Απόσπασμα από τον πρώτο τόμο του βιβλίου του Δημοσθένη Κούκουνα "Τα ένοχα μυστικά της Κατοχής" (σελ. 361-367), που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Historia (βιβλιοπωλείο Υψηλάντου 5, Κολωνάκι, τηλ. 210-7255962)
Ο Κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΕΠΙ ΚΑΤΟΧΗΣ
«Μαζεύτηκαν πάλι στο σπίτι οι φίλοι του Κωστάκη. Είναι μια ομάδα που ταχτικά συνεδριάζει και συζητεί για τις μεταπολεμικές πολιτικές εξελίξεις. Όλοι είναι παλιοί γνωστοί μας και οι περισσότεροι πολύ φίλοι μας. Σήμερα ήρθαν ο Γιώργος Οικονομόπουλος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Γιάννης Παρασκευόπουλος, ο Γιώργος Λάπας που είχε κρύψει τον Κωστάκη όταν διώκονταν πέρυσι, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς. Ήρθε και για πρώτη φορά ένας Μακεδόνας πρώην βουλευτής, ο Κώστας Καραμανλής. Μιλούσε λίγο, μα ό,τι έλεγε ήταν σωστό. Μου έκανε εντύπωση η κρίση του και η ειλικρίνειά του. Θα πω του Κωστάκη να τον καλέσει μια μέρα μόνο του, να τον γνωρίσω καλύτερα».
Αυτά έγραφε στο ημερολόγιό της η Ιωάννα Τσάτσου στις 25 Νοεμβρίου 1942 (Φύλλα Κατοχής, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 58) για την ημέρα που γνώρισε πρώτη φορά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Εντελώς συμπτωματικά, την ίδια ακριβώς μέρα εκδηλωνόταν η πρώτη αντιστασιακή δράση, η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Η επιχείρηση εκτελέστηκε για πρώτη και μοναδική φορά από κοινή ομάδα του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και Βρετανών σαμποτέρ. Ποτέ άλλοτε δεν θα μπορέσουν οι δύο αντιστασιακές οργανώσεις να πραγματοποιήσουν κοινή δράση. Αντίθετα, θα περάσουν σε μια άλλη φάση συνεχούς αντιπαλότητας.
Αλλά την ίδια μέρα, η Ιωάννα Τσάτσου σημειώνει τη συνεδρίαση της άτυπης ομάδας με τα πρόσωπα που αναφέρθηκαν και που στην πραγματικότητα δεν είναι όλοι τους μόνο σοσιαλιστές, αλλά καλύπτουν ένα φάσμα από την αριστερά με τη δεξιά. Ίσως οι μέρες εκείνες να είναι δεκτικές για μια πολιτική ενότητα και συνδιαλλαγή ανάμεσα στις δύο κύριες αντίρροπες παρατάξεις, έστω και αν το κλίμα και η «μόδα» επιβάλλουν ένα αριστερό προφίλ. Αυτό το «προφίλ» που ενώνει πολιτικούς από διάφορες γενεές και κυρίως από διαφορετικές κομματικές προελεύσεις, θα το δούμε κάπως αναλυτικότερα, καθώς και τα πρόσωπα της ομάδας που είχαν συνεδριάσει στο σπίτι των Τσάτσων. Δεν είναι μόνον αυτά που αναφέρει η Ιωάννα Τσάτσου στο λήμμα αυτό του ημερολογίου της, αλλά υπάρχουν και άλλα που κινούνται σ’ αυτή τη σοσιαλιστική συντροφιά.
Ο Κ. Καραμανλής την εποχή εκείνη ήταν μόλις 35 χρονών και ήδη είχε διατελέσει δύο φορές μέλος της Βουλής των Ελλήνων, έχοντας αναδειχθεί βουλευτής Σερρών του Λαϊκού Κόμματος στις εκλογές 1935 και 1936. Ασφαλιστής και από το 1932 δικηγόρος Σερρών, ζώντας όμως συχνά στην Αθήνα, στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής, η έναρξη της Κατοχής τον βρήκε στην Αθήνα, όπου από τον Μάρτιο του 1941 είχε μετεγγραφεί στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών. Ο νεαρός δικηγόρος και πρώην βουλευτής εγκαθίσταται σ’ ένα μικρό γραφείο, που αργότερα θα επιταχθεί από τους Γερμανούς. Η απώλεια δεν είναι και μεγάλη, αφού ελάχιστες είναι οι δουλειές που μπορεί να εξασφαλίσει εκείνη την εποχή ένας νεαρός και προερχόμενος από μακρινή επαρχία δικηγόρος.
Ήδη από τα χρόνια των σπουδών του διατηρεί πολλές φιλίες, που φυσικά έχουν αυξηθεί αφότου ασχολήθηκε με την πολιτική. Μεταξύ άλλων, συνδέεται στενά με τον Λάμπρο Ευταξία, συνομήλικό του επίσης πολιτικό και γόνο παλαιάς εύρωστης οικογένειας, καθώς επίσης και με τη Λίνα Τσαλδάρη, κόρη του Σπυρ. Λάμπρου και χήρα του Παναγή Τσαλδάρη, που υπήρξε ο αρχηγός του κόμματός του όταν εξελέγη βουλευτές. Στις κρίσιμες αυτές ώρες της Κατοχής έχει δύο ισχυρούς φίλους για να στηριχθεί, αν και ο χαρακτήρας του είναι αρκετά περήφανος για να ζητάει βοήθεια με το παραμικρό.
Άλλωστε από τους πρώτους κατοχικούς μήνες έχουν διευρυνθεί οι συντροφιές του και έχει γνωρισθεί με ανθρώπους που ανεξάρτητα από πολιτική προέλευση δραστηριοποιούνται στο προσκήνιο είτε στο παρασκήνιο. Δύο πρόσωπα που διαδραματίζουν ρόλο στα πράγματα και με τα οποία συνδέεται ιδιαίτερα είναι ο Αλέξανδρος Σβώλος[1], ο γνωστός πανεπιστημιακός καθηγητής και αριστερός πολιτικός, και ο Γιάννος Πολίτης, ο οποίος υπήρξε ο πρεσβευτής της Ελλάδος στη μουσολινική Ιταλία μέχρι την επίδοση του ιταλικού τελεσιγράφου στις 28 Οκτωβρίου 1940. Και οι δύο αυτοί αποτελούν το επίκεντρο άλλων κύκλων, στους οποίους ο Καραμανλής έχει την ευκαιρία να ενταχθεί και έτσι να γνωρίσει πολλές προσωπικότητες που παίζουν ή θα παίξουν αργότερα σημαντικό ρόλο.
Αναλυτικές περιγραφές για τη ζωή του εκείνη την εποχή έχει κάνει ο Καραμανλής στον πρώτο βιογράφο του, τον Γάλλο ακαδημαϊκό Μωρίς Ζενεβουά, ο οποίος τις κατέγραψε με προσοχή. Όπως είναι φυσικό, η αφήγηση του ίδιου του βιογραφούμενου συχνά εμπεριέχει τον κίνδυνο της υποκειμενικότητας, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει δυσκολία να επιβεβαιώσουμε τα πραγματικά περιστατικά. Μπορεί αυθαίρετα να προσπαθούν οι βιογράφοι του Καραμανλή να υπερμεγεθύνουν τα ηγετικά προσόντα του και να βρίσκουν ευκαιρίες να το πράττουν αυτό ως προς την κατοχική περίοδο, αλλά τα γεγονότα δεν μπορούν να διαστρεβλωθούν. Είναι βέβαιο ότι και ο ίδιος δεν θα το ήθελε.
Άλλωστε στα χρόνια της Κατοχής ο Καραμανλής κινείται σε δύο γνωστούς άξονες: στην Επιτροπή των Μακεδόνων-Θρακών και στην άτυπη σοσιαλιστική ομάδα. Λίγες εβδομάδες πριν φύγουν οριστικά οι Γερμανοί, επιχειρεί να ακολουθήσει τα γεγονότα και διαφεύγει στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, με συκοφαντική διάθεση από τη μεριά των αντιπάλων του, έχει γίνει προσπάθεια, όπως είναι γνωστό από την εποχή που πρωτοεμφανίσθηκε στη δημοσιότητα η υπόθεση Μέρτεν, να τον εμπλέξουν σε δήθεν συνεργασία του με τον κατακτητή. Η περίπτωση αυτή διαψεύσθηκε επανειλημμένα και όχι μόνο δικαστικά, είναι όμως ενδεικτική της εμπάθειας την οποία έχει βιώσει στο παρελθόν ο Κ. Καραμανλής. Αν και στα τέλη της δεκαετίας 1950, όταν ξαφνικά προέκυψε η υπόθεση αυτή, ο Μαξ Μέρτεν είχε κάθε δυνατότητα να αποδείξει τους ισχυρισμούς του, δεν το κατόρθωσε, με αποτέλεσμα να διαψευσθούν οικτρά όσοι επένδυσαν πολιτικά επάνω του.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1940, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος με την Ιταλία, παρουσιάστηκε με την επιστράτευση στο Σιδηρόκαστρο, μαζί με τον αδελφό του Αλέκο. Ο τελευταίος κατατάχθηκε σε μια μονάδα που έφυγε για το Αλβανικό Μέτωπο, ενώ ο ίδιος κρίθηκε ανίκανος να υπηρετήσει λόγω βαρηκοΐας. Γύρισε στις Σέρρες και λίγους μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 1941, επικεφαλής της οικογένειας ως πρωτότοκος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, νοικιάζοντας ένα μικρό διαμέρισμα στην Κυψέλη. Οι ακριβείς λόγοι, για τους οποίους ολόκληρη η οικογένεια την ώρα εκείνη εγκατέλειψε το πατρικό σπίτι στην Πρώτη Σερρών δεν είναι γνωστοί, αλλά προφανώς ένας πολιτικός μπορούσε να προβλέψει τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν, αφότου έγινε γνωστό ότι ισχυρές γερμανικές δυνάμεις είχαν στρατοπεδεύσει στα νότια βουλγαρικά εδάφη, δίπλα από τα ελληνικά σύνορα. Η Αθήνα θεωρήθηκε ασφαλέστερος τόπος για να μείνει η οικογένεια Καραμανλή στις δύσκολες εκείνες ώρες.
Ο Κωνσταντίνος, οι τρεις αδελφές Καραμανλή, η Όλγα 30 ετών τότε, η Αθηνά 24 ετών και η Αντιγόνη 20 ετών, καθώς και οι δύο νεώτεροι από τα αδέλφια που ήταν ακόμη μαθητές, ο Γραμμένος 15 ετών και ο Αχιλλέας 11 ετών, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο μόνος αδελφός, που υπηρετούσε τότε στο Μέτωπο, ο Αλέκος, βρέθηκε και αυτός στην Αθήνα τις ημέρες εκείνες, για να φοιτήσει στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών. Ήταν οι τελευταίες μέρες του πολέμου και ήδη πλέον οι Βρετανοί οπισθοχωρούσαν διατρέχοντας νότια την Ελλάδα με τελικό προορισμό την Κρήτη, στην οποία κατέληξε και η ελληνική ηγεσία υπό τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ και τον Εμμανουήλ Τσουδερό.
