμμαχοι χάρισαν την ανατολική Θράκη στους Τούρκους και έδωσαν στον Ελληνικό Στρατό προθεσμία τριών ημερών για την εκκένωσή της…» Στο σημείο αυτό, ο Αμερικανός συγγραφέας και ανταποκριτής δίνει μιαν ανάγλυφη εικόνα του ταπεινωμένου Έλληνα στρατιώτη. «Στην αρχή περίμεναν, νομίζοντας ότι είχε γίνει κάποιο λάθος. Δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι η κυβέρνησή τους είχε αποδεχθεί τη συμφωνία αυτή. Το πικρό χαρτί, ωστόσο, είχε υπογραφεί. Κι επειδή ήταν στρατιώτες κι έπρεπε να υπακούσουν, άρχισαν να φεύγουν σιγά σιγά».

Ο Φρέντυ Γερμανός, που πρώτος αυτός παρέθεσε τις παραπάνω περιγραφές στο περιοδικό «Διαβάζω» (τχ. 159, 13/1/1987), σχολιάζει: «Τις καταθέτω στη μνήμη των φαντάρων εκείνων που, καθώς έσερναν τα βήματά τους, περνούσαν χωρίς να το ξέρουν μπροστά στο νικητή του αυριανού Νόμπελ: έναν αμούστακο νεαρό που κρατούσε σημειώσεις σε ένα μικρό μαύρο σημειωματάριο».

Η ανταπόκριση με τον τίτλο, «Μια πομπή βυθισμένη στη σιωπή και τη θλίψη», είναι ενδεικτική του βλέμματος του Χέμινγουεϊ πάνω σε εκείνα τα γεγονότα. Σε μιαν άλλη, που επίσης παραθέτει ο Φρ. Γερμανός, ο Χέμινγουεϊ γράφει: «Όλη τη μέρα τους έβλεπα να περνούν από μπροστά μου. Κουρασμένοι, βρόμικοι, αξύριστοι, ανεμοδαρμένοι. Και γύρω τους η σιωπή της ξαφνιασμένης Θράκης Έφευγαν. Χωρίς μπάντες, χωρίς εμβατήρια, χωρίς καν περίθαλψη! Μόνο με μια βρόμικη κουβέρτα ο καθένας. Και με συντροφιά βέβαια τα κουνούπια της νύχτας. Αυτοί οι άντρες ήταν οι σημαιοφόροι της δόξας που πριν λίγο καιρό λεγόταν Ελλάδα. Κι αυτή η εικόνα ήταν το τέλος της δεύτερης πολιορκίας της Τροίας».

Κι όμως έγραψε για το 1922

Όλα αυτά είναι όντως πολύ ενδιαφέροντα και συγκινητικά, ωστόσο, δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι ως προς την ορθότητα των συμπερασμάτων του Χέμινγουεϊ (ήταν μόλις 23 ετών όταν έγραφε αυτές τις ανταποκρίσεις), κυρίως δεν είμαστε βέβαιοι γι’ αυτό που λέει, ότι μετά την καταστροφή της Σμύρνης, η (διχασμένη) Ελλάδα διέθετε το ηθικό και τη δύναμη να εξαπολύσει τέτοια σφοδρή αντεπίθεση στη Θράκη και να συντρίψει τους Τούρκους. Αλλά αυτά είναι ζητήματα στα οποία καλούνται να μιλήσουν οι ιστορικοί.

Το 1925 πάντως, όταν εξέδωσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, ξεκινούσε με ένα σύντομο κείμενο που τιτλοφορείται «Στην προκυμαία της Σμύρνης», στο οποίο περιγράφει –προφανώς βασισμένος σε μαρτυρίες που συνέλεξε- την κόλαση της πόλης τον Αύγουστο του 1922: «Ένα παράξενο πράγμα, είπε, πώς ούρλιαζαν κάθε βράδυ τα μεσάνυχτα. Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν πάντα εκείνη την ώρα. Ήμαστε στο λιμάνι κι εκείνες βρίσκονταν στην προβλήτα και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Για να σωπάσουν, ρίχναμε τον προβολέα πάνω τους. Αυτό πάντα έπιανε. Ανεβοκατεβάζαμε το φως του προβολέα πάνω τους δύο ή τρεις φορές για να πάψουν. […]