Ο Αλέκος Καραμανλής, μετά την αποστράτευσή του, έμεινε στην Αθήνα για να εργασθεί ως δικηγόρος, όπως και ο αδελφός του. Η Αντιγόνη Καραμανλή, η μικρότερη από τις αδελφές, διορίσθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ την ίδια χρονιά η Αθηνά παντρεύτηκε έναν δικηγόρο (η Όλγα είχε παντρευτεί έναν γιατρό τον προηγούμενο χρόνο). Οι νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν με την Κατοχή κατέληξαν στο να χωριστεί η οικογένεια των αδελφών Καραμανλή. Τα τέσσερα αδέλφια εγκατέλειψαν την Αθήνα με προορισμό τη Μακεδονία, όπου όμως είχε εγκατασταθεί βουλγαρική κατοχή στη γενέτειρά τους. Έτσι, τελικά κατευθύνθηκαν στη Νιγρίτα που βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έμεινε στην Αθήνα και μέχρι την Απελευθέρωση δεν μπόρεσε να ταξιδέψει στη Μακεδονία, γεγονός που από μόνο του διαψεύδει τους ισχυρισμούς του Μέρτεν ότι βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη και συνεργαζόταν με τους Γερμανούς. Μαζί του έμειναν ο Αλέκος και η Αντιγόνη, που είχαν αποκτήσει μόνιμη εργασία.
Στον ίδιον έγινε πρόταση από παράγοντες της κατοχικής κυβέρνησης για να διορισθεί ως νομάρχης ή υποδιοικητής της Αγροτικής Τράπεζας. Δεν την αποδέχθηκε την πρόταση, παρά το γεγονός ότι είχε συνδεθεί με άλλους επιφανείς Σερραίους, οι οποίοι δέχθηκαν να αναλάβουν παρόμοιες θέσεις (όπως π.χ. ο Βασίλειος Σιμωνίδης και ο Πέτρος Ιακώβου, εκ των οποίων ο πρώτος έγινε τελικά υπουργός γενικός διοικητής Μακεδονίας και ο δεύτερος γενικός γραμματέας του υπουργείου Γεωργίας επί Κατοχής). Μαζί τους, όπως και με άλλους Μακεδόνες, απέκτησε ιδιαίτερες σχέσεις τον πρώτο καιρό της Κατοχής, όταν συμμετείχαν στην υπό τον Αλέξανδρο Σβώλο Επιτροπή Μακεδόνων και Θρακών. Πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες προερχόμενοι από τη βουλγαροκρατούμενη περιοχή και αποκλεισμένοι στην Αθήνα είχαν σχηματίσει τότε αυτήν την επιτροπή, προκειμένου να συμβάλουν στην προώθηση των εθνικών θεμάτων αναφορικά με τη βουλγαρική κατοχή, αλλά και να περιθάλψουν παντοιοτρόπως τους πρόσφυγες από εκεί.
Για τις δραστηριότητες της Επιτροπής Μακεδόνων και Θρακών κάνει λεπτομερώς λόγο ο Αλέξανδρος Σβώλος στο βιβλίο του «Για τη Μακεδονία και τη Θράκη», όπου και γίνεται ονομαστικός λόγος για τους συνεργάτες του, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός τότε Κωνσταντίνος Καραμανλής. Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου είχε αποδώσει μεγάλη σημασία στην ύπαρξη και στη δράση αυτής της επιτροπής, που την στέγασε και της παρέσχε μηνιαία κρατική οικονομική βοήθεια για να μπορεί να δραστηριοποιείται στα εθνικά θέματα.
[1] Το 1947 ο Κ. Καραμανλής, υπουργός Εργασίας ων τότε, διευκρινίζει με επιστολή του σε ημερήσια εφημερίδα (Εθνικός Κήρυξ, 25.5.1947) ότι με τον Αλέξανδρο Σβώλο ήλθε σε διάσταση τον Οκτώβριο 1943 και ότι από τότε δεν τον είχε ξαναδεί. Αναφέρει συγκεκριμένα: «…Οφείλω να σας πληροφορήσω ότι όχι μόνον δεν συνειργάσθην ποτέ μετ’ αυτού, αλλά υπήρξα και ο πρώτος ίσως που απεδοκίμασε την πολιτικήν του». Συνεχίζει χαρακτηριστικά: «Διαρκούσης της κατοχής και συγκεκριμένως κατά Οκτώβριον του 1943 έσχον δύο συνομιλίας μετά του κ. Σβώλου κατά τας οποίας παρίσταντο και οι πρώην υπουργοί κ.κ. Κ. Τσάτσος και Ι. Παρασκευόπουλος και κατά τας οποίας διεπιστώθη πλήρης αντίθεσις απόψεων, εμού υποστηρίζοντος ότι καθήκον όλων των κομμάτων παλαιών και νέων είναι να αναλάβουν αγώνα κατά του ΕΑΜ από την πολιτικήν του οποίου θα προέκυπτον, όπως ετόνισα, συμφοραί διά το Έθνος». Και επιλέγει: «Είναι περιττόν να είπω ότι τον κ. Σβώλον, έχοντα αντίθετον γνώμην, ουδέποτε έκτοτε επανείδον».
Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "Η υπόθεση Μέρτεν και η σύγκρουση με τον Καραμανλή" (βιβλιοπωλείο Υψηλάντου 5, Κολωνάκι, τηλ. 210-7255962)
Ο Κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΣΤΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΣ CIA
Όπως προκύπτει από όσα προαναφέρθηκαν στις προηγούμενες σελίδες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επί Κατοχής δεν είχε καμιά στοιχειοθετημένη επιλήψιμη συμπεριφορά ή οποιαδήποτε σύνδεση με τους Γερμανούς. Ωστόσο από τα τέλη της δεκαετίας 1950 συστηματικά έχει επιχειρηθεί από διάφορους κύκλους να υποστηριχθεί το αντίθετο.
Στα αρχεία της CIA, που από ετών είναι προσβάσιμα στο κοινό, περιλαμβάνεται και ένα έγγραφο οπωσδήποτε μειωμένης αξιοπιστίας, που συνδέει τον Έλληνα πολιτικό με τη δίωξη των Εβραίων επί Κατοχής από τους Γερμανούς:
ΑΚΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟΣ
16 Σεπτεμβρίου 1962
Το όνομα του πρωθυπουργού κ. Κωνστ. Καραμανλή περιλαμβάνεται πράγματι εις τον πίνακα των πρακτόρων των γερμανικών αρχών κατοχής, ως συνεργάτης του Μέρτεν εις την εξόντωσιν των Εβραίων.
1. Κατά την αυτήν χθεσινήν συνομιλίαν με τον Σύμβουλον Πρεσβείας κ. Ιωάννην Μοσχόπουλον, ούτος μου ανεκοίνωσε και τα κάτωθι υπό άκρως απόρρητον τύπον:
α. Κατά την πέρυσι διεξαχθείσαν εις το Ισραήλ δίκην του Γερμανού εγκληματίου πολέμου Άντολφ Άιχμαν, μεταξύ των στοιχείων που περιείχοντο εις την σχηματισθείσαν κατ’ αυτού δικογραφίαν, βάσει της οποίας παρεπέμφθη ούτος εις δίκην και κατεδικάσθη εις θάνατον, περιείχετο και ένας επίσημος πίναξ των – κατά την κατοχήν – διατελεσάντων πρακτόρων των γερμανικών αρχών κατοχής εις την Ελλάδα Ελλήνων υπηκόων, οι οποίοι είχον συνεργασθή μετά του Μέρτεν εν Θεσσαλονίκη εις το έργον της εξοντώσεως των Εβραίων της πόλεως ταύτης και της λαφυραγωγήσεως των περιουσιών αυτών. Ο πίναξ ούτος των πρακτόρων απετέλει μέρος των εγγράφων και αποδεικτικών στοιχείων, που ανεφέροντο εις το κεφάλαιον της διώξεως των Εβραίων της Ελλάδος.
β. Την δίκην του Άιχμαν είχε παρακολουθήσει διά λογαριασμόν της ελληνικής κυβερνήσεως ένας έμπιστος υπάλληλος, ισραηλιτικής καταγωγής, ανήκων εις την υπηρεσίαν Τύπου της εις το Ισραήλ διπλωματικής αντιπροσωπείας της Ελλάδος, διωρισμένος από πολλών ετών εις την υπηρεσίαν ταύτην, και το πρώτον διορισθείς όταν ο κ. Μοσχόπουλος ήτο προ αρκετών ετών διπλωματικός αντιπρόσωπος της Ελλάδος πλησίον της κυβερνήσεως του Ισραήλ. Φυσικά ο Ισραηλίτης ούτος, υπηρετήσας επί πολύ διάστημα και υπό τας διαταγάς του κ. Μοσχόπουλου είχε συνδεθή πολύ μετ’ αυτού και είχε προσφέρει εις αυτόν εξαιρέτους υπηρεσίας εν τη αποστολή του. Διατηρεί έκτοτε σχέσεις μετ’ αυτού ο κ. Μοσχόπουλος.
γ. Ο Ισραηλίτης ούτος έμπιστος της υπηρεσίας του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, υπό την ιδιότητα του εκπροσώπου της ελληνικής κυβερνήσεως προς παρακολούθησιν της δίκης Άιχμαν, έλαβε γνώσιν των αφορώντων τους Εβραίους της Ελλάδος εγγράφων της δικογραφίας, έλαβε δε γνώσιν και του συνημμένου πίνακος των Ελλήνων πρακτόρων των Γερμανών της κατοχής και εις τον πίνακα τούτον ανέγνωσεν ιδίος όμμασι και το όνομα του σημερινού πρωθυπουργού της Ελλάδος κ. Κωνστ. Καραμανλή. Ειδοποίησε – κατόπιν τούτου – την κυβέρνησιν αρμοδίως.
δ. Κατόπιν τούτου, η ελληνική κυβέρνησις τόσον διά του εις Ισραήλ διπλωματικού της εκπροσώπου, όσον και διά του εν Αθήναις διπλωματικού εκπροσώπου του Ισραήλ κ. Κάπελ προέβη εις επίμονα διαβήματα προς την κυβέρνησιν του Ισραήλ, όπως μη κοινολογηθή κατ’ ουδένα τρόπον ο εν λόγω πίναξ κατά την δίκην, ίνα μη αποκαλυφθή προφανώς το όνομα του κ. Καραμανλή. Η κυβέρνησις του Ισραήλ εδέχθη την ελληνικήν παράκλησιν και πράγματι ο γενικός εισαγγελεύς Χάουσνερ δεν εχρησιμοποίησε κατά την δίκην τα στοιχεία του πίνακος τούτου.
ε. Εσχάτως, ο κ. Μοσχόπουλος [1] συνηντήθη με τον εν λόγω Ισραηλίτην υπάλληλον Τύπου της εις Ισραήλ ελληνικής διπλωματικής αντιπροσωπείας, ο οποίος του εξιστόρησε και του απεκάλυψεν, υπό άκρως απόρρητον τύπον, τα του πίνακος και τα διαβήματα της ελληνικής κυβερνήσεως, και τον διεβεβαίωσε κατηγορηματικώς ότι το όνομα του κ. Καραμανλή περιελαμβάνετο πράγματι εις τον πίνακα των πρακτόρων των Γερμανών της κατοχής, υπογραμμισμένον δι’ ερυθράς μολυβδίδος, όπως διά τοιαύτης μολυβδίδος ήσαν υπογραμμισμένα και τα ονόματα πολλών άλλων Ελλήνων πρακτόρων, μεταξύ των οποίων μου ανεκοίνωσε και τα ονόματα του καθηγητού του πανεπιστημίου κ. Πετρόπουλου, ως και του κ. Κωνσταντίνου Τσαλδάρη, τέως πρωθυπουργού και αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος.
2. Υπεσχέθην κατηγορηματικώς εις τον κ. Μοσχόπουλον άκραν εχεμύθειαν επί όλων των ανωτέρω πληροφοριών του.
- Εν πρώτοις, ολίγα περί του αγνώστου βίου του Καραμανλή στην πρώτη φάσι της ζωής του – διότι περί του γνωστού έχουν φροντίσει ήδη οι μίσθαρνοι «αγιογράφοι»του: Ο γεννηθείς στο χωρίον Κιούπκιοϊ της Οθωμανικής Μακεδονίας το 1907, πρωτότοκος υιός του Γεωργίου Καραμανλή και της Φωτεινής Δαλόγλου, ο Κ. έλαβε την στοιχειώδη εκπαίδευσι στην Πρώτη Σερρών και την δευτεροβάθμιο στο Γυμνάσιον Νέας Ζίχνης.
- Ο τότε βουλευτής Σερρών Αθανάσιος Αργυρός ανέλαβε την επιμόρφωσι του Καραμανλή και τον εισήγαγε ως οικότροφον στο Λύκειον Μεγαρέως, στο Παγκράτι.
- Αποφοιτήσας ο Κ., εισήλθε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου έλαβε δίπλωμα το 1932, ελάχιστα δικηγορήσας εις Σέρρας.
. Στην πολιτικήν ζωήν εισήλθεν ως «ιδιαίτερος» του Αργυρού, που κατά τον Κώστα Μπαρμπή (βλ. σχ. ΚΚ: Εθνάρχης ή Εθνικός Εφιάλτης, εκδ. Λογοθέτης, 1995, σελ.29 επ.)
τον εξηπάτησεν πολιτικώς .........
εκλεγείς αντ’ αυτού, εις ηλικίαν 28 ετών, στην Ε΄ Εθνοσυνέλευσι του 1935, ως βουλευτής Σερρών του Λαϊκού κόμματος
Το 1936, επανεξελέγη στην Γ΄ Αναθεωρητική Βουλή, την οποίαν διέλυσεν ο στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς την 4ην Αυγούστου 1936, κηρύξας δικτατορία, λόγω και της τότε χαώδους πολιτικής καταστάσεως εν Ελλάδι.
- Στην Βουλή του ’35 ο Καραμανλής εσχετίσθη με τον Λάμπρον Ευταξία. Ήσαν σχεδόν συνομήλικοι, ομοϊδεάτες κατά της Μεταξικής δικτατορίας, η οποία ανέστειλε την πολιτική των δραστηριότητα (βλ. σχ.
- Αν ο Eυάγγελος Δενδρινός είχεν αστοχήσει; Η αποδόμησις ενός μύθου ...
--- του Κωνσταντίνου Κόλμερ ♦
Το τηλέφωνο στο γραφείο του Μεταξικού υπουργού Ασφαλείας κωδούνισε δυνατά.
Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης σήκωσε το ακουστικό. –
Λέγετε…
– Εδώ διευθυντής των φυλακών Αβέρωφ, ακούσθηκε από την άλλη γραμμή. Έχουμε ένα σοβαρό πρόβλημα, κύριε υπουργέ.
Αντιμετωπίζουμε τον εκβιασμό ενός εγκαθείρκτου.
Παρέσυρε τον βουλευτή Λάμπρο Ευταξία στο κελί του, τον αιχμαλώτισε και απειλεί να τον σκοτώσει, εάν δεν αποφυλακισθή αμέσως.
– Περιμένατε, απήντησε ο Μανιαδάκης, και ευθύς αμέσως συνεβουλεύθη τηλεφωνικώς τον πρωθυπουργό…
Ο Ιωάννης Μεταξάς είχε έναν φίλο, δεινό σκοπευτή.
Τον Ευάγγελο Δενδρινόν.
Τον επεφόρτισε να μεταβή πάραυτα στις φυλακές Αβέρωφ, να σκοπεύσει από του μικρού παραθύρου του κελίου τον εκβιαστή και να τον φονεύσει επί τόπου.
Όπερ και εγένετο.
Διασωθέντος του Ευταξίου και του κύρους του κράτους, που δεν υπέκυψε στον εκβιασμό ενός βαρυποινίτου, ο βασιλεύς Γεώργιος β’ παρεσημοφόρησε τον Δενδρινόν διά την ευστοχία του. Ακολούθησεν η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, που διέλυσε την Βουλή του ’36 στην οποίαν μετείχε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. (βλ. σχ. Πάνου Βίγλαρη, Η καθόδος των Ολεθρίων, σελ. 407 επ.)
Οι σχέσεις του Λάμπρου Ευταξίου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήσαν γνωστές στην προπολεμικήν Αθήνα.
Αυτό που έμεινε άγνωστο αφορά στην επιστολή που έστειλε (28.3.1988) ο Λάμπρος Ευταξίας στον Σπύρο Μαρκεζίνη, παραπονούμενος ότι, «άν και τον προστάτευσε» (και ουσιαστικώς διέσωσε τον Καραμανλή απ’ το δικαστήριο των δοσιλόγων, διά την δραστηριότητά του κατά την Γερμανική κατοχήν), εν τούτοις ο περί ού ο λόγος συμπεριεφέρθη αγνωμόνως στον προστάτη του (βλ. σχ. Σπ. Μαρκεζίνη, Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος 1936-44, εκδ. Πάπυρος, α΄τόμος, σελ. ΧΙ.)
Ως διηγείται σχετικώς ο τ. πρόεδρος της νεολαίας των Προοδευτικών Αντώνης Βογιατζής, κατά εξομολόγησι του ιδίου του Ευταξίου, ο Καραμανλής του είπε τηλεφωνικώς ότι «κατέστησε την αγνωμοσύνη…πολιτική αρετή», εννοών την απιστία έναντι των πρώην συντρόφων του.
Η πολιτική απάτη ήταν παγία τακτική του Καραμανλή: εξαπατήσας τον βασιλέα Κωνσταντίνο Β΄, ΏΣΤΕ να μην επανέλθη στην πατρίδα το 1974, τον συνταγματάρχη Γ. Γρίβα διά την ματαίωσι του Κυπριακού αγώνος, τον αρχιεπίσκοπον Μακάριον μετά την Τουρκικήν εισβολή, τον Σπύρο Θεοτόκη ως υπουργό Εξωτερικών το 1956 και τον Ευάγγελον Αβέρωφ διά την πρωθυπουργία το 1980 (που την παρέδωσε στον Γεώργιο Ράλλην), ο κρυψίνους Καραμανλής είχε αναγάγει την παραπλάνησιν εις επιστήμην, μη αποφυγών, όμως, εν τέλει και ο ίδιος την εξαπάτησιν απ’ τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1989, όταν αντ’ αυτού διορίσθη πρόεδρος της δημοκρατίας ο Χρίστος Σαρτζετάκης.
Εάν όμως ο Δενδρινός το 1936 είχεν αστοχήσει και ο Ευταξίας εφονεύετο υπό του εγκαθείρκτου κακοποιού, ποία θα ήταν η πολιτική εξαπάτησις της Ελλάδος μεταπολεμικώς;
Σκοτεινό παρελθόν
Εν πρώτοις, ολίγα περί του αγνώστου βίου του Καραμανλή στην πρώτη φάσι της ζωής του – διότι περί του γνωστού έχουν φροντίσει ήδη οι μίσθαρνοι «αγιογράφοι»του: Ο γεννηθείς στο χωρίον Κιούπκιοϊ της Οθωμανικής Μακεδονίας το 1907, πρωτότοκος υιός του Γεωργίου Καραμανλή και της Φωτεινής Δαλόγλου, ο Κ. έλαβε την στοιχειώδη εκπαίδευσι στην Πρώτη Σερρών και την δευτεροβάθμιο στο Γυμνάσιον Νέας Ζίχνης.
Ο τότε βουλευτής Σερρών Αθανάσιος Αργυρός ανέλαβε την επιμόρφωσι του Καραμανλή και τον εισήγαγε ως οικότροφον στο Λύκειον Μεγαρέως, στο Παγκράτι.
Αποφοιτήσας ο Κ., εισήλθε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου έλαβε δίπλωμα το 1932, ελάχιστα δικηγορήσας εις Σέρρας.
Στην πολιτικήν ζωήν εισήλθεν ως «ιδιαίτερος» του Αργυρού, που κατά τον Κώστα Μπαρμπή (βλ. σχ. ΚΚ: Εθνάρχης ή Εθνικός Εφιάλτης, εκδ. Λογοθέτης, 1995, σελ.29 επ.) τον εξηπάτησεν πολιτικώς εκλεγείς αντ’ αυτού, εις ηλικίαν 28 ετών, στην Ε΄ Εθνοσυνέλευσι του 1935, ως βουλευτής Σερρών του Λαϊκού κόμματος.
Το 1936, επανεξελέγη στην Γ΄ Αναθεωρητική Βουλή, την οποίαν διέλυσεν ο στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς την 4ην Αυγούστου 1936, κηρύξας δικτατορία, λόγω και της τότε χαώδους πολιτικής καταστάσεως εν Ελλάδι.
Στην Βουλή του ’35 ο Καραμανλής εσχετίσθη με τον Λάμπρον Ευταξία. Ήσαν σχεδόν συνομήλικοι, ομοϊδεάτες κατά της Μεταξικής δικτατορίας, η οποία ανέστειλε την πολιτική των δραστηριότητα (βλ. σχ. ΛΑΜΠΡΟΣ ΕΥΤΑΞΙΑΣ.
Ο Βίος και η πολιτεία ενός ευπατρίδη, υπό Κ. Κόλμερ, εκδ. ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα 2006, σελ.112).
Ο Καραμανλής, διαρκούσης της Γερμανικής κατοχής, έλαμψε διά της απουσίας του από τους εθνικούς αγώνες.
Αντιθέτως, σύμφωνα με αναφερόμενες βιβλιογραφικές αναφορές, φέρεται ότι ανεμίχθη στην εμπορία τροφίμων, συνεργαζόμενος με τον κατοχικό γενικό γραμματέα του υπουργείου Γεωργίας Φιλήμονα Πατίστα, καταδικασθέντα αργότερα ως δοσίλογον.
Συνεργάζετο επίσης, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ο Κ. με τον πλοιοκτήτη Μιλτιάδη Εμπειρίκο, εφοδιάζοντα με το σκάφος ΕΛΕΝΗ την στρατιάν του Ρόμελ στο Τομπρούκ με τρόφιμα.
Ο Πατίστας εξέδιδε άδειες εισαγωγής ελαιολάδου εκ Κρήτης έναντι οσπρίων και σίτου εκ Θεσσαλονίκης, τα οποία επωλούντο στην μαύρη αγορά της λιμοκτονούσης Αθήνας.
Ο Κ. επεδίωξε να διορισθή και διοικητής της Αγροτικής Τραπέζης αλλά ο κατοχικός πρωθυπουργός Λογοθετόπουλος τον απέρριψε, γνωρίζων το δύσφημο παρελθόν του (βλ. σχ. Η κάθοδος των ολεθρίων, υπό Πάνου Βίγλαρη, εκδ. Στ.Κωνσταντινόπουλος, 1985)
Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Καραμανλής προσεχώρησε στην «Σοσιαλιστική ΄Ενωση» που είχαν ιδρύσει οι σοσιαλιστές καθηγητές Ξενοφών Ζολώτας, Κων/νος Τσάτσος και ΄Αγγελος Αγγελόπουλος (εν συνεχεία «υπουργός Οικονομικών» του… Βουνού το 1943-4).
«Αυτοί (οι καθηγητές) με τις ιδέες τους, τις προτάσεις και τις διασυνδέσεις τους επηρέασαν καθοριστικά τον χαρακτήρα των δημοσίων επιλογών που υιοθετήθησαν τα πρώτα κρίσιμα μεταπολεμικά χρόνια, όσο και αρκετές δεκαετίες μετά» (βλ. σχ. «Δημιουργική κρίση σε Δημοκρατία και Οικονομία, με παράδειγμα την σύγχρονη Ελλάδα», υπό Γεωργίου Μπήτρου και Αναστασίου Καραγιάννη, εκδ.Παπαζήση, Αθήνα 2011, σελ.275 κ.ε., όπου εκτίθεται η οικονομική πολιτική του Κ. τα έτη 1955-63 εντός πλαισίου εντόνου κρατικισμού).