o-ernest-chemingoyei-kai-i-mikrasiatiki-katastrofi-mia-afigisi10

Το χειρότερο, είπε, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά μωρά. Ήταν αδύνατον να πείσεις τις γυναίκες να εγκαταλείψουν τα νεκρά μωρά τους. Είχαν στην αγκαλιά τους μωρά πεθαμένα εδώ και έξι μέρες. Δεν έλεγαν να τ’ αφήσουν. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα γι’ αυτό. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρεις με τη βία. Έπειτα, ήταν και μια ηλικιωμένη κυρία, αυτή ήταν η πιο απίστευτη περίπτωση. Μίλησα γι’ αυτό σ’ ένα γιατρό και είπε ότι έλεγα ψέματα. Τις μαζεύαμε από την προβλήτα, είχαμε να μαζέψουμε και τα πτώματα, και αυτή η ηλικιωμένη κυρία ήταν ξαπλωμένη μέσα σ’ ένα σωρό σκουπίδια. Είπαν, «Θα της ρίξετε μια ματιά, κύριε;» Και της έριξα μια ματιά κι εκείνη τη στιγμή πέθανε και κοκάλωσε αμέσως. Τα πόδια της τέντωσαν και η ίδια τέντωσε από τη μέση και κάτω κι έγινε τελείως άκαμπτη. Σαν να είχε πεθάνει την προηγούμενη νύχτα. Ήταν νεκρή και τελείως άκαμπτη. Το είπα σ’ ένα γιατρό και μου είπε ότι αυτό δε γίνεται.

Βρίσκονταν όλες στην προβλήτα και δεν έμοιαζε καθόλου με σεισμό ή κάτι τέτοιο διότι ποτέ δεν έμαθαν για τον Τούρκο. Ποτέ δεν έμαθαν τι θα έκανε ο Τούρκος. Θυμάσαι που μας διέταξαν να μην πλησιάσουμε το λιμάνι και να μην μαζέψουμε άλλους; Όταν εκείνο το πρωί μπήκαμε στο λιμάνι ήμουν τρομερά ανήσυχος. Είχε στη διάθεσή του αρκετές πυροβολαρχίες και θα μπορούσε να μας τινάξει όλους στον αέρα. Ήταν να μπούμε μέσα, να πλησιάσουμε στην προβλήτα, να ρίξουμε άγκυρα και μετά να βομβαρδίσουμε τον τουρκικό τομέα της πόλης. Αυτοί θα μπορούσαν να μας έχουν τινάξει στον αέρα αλλά κι εμείς θα μπορούσαμε να ισοπεδώσουμε ολόκληρη την πόλη. Απλώς μας έριξαν μερικές άσφαιρες βολές καθώς μπαίναμε στο λιμάνι. Κατέβηκε ο Κεμάλ και απέλυσε τον Τούρκο διοικητή. Για κατάχρηση εξουσίας ή κάτι τέτοιο. Μάλλον ήταν εκτός εαυτού. Θα γινόταν πραγματική κόλαση.

Θυμάσαι το λιμάνι. Κάμποσα ωραία πραγματάκια επέπλεαν εκεί μέσα. Ήταν η μοναδική φορά στη ζωή μου που άρχισα να φαντάζομαι διάφορα. Δεν σε πείραζε για τις γυναίκες που γεννούσαν όσο για εκείνες που έσερναν πάνω τους τα νεκρά μωρά τους. Πάνω τους. Είναι ν’ απορείς που μόνο τόσες λίγες από δαύτες πέθαναν. Απλώς τις σκεπάζαμε με ό,τι βρίσκαμε και τις αφήναμε να μπούνε στο πλοίο. Πάντα διάλεγαν την πιο σκοτεινή γωνιά στο αμπάρι για να τα έχουν στην αγκαλιά τους. Από τη στιγμή που άφηναν την προβλήτα, καμιά τους δεν έδινε δεκάρα για τίποτε άλλο.

Κι οι Έλληνες, καλά παιδιά ήταν και δαύτοι. Κατά την υποχώρηση, έπιασαν κι έσπασαν τα μπροστινά πόδια των αλόγων και των μουλαριών επειδή δεν μπορούσαν να τα πάρουν μαζί τους και μετά τα έριξαν στα αβαθή για να πνιγούν. Όλα εκείνα τα μουλάρια, να τα σπρώχνουν να πέσουν στ’ αβαθή, με τα μπροστινά τους πόδια σπασμένα. Ήταν μια πολύ ευχάριστη επιχείρηση. Α, ναι, μα την πίστη μου, πολύ ευχάριστη.