Τελευτούντος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Καραμανλής διέφυγε στην Μέσην Ανατολήν αλλά φιλύποπτοι οι Εγγλέζοι τον εκράτησαν επί τρίμηνον στην Συρίαν, απ’όπου επέστρεψεν άπρακτος εις Αθήνας, μηδέποτε κατορθώσας να φθάσει στο Κάϊρον, όπου ευρίσκετο η ελευθέρα Ελληνική κυβέρνησις. Μεταπολεμικώς, ο Κ. αξιοποίησε την προσωπική του σχέσιν με τον Ευταξίαν.
Τη υποδείξει του τελευταίου, διορίσθη επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Τσαλδάρη ως υπουργός Εργασίας από 24ης Νοεμβρίου 1946 έως 7ης Φεβρουαρίου 1947.
Διετέλεσε υπουργός Γεωργίας στην κυβέρνησι Δ. Μαξίμου από 27 Ιανουαρίου 1947 ενώ ο Ευταξίας ετέθη οικειοθελώς εκτός κυβερνήσεως.
Ο Κ. έγινε υπουργός Μεταφορών από 7ης Μαΐου έως 18 Νοεμβρίου 1948 και υπουργός Κοινωνικής Προνοίας από 18. 11.48 μέχρις 6ης Ιανουαρίου 1950. Τον Σεπτέβριον 1950, στην κυβέρνησι Βενιζέλου-Τσαλδάρη-Παπανδρέου, ο Κ. ανέλαβε επί δίμηνον το υπουργείον Στρατιωτικών και εν συνεχεία απεχώρησε απ’ το Λαϊκόν κόμμα, προσχωρήσας στην ομάδα Στεφανοπούλου, η οποία τελικώς συνετάχθη με τον στρατάρχην Αλέξανδρο Παπάγον στον ιδρυθέντα υπ’ αυτού «Ελληνικόν Συναγερμόν» (Ε.Σ) (βλ. σχ. Ελλήνων Σάλπισμα, Ιαν 2011).
Κατά τας εκλογάς του 1951, ο Ε.Σ. δεν συνεκέντρωσε την απόλυτο πλειοψηφία και παρέμεινε στην αντιπολίτευσι. Φημολογείται ότι ο Κ. προσεφέρθη να στηρίξη την ασθενή κοινοβουλευτικώς κυβέρνησι Πλαστήρα, αποσχιζόμενος του Ε.Σ. με μία μικρή ομάδα βουλευτών, αλλ’ ο Πλαστήρας δεν εδέχθη την Καραμανλική πρωτοβουλία, ειδοποιήσας τον Παπάγον (βλ. αν. Π. Βίγλαρη).
Ο Παπάγος δεν ηθέλησε να συμπεριλάβη τον Κ. στον εκλογικό συνδυασμό Σερρών κατά τας εκλογάς του 1952 αλλ’ επιέσθη υπό του Σπ. Μαρκεζίνη, επ’ απειλή ότι άλλως ο Καραμανλής θα κατήρχετο εις τας εκλογάς επικεφαλής αυτονομιστικού «Μακεδονικού κόμματος».
Ούτως ο Καραμανλής επανεξελέγη και μάλιστα διορίσθη υπουργός Δημοσίων ΄Εργων, αποκτήσας εν τω μεταξύ και την εύνοιαν των Ανακτόρων (αποκληθείς ως «Μέγας …Φρειδερίκος» υπό της εφημερίδος ΑΘΗΝΑΪΚΗ. Βλ. σχ. εξομολόγησι του Κ. Μανιαδάκη στο βιβλίον του Π. Βίγλαρη).
Μετά τον θάνατον του Αλεξάνδρου Παπάγου, το 1955, ο Κ. διωρίσθη την 4ην Οκτωβρίου 1955 πρωθυπουργός υπό του βασιλέως Παύλου (αντί του Πιπινέλη) καθ’ υπόδειξιν της βασιλίσσης Φρειδερίκης και των Αμερικανών.
«Από της στιγμής αυτής ήρχισεν η πρωθυπουργική σταδιοδρομία και ηγεμονία του Καραμανλή, πλήρους πολιτικού αμοραλισμού» (βλ. σχ. Θ. Παπακωνσταντίνου, Η μεγάλη περιπέτεια, σελ.120).
Τα μετέπειτα είναι λίγο ή πολύ γνωστά.
Άν όμως ο Κ. δεν είχεν υποστηριχθή υπό του Λάμπρου Ευταξίου, κατά την κρίσιμον μεταπολεμικήν περίοδον 1946-51, είναι πολύ πιθανόν ότι δεν θα πρωταγωνιστούσε στο πολιτικό προσκήνιον της Ελλάδος σχεδόν επί μία 35ετίαν.
Ούτως δεν θα είχαν συμβή τα ακόλουθα ατυχή διά το έθνος γεγονότα:
Ατυχείς συγκυρίαι
1. Το Ελληνικόν κράτος δεν θα χρεωκοπούσε σήμερα και η Ελληνική κοινωνία δεν θα είχε διασπασθή εις μίαν κάστα προνομιούχων και εις έναν χύδην λαόν, που εξαρτά πλήρως την επιβίωσίν του από το δημόσιον.
Το μοντέλο της νεοθωμανικής διακυβερνήσεως υιοθετήθη υπό του Καραμανλή, όπου όλες οι αποφάσεις και «οι εντολές» εκπορεύοντο από του πρωθυπουργικού γραφείου. Συγχρόνως ο Κ. εφήρμοσε την διαρκή διεύρυνσι του δημοσίου τομέως, με ίδρυσι δημοσίων επιχειρήσεων, προσλήψεις ψηφοφόρων και ξένες πιστώσεις.
Ο αριθμός των «εργαζομένων» στο δημόσιον από 54.000 προπολεμικώς είχεν ήδη το 1963 τριπλασισθή επί Κ. και έφθασε το ένα εκατομμύριον και πλέον στις αρχές του 21ου αιώνος επί των επιγόνων του.
Ο Κ. εξέθρεψε τον Λεβιάθαν του δημοσίου και ο Ανδρέας Παπανδρέου εύρεν πρόσφορον έδαφος να παράσχει μισθούς, συντάξεις και επιδοτήσεις στην λαϊκήν μάζα με τα χρήματα της «ΕΟΚ» και του εκτεταμένου ξένου δανεισμού (συνολικώς άνω του ενός τρις. ευρώ).
Τ’ αποτελέσματα της εξωνήσεως της λαϊκής ψήφου έφεραν την Ελλάδα στην σημερινή κρίσι και άφησαν τον λαόν πολιτικώς αμόρφωτον και παραγωγικώς με αρνητική προστιθεμένην αξία.
2. Η Ελλάς χωρίς τον Κ. δεν θα «ανήκε εις την Δύσιν», ως επιγραμματικώς είχε δηλώσει, αλλά πρωτίστως εις εαυτήν.
Δηλαδή στον Ελληνικόν λαόν και δευτερευόντως στις συμφέρουσες πρός τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του Ελληνισμού συμμαχίες.
Εις ποίαν «Δύσιν» ήθελεν ο Κ. την Ελλάδα;
Του ανθελληνικού ΝΑΤΟ, με όπλα του οποίου κατελήφθη υπό των Τούρκων η Κύπρος;
Της Ευρωπαϊκής Ενώσεως των Ολλανδών, Φιλανδών και Αυστριακών, που θεωρούν τους Έλληνας «τεμπέληδες, ανεπρόκοπους και καλοπερασάκηδες»;
Της Γερμανίας του χερ Σόϋμπλε, που φαντάζεται αντιεπιστημονικώς «την ανάπτυξη της Ελλάδας μέσω της… λιτότητας» (!) ή μήπως της Κομμισσιόν της Ε.Ε., που προστατεύει τα συμφέροντα των λαθρομεταναστών με την συνθήκη Σένγκεν, αντί των γηγενών;
3. Άνευ του Κ. δεν θα είχε προκληθή, κατά την πρώτη οκταετία του, η μετανάστευσις ενός εκατομμυρίου Ελλήνων, η αστυφιλία και η εγκατάλειψις της υπαίθρου, με προσέλκυσι των αγροτικών πληθυσμών στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Το «κόλπο» της αστυφιλίας εμεθοδεύθη διά της Αντιπαροχής – Κατ’Όροφον Ιδιοκτησίας – Αφορολογήτων Υψηλών Συντελεστών Δομήσεως υπέρ των… εργολάβων! Αρχικώς εφηρμόσθη επί θητείας του Κ. στο υφυπουργείον Οικισμού το 1954.
Τότε άρχισε και η αλλοίωσις της φυσιογνωμίας των Αθηνών, με την καταστροφή των διατηρητέων κτισμάτων της λεωφόρου Βασ.Σοφίας, την κάλυψι των ποταμών Κηφισσού, Ηριδανού και Ιλισσού, την αυθαίρετη δόμησι των χειμάρων της Αττικής και την δημιουργία ακαλύπτων χωματερών εις ολόκληρη την χώρα.
Την απουσία πολεοδομικής πολιτικής του Κ. εμιμήθησαν εν συνεχεία όλες οι «δημοφιλείς» κυβερνήσεις.
Ένα από τ’ άγνωστα «ανδραγαθήματα» του «απο-φασιστικού» Κ. ήταν η εν μιά νυκτί και μόνη αποξήλωσις των σιδηροτροχειών του Τράμ, το οποίον επανιδρύθη επ’ ευκαιρία των «Ολυμπιακών… Παιγνίων» (Olympic Games) το 2004.
Άλλο λησμονημένο «σκανδαλάκι» του Κ., ως υπουργού Δημοσίων Έργων, ήταν η αγορά των «βραχωδών οικοπέδων» στην Φιλοθέη, στο δέκατο της αξίας και η εν συνεχεία ένταξίς των στο σχέδιον πόλεως, μ’ αποτέλεσμα την κατακόρυφο ανατίμησίν των.
4. Με τον Καραμανλή απωλέσθησαν τ’ αποθεματικά των Ασφαλιστικών Ταμείων (ΝΑΤ, ΙΚΑ, ΜΤΣ κλπ.) διά της υποχρεωτικής ανακαταθέσεως στην Τράπεζα της Ελλάδος με ιδιαιτέρως χαμηλά επιτόκια και αποδόσεις.
Η σημερινή αδυναμία των Ταμείων να πληρώσουν τους συνταξιούχους, ιδίως μετά το αξιόποινον «κούρεμα» των κρατικών ομολόγων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος, ανατρέχει στην εποχή Καραμανλή.
5. Ο Κ. ίδρυσε σειράν δημοσίων επιχειρήσεων ως η ΔΕΗ, ο ΟΤΕ η ΕΥΔΑΠ, τα Ζαχαρουργεία, η ΚΥΔΕΠ, ο ΟΛΠ κλπ., όπου διόριζε ως διοικητάς υποστηρικτές του άνευ προσόντων.
6. Απόντος του Κ. δεν θα είχε «λυθή» το Κυπριακόν με τις επαίσχυντες συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου, που κατέστησαν την Τουρκίαν εγγυήτρια δύναμι της «ανεξαρτησίας» της Κύπρου και οδήγησαν στην διχοτόμησι, την οποίαν πρώτος υπεστήριξεν ο Καραμανλής, με τον Ευάγγελον Αβέρωφ-Τοσίτσα ως υπουργόν Εξωτερικών, κατόπιν της παραιτήσεως του Σπύρου Θεοτόκη, κατ’ αξίωσιν του Μακαρίου. (βλ. σχ. Βιογραφία του Σ.Θ., Πολιτικαί Αναμνήσεις, Αθήνα 1986).
Η εκβιαστική υπογραφή των συμφωνιών υπό του Μακαρίου υπήρξεν «η ευτυχεστέρα ημέρα της ζωής» του Καραμανλή, κατά δήλωσιν του ιδίου, ίσως διότι ούτως απεπλήρωσε το γραμμάτιον της αναρρήσεώς του στην πρωθυπουργίαν υπό των Αμερικανών.
7. Ο Κ. διέλυσε τον «Ελληνικό Συναγερμόν» (4.1.1955), συστήσας προσωποπαγές κόμμα, την «Ε,ρέ» (ΕΣΤΙΑ) και εμεθόδευσε αλλεπάλληλα εκλογομαγειρεία, με τις εκλογικές «νίκες» του το 1958, 1961 και 1975.
Ούτως ο πολιτικός βίος της χώρας δεν θα εκτραχύνετο, ως παρεδέχθη αργότερον κι’ ο ίδιος, εις μίαν σπανία κρίσιν αυτογνωσίας.
8. Δεν θα είχεν λόγον ο Γεώργιος Παπανδρέου να κηρύξει τον «ανένδοτο αγώνα» το 1962 και δεν θα είχε κερδίσει τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 η «Ένωσις Κέντρου» – ένα εξ υπ’ αρχής ασταθές πολιτικό σχήμα ετεροθαλών κομμάτων.
9. Δεν θα είχε «διαφωνήσει» ο Κ., αρχομένου του 1963, με το Παλάτι, σχετικώς με την επίσκεψι των Ελλήνων βασιλέων στην Αγγλία, που ωδήγησεν εις παραίτησίν του και στην οξυτάτη πολιτική και, γιά πρώτην φοράν μεταπολεμικώς, καθεστωτική κρίσι της «κοινοβουλευτικής μοναρχίας».
10. Απουσιάζοντος του Κ. δεν θα είχεν επανέλθη ο έτερος ολετήρας της συγχρόνου Ελλάδος, ο Ανδρέας Παπανδρέου, εξ Αμερικής, διορισθείς καθ’ υπόδειξιν των Αμερικανών ως «σύμβουλος» στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Αλλά κι’ αν είχεν …αυτοβούλως επανέλθη ο Α.Π., δεν θα απηλλάσσετο υπό του Ειδικού Δικαστηρίου το 1989 διά την συμμετοχή του στο σκάνδαλο της Τραπέζης Κρήτης, τη αγρία παρεμβάσει των Καραμανλή-Μητσοτάκη εις τους περιδεείς δικαστάς (όπως αναφέρει ο Σπυρίδωνος Σπύρου: Πώς απηλλάγη ο Α.Π. στο Ειδικό δικαστήριον, εκδ.ΠΕΛΑΣΓΟΣ, 2012) .
Ο Καραμανλής διετείνετο ότι «οι πρώην πρωθυπουργοί πάνε σπίτι τους κι’ όχι φυλακή» (όταν συλληφθούν υπεξαιρούντες δημόσια κεφάλαια).
Ούτως καθιερώθη διά πρώτη φοράν η παράδοξος ασυλία των πολιτικών εν Ελλάδι, η οποία επεξετάθη και στους διοικούντες τις Τράπεζες προσφάτως.
10. Είναι και πολύ πιθανόν, επί τη βάσει της θεωρίας του «ισοδυνάμου των όρων», ότι εξομαλυνομένου του πολιτικού βίου άνευ των Καραμανλή και Α. Παπανδρέου, να μην είχε γίνη και η επέμβασις του στρατού της 21ης Απριλίου 1967 – αν κι’ αύτη υπηγορεύθη υπό των Αμερικανών εξ άλλων λόγων (εν όψει του πολέμου των «Έξη ημερών» του Ισραήλ, τον Ιούνιον 1967).
11. Άνευ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μιά ευνομουμένη Ελλάς θα είχεν εισπράξει από την Γερμανία το λεγόμενον «Κατοχικόν δάνειον», αξίας 40 δις.$ σήμερον, ως και τις αποζημιώσεις διά τις φρικαλεότητες της Βέρμαχτ στο Δίστομον, στα Καλάβρυτα, στην ΄Ηπειρο, Μακεδονία και Κρήτη.
Ο Κ. διέγραψε τις νόμιμες αυτές αξιώσεις χάριν Γερμανικών πιστώσεων μόλις 200 εκατομμυρίων μάρκων και παρέσχεν αμνηστείαν στους Γερμανούς εγκληματίες πολέμου (Μέρτεν και Σια) κατά την πρώτην του οκταετίαν (βλ. σχ. «Στην Σκιά της Κατοχής.
Οι Ελληνογερμανικές σχέσεις την περίοδο 1940-2010.» υπό Katerina Kralova. Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2012, σελ.222 -229 και ικατωτέρω).
Τον Καραμανλή περιβάλλει η φήμη ως «μεγαλοφυούς οικονομολόγου», που επέτυχε την «ανάπτυξη της Ελλάδας» στην περίοδο 1956-1963.
Πράγματι, ο μέσος ρυθμός αναπτύξεως της 8ετίας ήταν 5% αλλά στην δευτέρα 8ετία (1975-81)έπεσε στο 0,5%!
Αν ήταν σπουδαίος οικονομολόγος δεν θα υπήρχε τόση διαφορά, καθ’ όσον μάλλον κατά την μεσολαβείσα «χουντική» 7ετία, η ανάπτυξις της οικονομίας υπερέβη τον μ.ό. 6%.
Προφανώς το χαμηλόν σημείον αφετηρίας και οι ευνοϊκές διεθνείς οικονομικές συνθήκες ευνόησαν την εγχωρία ανάπτυξι των περιόδων αυτών, μαζί με την πολιτική σταθερότητα και τις ξένες επενδύσεις.
Εν τούτοις, τότε εξετράφη ο πρώϊμος κρατικισμός του Κ., που επεκράτησε πλήρως μετά το 1974, οδηγήσας την χώραν εις πλήρη τελμάτωσιν.
Η «κοινοβολευτική δημο-ακρατία»
Η επάνοδος του Κ. εκ της αυτοεξορίας του στο Παρίσι το θέρος του 1974, μετά την τουρκικήν εισβολήν στην Κύπρο και την κατάρρευσι της δικτατορίας του ταξιάρχου Δ. Ιωαννίδη, προσφέρεται περαιτέρω διά μίαν υπόθεσιν εργασίας: τι θα συνέβαινε εάν δεν ανελάμβανε τα ηνία της χώρας ο Κ. Καραμανλής, ωρκισθείς υπό του στρατηγού Γκιζίκη στο «Παπαδοπουλικόν σύνταγμα» τον Ιούλιο του 1974, αλλά μία άλλη πολιτική κυβέρνησις, μετά τις ματαιωθείσες εκλογές του Φεβρουαρίου 1974;
Εν πρώτοις, είναι αμφίβολον εάν μία πολιτική κυβέρνησι ως εν προκειμένω η «δοτή» του Σπ. Μαρκεζίνη του Οκτωβρίου 1973, θα είχε επιχειρήσει ανατρεπτικό κίνημα κατά του Μακαρίου, που άνοιξε τον δρόμον γιά την τουρκικήν εισβολή στην Κύπρον και την αναστολή των πολιτικών δικαιωμάτων, με το «ηρωϊκό πολυτεχνείο»…
Δεύτερον, δεν άνοιξε ποτέ ο «φάκελλος της Κύπρου» στην Ελληνική βουλήν, οπότε δεν εγνώσθη ο σκοτεινός ρόλος του Καραμανλή και του Ευαγγέλου Αβέρωφ, κατά την πρό του κινήματος εναντίον του Μακαρίου εποχήν.
Εικάζεται ότι ο Κ. εμπόδισε την εκκαθάρισι των ευθυνών της εποχής εκείνης, διότι βαρύνεται με ρόλον… «αζάν προβοκατέρ» της διενέξεως του Μακαρίου με την δεύτερη χούντα των Αθηνών, ως και ενωρίτερον του κινήματος των συνταγματαρχών του Απριλίου 1967, όταν ζήτησε από τον πρώην διοικητή του ΝΑΤΟ στρατηγόν Λάρυ Νόρσταντ την πραγματοποίησι πραξικοπήματος στην Ελλάδα επι κεφαλής των στρατηγών (βλ. σχ. Ηλία Δημητρακόπουλου, εκτεταμένη δημοσιότητα γιά την συγκάλυψι της αληθείας υπό Λαμπρία-Νικολοπούλου, το 1976).
Τρίτον, δεν θα επήρχετο η πολιτειακή μεταβολή του Ιουλίου 1974, με την εσπευσμένη έλευσι του Καραμανλή και την παρεμπόδισι της επανόδου του βασιλέως Κωνσταντίνου, του τελευταίου «αντιστασιακού» κατά της χούντας.
Επίσης, η νομιμοποίησις του ΚΚΕ άνευ όρων και η έξοδος της Ελλάδος από του ΝΑΤΟ, που κατέστησε αποκλειστικούς ρυθμιστάς τους Τούρκους στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης μέχρις του 1981, θα είχαν αποφευχθή, ως και το πολιτειακό δημοψήφισμα με το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς», που εγκαδίδρυσε την προεδρευομένη δημο-ακρατία και την πρωθυπουργικήν κληρονομικήν ολιγαρχίαν εν Ελλάδι.
Η «κοινο-βολευτική δημο-ακρατία» προεκάλεσε τελικώς την χρεωκοπίαν της χώρας επί ΝΔ, την οποία ίδρυσεν ο Κ. Καραμανλής, διά την οποίαν χρεωκοπίαν είχα προειδοποιήσει με άρθρα μου στον Οικονομικόν Ταχυδρόμον και την αφημερίδα ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ, αλλ’ εις ώτα μη ακούοντων (βλ.σχ. ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΠΤΩΧΕΥΣΑΜΕΝ, υπό Κ.Κόλμερ, εκδ.Ροές, σελ.359 επ.1986).
Χωρίς τον Καραμανλή, οι πολιτικές ακροβασίες και οι μεταπολιτευτικοί εκβιασμοί θα ήσαν απείρως δυσκολώτεροι, ενώ η αποφυγή πολιτικών λαθών ευκολωτέρα: λ.χ. θα ήταν δυνατόν ο εξαναγκασμός του ΚΚΕ ν’ απορρίψη το επαναστατικό του παρελθόν, εφικτή η αποφυγή της κομματικής διαφθοράς της κεντροδεξιάς και αδύνατος η ανομία της αριστεράς, που χαρακτηρίζουν την μεταπολίτευσι του 1974.
Τα φαινόμενα αυτά θα είχαν αποτραπεί όχι κατά το Καραμανλικό δόγμα «η πολιτική τέχνη του εφικτού», αλλά από την μετουσίωσιν ιδεολογικών αξιών εις κυβερνητικήν πραγματικότητα, ως του σεβασμού του Νόμου, του μικρού και αποδοτικού κράτους και της αξιοκρατίας.
Δεν θα είχε γίνη επίσης η αναγνώρισις της «εθνικής αντίστασης» υπό του Α. Παπανδρέου, προεδρεύοντος του Κ. Δηλαδή η παροχή συντάξεων σε στελέχη του ΕΑΜ και ΕΛΑΣ που έστρεψαν τα όπλα εναντίον της μητρός-πατρίδος εις τρεις «γύρους» μητροκτόνου ανταρσίας.
Τέλος, δεν θα διεσπείρετο η διαφθορά που εμόλυνε ολόκληρο το σώμα της Ελληνικής πολιτείας κατά την Μεταπολίτευσι.
Δεν θα κατεστρέφοντο τα checks and balances που επέτρεψαν την ομηρεία του Ελληνικού λαού υπό της πολιτικής ολιγαρχίας, την οποίαν ίδρυσεν ο Καραμανλής μετά το 1974. Η βουλή κυριαρχείται σήμερον από 70 απογόνους πολιτικών οικογενειών.
Τέταρτον, δεν θα είχε καθιερωθή η «μαλλιαρή» ως γλώσσα του κράτους και η εκπαίδευσις θα είχε αποφύγει την πλήρη εξαχρείωσιν – ιδίως στα Ελληνικά πανεπιστήμια.
Η ενημέρωσις της κοινής γνώμης επί των πολιτικών υποθέσεων και της ξένης ειδησεογραφίας θα ήταν περισσότερον αντικειμενική, με μίαν ακομμάτιστον ραδιοφωνίαν και τηλεόρασι, που σήμερα δεν υπάρχει ακόμη και στα λεγόμενα «ιδιωτικά κανάλια».
Οι ολιγάρχες του Τύπου και της «κουλτούρας» (π.χ. ο μακαρίτης Χρίστος Λαμπράκης, τινές διαπλεκόμενοι εργολάβοι και μερικοί «νάνοι» ή «ογκόλιθοι» της δημοσιογραφίας) δεν θα ενισχύοντο με χρήματα του φορολογουμένου και ο «πολιτισμός» δεν θα μονοπωλείτο απ’ τα φερέφωνα της αριστεράς και τα τρωκτικά του δημοσίου πλούτου.
Δεν θα καθιερούτο το ακαταδίωκτο των βουλευτών δι’ αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου και δεν θα εσπαταλώντο εκατοντάδες εκατομμυρίων ευρώ δι’ επιδοτήσεις των κομμάτων, μεταξύ των οποίων και το ΚΚΕ, που ουδέποτε επέτρεψε δημόσιο έλεγχο των οικονομικών του ενώ εισπράττει απ’ τον ιδρώτα των εργαζομένων.
Πέμπτον, η οικονομική πολιτική θα απέφευγε την στρεβλή ανάπτυξι, στηριγμένη στην αστυφιλία, υπερκατανάλωσι και «σοσιαλμανία» του Παναγή Παπαληγούρα, με τις άσκοπες κρατικοποιήσεις τύπου Στρατή Ανδρεάδη, τον «εξισορροπητικό δανεισμό» του Ξενοφώντος Ζολώτα, και τα μεγάλα ελλείμματα του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών, με κατάληξιν την χρεωκοπία του 2009, επί ανεψιού Κώστα Καραμανλή (βλ. σχ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, υπό Γ. Μπήτρου και Αναστασίου Καραγιάννη, εκδ. Παπαζήση 2011, σελ. 414 επ.)
Ο «εθνάρχης» βαρύνεται με το κλείσιμο δεκάδων Ελληνικών επιχειρήσεων ως της ΙΖΟΛΑ, Πίτσος, Εσκιμό, Πειραϊκής-Πατραϊκής, Αιγαίου, ΧΡΩΠΕΙ, ΠΥΡΚΑΛ, Ολυμπιακής Αεροπορίας, Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και Ελευσίνος, του Συγκροτήματος Σκαλιστήρη, της χαρτοβιομηχανίας Κεφάλα και πλειάδος ξένων επενδύσεων ως της ΕΣΣΟ, ΕΘΗΛ, ΧΕΛΛΕΝΙΚ ΣΤΗΛ, ΠΙΡΕΛΙ κλπ.
Ως ενδιάμεσος «σύνδικος πτωχεύσεως» όλων αυτών των επιχειρήσεων κατέστη η διοίκησις της Εθνικής Τραπέζης.
Τα υπόλοιπα ανέλαβεν ο κομματικός συνδικαλισμός, ιδίως μετά το 1981, οπότε ο Κ. περιορίσθη στα διακοσμητικά καθήκοντα του πρόεδρου της Δημοκρατίας, αφού ως νέα Κίρκη προσεταιρίσθη τις αναγκαίες ψήφους διά να επιτύχη τις απαραίτητες 180 (ως του αλήστου μνήμης Αθανασίου Κανελλοπούλου, του «φιλελευθέρου» Κ. Μητσοτάκη και τινών βο-λευτών της Εθνικής Παρατάξεως). Τελικώς, αλλ’ όχι άνευ σημασίας, όλοι οι προϋπολογισμοί του Ελληνικού κράτους από του 1975 και εντεύθεν ενεφανίζοντο ως «ισοσκελισμένοι και χωρίς επιπλέον φορολογικό βάρος», ενώ στην πραγματικότητα ήσαν εντόνως ελλειμματικοί και την επιπλέον φορολογία ανεδέχετο η διεύρυνσις της κρατικής δαπάνης υπό μορφήν ελλειμμάτων, πληθωρισμού και εξωτερικού δανεισμού.
Ο πρώτος υπουργός Οικονομικών της ΝΔ ήταν ο Ευάγγελος Δεβλέτογλου, «πρωταθλητής» της δημιουργικής λογιστικής, ως απεκάλυψα τότε από των στηλών του Οικονομικού Ταχυδρόμου.
Ο Δ. αξίωσε από τον «επιστάτη» του ΔΟΛ Αθανάσιο Κανελλόπουλον την απόλυσίν μου επί τη προφάσει ότι παρενέβαλα εμπόδια στην «οικονομική πολιτική» του δημοκρατικού καθεστώτος, ενώ στην πραγματικότητα προσεπάθησα να προστατεύσω την δημοκρατία από τις καταχρήσεις των κομματικών εγκαθέτων.
Αργότερα (το 1979) η Καραμανλική κυβέρνησι αντεκατέστησε την δημιουργική λογιστική του Δεβλέτογλου με την πλήρη παραχάραξι του δημοσιονομικού ισοζυγίου, που βρήκε αξίους μιμητάς όλους τους υπουργούς Οικονομικών του Ανδρέα Παπανδρέου, με αποκορύφωμα την κυβέρνησι Σημίτη και τις λαθροχερίες της Γκόλντμαν Ζάκς ή GS (Βλ. σχ. Η ΤΡΑΠΕΖΑ, υπό Μάρκ Ρός, εκδ.Μεταίχμιο, ΑΘΗΝΑ 2010).
Η Ελλάς «ξεπέρασε τα όρια» το 1999 με την Αντιγόνη Λουλιάδη της G.S. και τον κ. Γιαννάκη Στουρνάρα, γιά να επιτύχη την πλαστή ένταξί της στην Ευρωζώνη, αλλ’ είμαι βέβαιος ότι η Καραμανλική κουστωδία θα εχαιρέτιζε αρμονικώς την απώλεια της εθνικής νομισματικής ανεξαρτησίας της χώρας, ως δικαίωσι της «Ευρωπαϊκής πολιτικής» του Κ.
Εθνικά εγκλήματα
Υποτίθεται ότι ο Κ., ενδιατρίψας επί 10ετίαν εις την σοσιαλιστική Γαλλίαν, εμολύνθη υπό του Μιττερανικού κρατικισμού, ως ο Καποδίστριας υπό του Ρωσσικού καισαρισμού το 1829.
Εν τούτοις, διά τους γνωρίζοντας την δημιουργία της μεγάλης, συγκεντρωτικής και ανικάνου γραφειοκρατίας εν Ελλάδι μεταπολεμικώς, το έργον ήτο κατ’ εξοχήν Καραμανλικής εμπνεύσεως. Αντιστάσεως μη ούσης υπό της Ελληνικής επιχειρηματικής «ελίτ», η Ελλάς έγινε σοσιαλιστική δημοκρατία επί Α. Παπανδρέου.
Συνεπώς οι αιτίες της Ελληνικής κακοδαιμονίας επεκτείνονται και προ του Παπανδρεϊκού σοβιετικού μετασχηματισμού της Ελληνικής κοινωνίας.
Εκεί όμως όπου οι ευθύνες του Καραμανλή είναι απολύτως προσωπικές υπήρξαν στην εξωτερική πολιτική.
Συγκεκριμένως, ο Καραμανλής βαρύνεται με τα εξής εθνικά εγκλήματα και μειοδοσίες:
α) Ως πρωθυπουργός υπό Νατοϊκήν κηδεμονίαν άφησε ανυπεράσπιστο τον Ελληνισμό της Κωνσταντινουπόλεως να καταστραφή υπό των Τούρκων το 1955.
Ηνέχθη αδιαμαρτυρήτως τον αφελληνισμό της Ίμβρου και Τενέδου, και ως πρόεδρος-μονάρχης απεδέχθη την ονομασία- έκτρωμα των Σκοπίων ως «Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ» το 1991!
β) Ο Κ. άναψε το 1974 το «πράσινο φώς» στον τουρκικόν «Αττίλα 2», να καταλάβη το 38% του Κυπριακού εδάφους, ειπών το διαβόητον «η Κύπρος κείται… μακράν» (διά να την αφήση απροστάτευτη το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και η Αεροπορία, που διέθεταν τότε υπεροπλία στο Αιγαίον).
γ) Ο Κ. έρριψεν αθωράκιστον της Ελληνικήν οικονομίαν στην αγκάλην της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, με αποτέλεσμα την καταστροφή της Γεωργίας, Αλιείας, Βιομηχανίας και του Τραπεζικού συστήματος της χώρας, ιδίως μετά την χρεωκοπίαν του 2008 επί των κληρονόμων του.
Ως έγραφεν ο μακαρίτης Παναγής Τζαννετάκης, «η Ελλάς ερρίφθη στην θάλασσα χωρίς να γνωρίζει κολύμπι»!
δ) Ο Κ. απήλλαξε ουσιαστικώς, με τον ν.3933/13.2.1959, τον εγκληματία πολέμου Μάξ Μέρτεν και απηλλάγη από τις κατηγορίες του τελευταίου, διά συνεργασία στην διαρπαγή των Εβραϊκών περιουσιών, υπό της «εταιρίας» Τάκου Μακρή, Γεωργίου Θέμελη, Δοξούλας το γένος Λεοντίδου-γνωστών συνεργατών του Κ. μεταπολεμικώς. (βλ. σχ. Στη σκιά της Κατοχής υπό Κατερίνας Κράλοβας, εκδ. Αλεξάνδρεια 2012, σελ.241 επ.)
Μετά την παλινόρθωσι του Καραμανλή το 1974, η Ελλάς δεν θα είχεν μεταβληθή εις «απέραντον φρενοκομείον», ως διακήρυξεν ούτος την 10ην Ιανουαρίου 1989, άμα τη απολύσει του από του προεδρικού μεγάρου υπό του Α.Π., με την πολιτική κωμωδία των εγχρώμων ψηφοδελτίων.
Ο κυβερνήσας επί 35ετίαν τον Ελληνικόν οίκον ευθύνεται πρωτίστως διά την μεταβολήν του εις τρελλοκομείον, με την μετάκλησι του Ανδρέα Παπανδρέου από τις ΗΠΑ-πάσχοντος από μανιοκατάθλιψι κατά τον θεράποντα ιατρόν του τελευταίου, καθηγητήν Αυγερινόν (ως ούτως απεκάλυψε στο πρόσφατο βιβλίον του).
Θα έλεγε κανείς ότι η Ελλάς εκυβερνάτο επί 50 έτη υπό ψυχικώς ανωμάλων και διατεταραγμένων ηγετών.
Πώς λοιπόν, να μην φθάσει στην σημερινή κατάντια;
Μικρά και …ανέντιμον
Εν αντιθέσει προς την δυναστεία των Γλύξμπουργκ, που προσέθεσε στην Ελλάδα τας Ιονίους νήσους το 1864, την ΄Ηπειρο, Κρήτη, Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, Θράκη, τα νησιά του βορείου Αιγαίου (1912-18) και τα Δωδεκάνησα το 1947, η Καραμανλική «δυναστεία» εσμίκρυνε την Ελλάδα.
Αυτός και οι επίγονοί του (Παπανδρέου, Μητσοτάκης, Σημίτης κλπ.) έχασαν τον Ελληνισμό της Κωνσταντινουπόλεως (1955), της Ίμβρου και Τενέδου, την Κύπρον (1974), την Ελληνική υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου (συμφωνία της Βέρνης 1974 του Κ. με τους Τούρκους όπου απεκλείσθη η εκμετάλλευσις των Αιγαιακών υδρογοναναθράκων υπό της Ελλάδος πλήν του Πρίνου), απώλεσαν την εδαφική κυριαρχία των Ιμίων (επί Σημίτου), μετέβαλον την Μουσουλμανικήν μειονότητα της Θράκης εις «τουρκικήν», εσπατάλησαν την αποκλειστικήν ονομασίαν «Μακεδονία» (Μητσοτάκης) και εξεχώρησαν την νομισματική ανεξαρτησία της χώρας το 2002 στην Ευρωζώνη δηλαδή στην Γερμανική Μπούντεσμπανκ, επί αλήστου μνήμης Σημίτου, όστις εκουβάλησεν επιπλέον και τα 2 εκατομμύρια λαθρομετανάστες μέσω της συνθήκης Σένγκεν, την οποίαν αδιστάκτως υπέγραψαν οι συνεχιστές του «ευρωπαϊστού» Κ.
Η κολοβή δημο-ακρατία
Εάν «η δημοκρατία»του Κ. δεν είχεν επανέλθη το 1974 «με τις λόγχες των Τούρκων στρατιωτών», ως εκόμπαζεν ο Ετσεβίτ, ίσως η Κύπρος να ήταν σήμερον ελευθέρα και η Ελλάς ολιγώτερον εξηρτημένη χώρα.
Το «σοσια-ληστρικό» σύνταγμα του 1975 των Τσάτσων, με τις φλύαρες διατάξεις του «μεγάλου κράτους», θα επερίττευε μαζί με τις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις του (πχ. του ακαταδιώκτου των υπουργικών λαθροχειριών), που το μετέβαλαν εις ένα «κουρελόχαρτο». Το παρανόμως καταργηθέν σύνταγμα της βασιλευομένης-κοινοβουλευτικής δημοκρατίας του 1952 θα ίσχυεν σήμερον με ορισμένες ουσιώδεις μεταβολές στις μη θεμελιώδεις διατάξεις.
Ούτως, λ.χ., οι εκατοντάδες δήμοι και κοινότητες δεν θα εξηφανίζοντο με τα δημο-φονικά σχέδια «Καποδίστρια» και «Καλλικράτης» και μαζί μ’ αυτούς οι πληθυσμοί της υπαίθρου κατ’ απαίτησιν της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Το φυσικό περιβάλλον δεν θα είχεν καταστραφή ανεπανορθώτως με την Καραμανλικήν αβελτηρία της ανυπάρκτου πολεοδομικής πολιτικής.
Το δημογραφικόν πρόβλημα, που προεκάλεσεν η αστόχαστος πολιτική του Καραμανλή ήδη από της πρώτης οκταετίας του, δεν θα υπέσκαπτε τα θεμέλια του Ελληνικού έθνους μακροπροθέσμως, ως συμβαίνει σήμερον με τα Μνημόνια της «Τρόϊκας», τα κατατρώγοντα το δημογραφικό σφρίγος του Ελληνικού λαού.
Απομένει μία ακόμη «υπόθεσις εργασίας» προς εξέτασι: τι θα συνέβαινε εάν ο Καραμανλής δεν ετύγχανε της ευνοίας του Ευταξίου, του στέμματος και των Αμερικανών, διά ν’ αναρριχηθή στην εξουσία;
«Πολιτικό ζώον»
Απαντώ υποθετικώς: ίσως πάλιν ο Καραμανλής να εγίνετο πρωθυπουργός κάποιας κυβερνήσεως «συνεργασίας» αθλίων κομμάτων και φαύλων κομματαρχών.
Τόση υπήρξεν η απαξία των μεταπολεμικών κομματικών σχηματισμών μετά τον Αλέξανδρο Παπάγον (πχ. ΄Ενωσις Κέντρου, «Ε,ρέ», Ν.Δ. και ΠαΣοΚ και τ’ αριστερά κόμματα της ανομίας), τοσαύτη δέ η παντελής έλλειψις πολιτικού σθένους των αντιπάλων του Κ. (λ.χ. Παναγιώτου Πιπινέλη, Στεφάνου Στεφανοπούλου, Παναγιώτου Κανελλοπούλου, Γεωργίου Μαύρου), ώστε δεν είναι απίθανον και πάλιν ο Κ. να είχεν πρωταγωνιστήσει στην πολιτική σκηνή.
Η φθορά των δημοκρατικών θεσμών από καταβολής του νεωτέρου Ελληνικού κράτους (λχ. Καποδιστριακές, Οθωνικές, Βενιζελικές, χουντικές παρεκτροπές) επέτρεψαν ώστε άνθρωποι αδίστακτοι ως ο Κ., συμπεριφερόμενοι όμως ως…«πολιτικά ζώα», να είναι λίαν πιθανόν ότι θα κατελάμβανον και πάλιν την εξουσίαν, διά να ωφελήσουν εαυτούς και να εξαπατήσουν τον λαόν.
Υπό άλλας όμως συνθήκας, ο Κ. δεν θα είχε θέσει την προσωπική του σφραγίδα στις σύγχρονες συνθήκες του Ελληνικού έθνους.
Θα ήταν παρείσακτος, ως λ.χ. ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, που έθεσε την Ελλάδα υπό τα «Καυδιανά δίκρανα» του ΔΝΤ το 2010, ή ο Λουκάς Παπαδήμος, που υπέγραψε την ανεπαρκή περικοπή του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους την οποίαν απέρριπτε προηγουμένως διαρρήδην.
Ο πάντοτε ευκολόπιστος και αείποτε απατημένος Ελληνικός λαός διατηρεί κι’ αυτός τις ευθύνες του ακέραιες, διά τα όσα υπέστη επί Κ. και υφίσταται σήμερον επί των επιγόνων του, καθ΄όσον «βολεύεται» με την ρουσφετολογία, το μπαξίσι και τους διορισμούς στο δημόσιον και τελευταίως με το …ευρώ!
Μόνον οι κατακαημένοι οι Κύπριοι δεν έπταισαν διά τον εμπαιγμόν υπό του μοιραίου Σερραίου και των επιγόνων του, που άφησαν τον Κυπριακόν λαόν ανυπεράσπιστον προ του Τούρκου εισβολέως και πολιτικώς ατροφικόν, ώστε να υποστή δύο συμφοράς: ό,τι δεν επρόλαβε η Καραμανλική προδοσία το 1974, το επέτυχεν ο…Καταστρόφιας, ο νυν πρόεδρος Ανα(ν)στασιάδης, τη υποδείξει των Αγγλοσαξώνων και του Γιούρογκρουπ τον Μάρτιον του 2013, δηλαδή την πλήρη καταστροφή της Κυπριακής οικονομίας.
Συνεπώς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν αξίζει τον τίτλο του «εθνάρχου», αλλά μάλλον του εθνοκτόνου, ως θ’ αποδειχθή οψέποτε ανοίξει ο φάκελλος της Κύπρου.
Ο ιστορικός του μέλλοντος θα τον αποκαθηλώσει από το βάθρο το οποίον έστησαν συμβατικά συμφέροντα και ανιστόρητοι «ακαδημαϊκοί κ…», ως τους είχεν αποκαλέσει επιγραμματικώς ο Ηλίας Πετρόπουλος.
Ήδη, η μνήμη του Κ. έχει λησμονηθή, πλην των τυμβωρύχων θαμμένων ιστορικών αρχείων, που τον ενθυμούνται οσάκις προσπαθούν να στηρίξουν την αποτυχούσα 3η καραμανλική δημο-ακρατία με επικοινωνιακά τεχνάσματα και ευτελή συνθήματα.
Ο Βίος και η πολιτεία ενός ευπατρίδη, υπό Κ. Κόλμερ, εκδ. ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα 2006, σελ.112).
https://24-ores.blogspot.com/
TO Σκοτεινό παρελθόν ..
- Εν πρώτοις, ολίγα περί του αγνώστου βίου του Καραμανλή στην πρώτη φάσι της ζωής του – διότι περί του γνωστού έχουν φροντίσει ήδη οι μίσθαρνοι «αγιογράφοι»του: Ο γεννηθείς στο χωρίον Κιούπκιοϊ της Οθωμανικής Μακεδονίας το 1907, πρωτότοκος υιός του Γεωργίου Καραμανλή και της Φωτεινής Δαλόγλου, ο Κ. έλαβε την στοιχειώδη εκπαίδευσι στην Πρώτη Σερρών και την δευτεροβάθμιο στο Γυμνάσιον Νέας Ζίχνης.
Ο τότε βουλευτής Σερρών Αθανάσιος Αργυρός ανέλαβε την επιμόρφωσι του Καραμανλή και τον εισήγαγε ως οικότροφον στο Λύκειον Μεγαρέως, στο Παγκράτι.
Αποφοιτήσας ο Κ., εισήλθε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου έλαβε δίπλωμα το 1932, ελάχιστα δικηγορήσας εις Σέρρας.
Στην πολιτικήν ζωήν εισήλθεν ως «ιδιαίτερος» του Αργυρού, που κατά τον Κώστα Μπαρμπή (βλ. σχ. ΚΚ: Εθνάρχης ή Εθνικός Εφιάλτης, εκδ. Λογοθέτης, 1995, σελ.29 επ.) τον εξηπάτησεν πολιτικώς εκλεγείς αντ’ αυτού, εις ηλικίαν 28 ετών, στην Ε΄ Εθνοσυνέλευσι του 1935, ως βουλευτής Σερρών του Λαϊκού κόμματος.
Το 1936, επανεξελέγη στην Γ΄ Αναθεωρητική Βουλή, την οποίαν διέλυσεν ο στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς την 4ην Αυγούστου 1936, κηρύξας δικτατορία, λόγω και της τότε χαώδους πολιτικής καταστάσεως εν Ελλάδι.
Στην Βουλή του ’35 ο Καραμανλής εσχετίσθη με τον Λάμπρον Ευταξία. Ήσαν σχεδόν συνομήλικοι, ομοϊδεάτες κατά της Μεταξικής δικτατορίας, η οποία ανέστειλε την πολιτική των δραστηριότητα (βλ. σχ. ΛΑΜΠΡΟΣ ΕΥΤΑΞΙΑΣ.
.......................
Ο Βίος και η πολιτεία ενός ευπατρίδη, υπό Κ. Κόλμερ, εκδ. ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα 2006, σελ.112).
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Παρίσι. Η αποχώρηση από την ενεργό πολιτική εδραζόταν στη διαπίστωση ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα εμφανιζόταν ανήμπορο να μεταρρυθμιστεί προσαρμοζόμενο στις ανάγκες των καιρών.
ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ*
24.04.2016
https://www.kathimerini.gr/
Στις 9 Δεκεμβρίου 1963, ενώ εξελισσόταν το μπαράζ των (πρακτικά) προεκλογικών παροχών της πρώτης κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου, η οποία είχε αντισυνταγματικά παραμείνει στην εξουσία επί ένα μήνα χωρίς να προσέλθει στη Βουλή για να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναχωρούσε, οριστικά, για το Παρίσι. Ταυτόχρονα, με μια βαρυσήμαντη επιστολή του προς τους βουλευτές της ΕΡΕ, πρότεινε ως νέο αρχηγό του κόμματος τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Η αποχώρηση του Μακεδόνα πολιτικού στο εξωτερικό έγινε έκτοτε αντικείμενο έντονων συζητήσεων. Σε μια χώρα στην οποία οι προσωπικές επιθέσεις εναντίον του Καραμανλή και των μελών του επιτελείου του αντικαθιστούσαν το πολιτικό επιχείρημα, ακούστηκαν και απίθανα πράγματα, που συνέχισαν να «ψιθυρίζονται» τα επόμενα χρόνια: ο Καραμανλής έφυγε πανικόβλητος, για να μη «δολοφονηθεί» από τη βασίλισσα Φρειδερίκη! Ο Καραμανλής, εγωπαθής και αλαζονικός, δεν καταδεχόταν να καθήσει στα έδρανα της αντιπολίτευσης, αποκαλύπτοντας τη θεμελιωδώς «αντιδημοκρατική» του νοοτροπία (χρησιμοποιήθηκαν και πιο σκληρές λέξεις). Εκδηλώθηκαν μικρότητες ψυχικής –παρά αντιθέσεις πολιτικής– υφής: π.χ. το πρωτοσέλιδο της «Ελευθερίας» την επομένη, που πανηγύριζε, «Ο κ. Καραμανλής ώχετο απιών». Στο ίδιο πρωτοσέλιδο, αναφερόταν ότι ο πρώην πρωθυπουργός είχε αναχωρήσει με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης» και είχε επιβιβαστεί στο αεροπλάνο «με λυγμούς». Στο κύριο άρθρο της, η εφημερίδα θριαμβολογούσε: «Εξήλθε χθες του δημοσίου βίου από την θύραν της υπηρεσίας όπως ακριβώς είχε εισέλθη. Υπήρξεν ηγέτης διά της δοτής εξουσίας. Αυτή, με τα “παραφερνάλιά” της, του έδωσεν ανάστημα. Η απώλειά της τον συνέτριψε».
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Παρίσι. Η αποχώρηση από την ενεργό πολιτική εδραζόταν στη διαπίστωση ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα εμφανιζόταν ανήμπορο να μεταρρυθμιστεί προσαρμοζόμενο στις ανάγκες των καιρών.
ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ*
24.04.2016
https://www.kathimerini.gr/
- Στις 9 Δεκεμβρίου 1963, ενώ εξελισσόταν το μπαράζ των (πρακτικά) προεκλογικών παροχών της πρώτης κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου, η οποία είχε αντισυνταγματικά παραμείνει στην εξουσία επί ένα μήνα χωρίς να προσέλθει στη Βουλή για να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναχωρούσε, οριστικά, για το Παρίσι. Ταυτόχρονα, με μια βαρυσήμαντη επιστολή του προς τους βουλευτές της ΕΡΕ, πρότεινε ως νέο αρχηγό του κόμματος τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Η αποχώρηση του Μακεδόνα πολιτικού στο εξωτερικό έγινε έκτοτε αντικείμενο έντονων συζητήσεων. Σε μια χώρα στην οποία οι προσωπικές επιθέσεις εναντίον του Καραμανλή και των μελών του επιτελείου του αντικαθιστούσαν το πολιτικό επιχείρημα, ακούστηκαν και απίθανα πράγματα, που συνέχισαν να «ψιθυρίζονται» τα επόμενα χρόνια: ο Καραμανλής έφυγε πανικόβλητος, για να μη «δολοφονηθεί» από τη βασίλισσα Φρειδερίκη! Ο Καραμανλής, εγωπαθής και αλαζονικός, δεν καταδεχόταν να καθήσει στα έδρανα της αντιπολίτευσης, αποκαλύπτοντας τη θεμελιωδώς «αντιδημοκρατική» του νοοτροπία (χρησιμοποιήθηκαν και πιο σκληρές λέξεις). Εκδηλώθηκαν μικρότητες ψυχικής –παρά αντιθέσεις πολιτικής– υφής: π.χ. το πρωτοσέλιδο της «Ελευθερίας» την επομένη, που πανηγύριζε, «Ο κ. Καραμανλής ώχετο απιών». Στο ίδιο πρωτοσέλιδο, αναφερόταν ότι ο πρώην πρωθυπουργός είχε αναχωρήσει με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης» και είχε επιβιβαστεί στο αεροπλάνο «με λυγμούς». Στο κύριο άρθρο της, η εφημερίδα θριαμβολογούσε: «Εξήλθε χθες του δημοσίου βίου από την θύραν της υπηρεσίας όπως ακριβώς είχε εισέλθη. Υπήρξεν ηγέτης διά της δοτής εξουσίας. Αυτή, με τα “παραφερνάλιά” της, του έδωσεν ανάστημα. Η απώλειά της τον συνέτριψε».
Ελάχιστη σχέση είχαν αυτές οι λαϊκιστικές εξάρσεις με την πραγματικότητα. Το εισιτήριο του Καραμανλή είχε εκδοθεί κανονικά στο όνομά του και είναι αδιανόητο –και παντελώς ατεκμηρίωτο– να συνδέεται η πράγματι υπαρκτή αντιπάθεια της βασίλισσας προς τον πρωθυπουργό με παρόμοιες προθέσεις· μια εκδήλωση της παροξυσμικής συνωμοσιολογίας, που πάντως είχε μέλλον και επρόκειτο να φτάσει σε άλλες κορυφώσεις και σε μεταγενέστερες εποχές.
Αλλά και αναλυτές κατά βάση θετικοί προς τον Καραμανλή ένιωσαν την ανάγκη να αποστασιοποιηθούν από την επιλογή του. Μήπως θα έπρεπε – αναρωτήθηκαν– να παραμείνει στη χώρα, όπου η παρουσία του θα συνέβαλε στη σταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος και ίσως στην αποτροπή των καταστροφικών εξελίξεων που οδήγησαν στη δικτατορία; Γιατί, τελικά, η αποχώρηση; Το άρθρο αυτό δεν θα αποπειραθεί να απαντήσει στο ερώτημα εάν «καλώς» ή «κακώς» αποφάσισε ο Καραμανλής να φύγει από τη χώρα. Θα προσπαθήσει, όμως, να παρουσιάσει τους λόγους της αποχώρησής του, που αποκαλύπτουν και βασικές πτυχές της πολιτικής του στρατηγικής.
Το θεσμικό ζήτημα…
Ο κύριος γνώμονας των ενεργειών του Καραμανλή από τα τέλη του 1963 υπήρξε η εκτίμηση ότι έλειπαν οι προϋποθέσεις για τη δική του δραστηριοποίηση στο πολιτικό σκηνικό. Ο Καραμανλής είχε, ήδη, από την προεκλογική εκστρατεία του 1961, ορίσει τους βασικούς του στόχους, που αποτελούσαν, κατά τη γνώμη του, και τις βασικές προϋποθέσεις όχι μόνον για την επιτυχή συνέχιση της μεταρρυθμιστικής πολιτικής, αλλά και για ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας στη χώρα: πρώτιστα, την αναθεώρηση του Συντάγματος την οποία είχε προτείνει στις αρχές του 1963, αλλά και τη μεταλλαγή της πολιτικής ατμόσφαιρας με την αποδοχή συμφωνημένων διαδικασιών και του ήπιου κλίματος. Χωρίς αυτά, κατά τον Καραμανλή, το όλο πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήταν δυνατόν να επιλυθεί, παρά την οικονομική και κοινωνική πρόοδο που είχε σημειωθεί.
Ωστόσο, η συνταγματική αναθεώρηση είχε αναιρεθεί από μια περίεργη ανίερη συμμαχία του Στέμματος, του Κέντρου και της Αριστεράς. Και χωρίς αυτήν, δεν υπήρχαν οι δυνατότητες για δημιουργική πολιτική δράση, επομένως ο ίδιος δεν είχε ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Η διαπίστωση αυτή διαπερνά το σύνολο των τοποθετήσεών του από το 1963 και εξής. Υπάρχει στην επιστολή που απηύθυνε στους βουλευτές της ΕΡΕ στις 9 Δεκεμβρίου, αποχωρώντας από την ηγεσία:
«Δεν υφίστανται εις την χώραν αι συνθήκαι εκείναι, τας οποίας εθεώρησα πάντοτε απαραιτήτους διά να εκπληρώσω την αποστολήν μου, όπως εγώ τουλάχιστον την αντιλαμβάνομαι. […] Οταν ένας πολιτικός γνωρίζει τι πρέπει να γίνη εις την χώραν του και δεν δύναται να το πραγματοποιήσει διότι του αρνούνται τας αναγκαίας προϋποθέσεις, οφείλει, αντί να συμβιβάζεται με την συνείδησίν του, να αποχωρή. Αλλως, η παραμονή του εις την ενεργόν πολιτικήν όχι μόνον καθίσταται αμφιβόλου χρησιμότητος, αλλά είναι δυνατόν εις ωρισμένας περιπτώσεις, να αποβαίνη και επιβλαβής».
Οι ίδιες διαπιστώσεις εμφανίζονται το 1964 σε επιστολές του προς τον Κ. Τσάτσο και τον Κ. Παπακωνσταντίνου και κυρίως, σε μέγιστη ανάπτυξη, στην επιστολή του προς τον Κ. Τσάτσο της 10ης Μαΐου 1966, που αποτέλεσε μία συνολική «ανάγνωση» του ελληνικού πολιτικού προβλήματος, σε μια στιγμή μάλιστα κατά την οποία ο Καραμανλής είχε γίνει δέκτης εκκλήσεων τόσο από τους παλαιούς επιτελείς του, όσο και από τα Ανάκτορα αλλά και από τους «αποστάτες», να επανέλθει και να αναλάβει την πρωθυπουργία. Σε εκείνη την επιστολή, ο Καραμανλής τασσόταν υπέρ της συγκρότησης κυβέρνησης «από ικανά και κατάλληλα πρόσωπα» η οποία θα προχωρούσε στην «τολμηράν αναθεώρησιν του Συντάγματος», στην αποκατάσταση του ήρεμου πολιτικού κλίματος και στην έγκριση της αναμόρφωσης αυτής με δημοψήφισμα: «Αν γίνουν τα ανωτέρω και επιδείξη ωριμότητα ο λαός, ημπορεί η Ελλάς και χωρίς Μεσσίας να καταστή υπόδειγμα ευημερούσης πολιτείας». Χωρίς όμως μια τέτοια αναμόρφωση του πολιτεύματος, τόνιζε ο Καραμανλής και σε άλλες περιστάσεις (π.χ. την επιστολή του προς τον Κ. Τσάτσο στις 25.10.1966), η λειτουργία της δημοκρατίας στη χώρα ήταν προβληματική, και δύσκολα θα μπορούσαν να αποφευχθούν περιπέτειες.
Ο Καραμανλής επέβαλε στον εαυτό του την αποχώρηση και την αυτοεξορία, επειδή θεωρούσε ότι τίποτε δεν μπορούσε να γίνει χωρίς την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό του Συντάγματος του 1952, που είχε αποτελέσει προϊόν του εμφυλίου πολέμου· δεν θα γυρνούσε εάν δεν εξασφαλιζόταν αυτή η προϋπόθεση. Εδώ δεν πρόκειται για «πείσμα»: πρόκειται για τη διαπίστωση ότι απουσίαζε μια θεμελιώδης πολιτική προϋπόθεση, χωρίς την οποία δεν θεωρούσε ότι είχε περιθώρια επιτυχίας. Αυτό ήταν αντικείμενο μιας πολιτικής ανάλυσης, την καθαρότητα της οποίας οφείλουμε –πενήντα και πλέον χρόνια μετά– να αναγνωρίσουμε.
…και η ανάγκη αποφυγής ενός νέου διχασμού
Υπήρχε όμως και ένας ακόμη λόγος, εξίσου, αν όχι και πιο σημαντικός. Η αποχώρηση του Καραμανλή από την Ελλάδα, τον Δεκέμβριο του 1963, υπαγορεύθηκε και από τη θεμελιώδη αντίληψή του, διαμορφωμένη ήδη από τον Μεσοπόλεμο, για την ανάγκη αποφυγής ενός νέου εθνικού διχασμού. Ο Καραμανλής ανατράπηκε από τα Ανάκτορα τον Ιούνιο του 1963. Επιπλέον, τα Ανάκτορα του αρνήθηκαν τη διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια εκλογών, παρά το γεγονός ότι διέθετε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Τον Νοέμβριο του 1963, τα Ανάκτορα πρωθυπουργοποίησαν (αγνοώντας τη δική του εισήγηση) τον Γ. Παπανδρέου, δίνοντας έτσι στον αρχηγό της Ενώσεως Κέντρου τη δυνατότητα να προχωρήσει στο μπαράζ των εκλογικών παροχών στο οποίο προχώρησε. Με απλά λόγια, από τη στιγμή που τα Ανάκτορα είχαν παρέμβει για να ρίξουν τον Καραμανλή, ήταν φανερό ότι είχαν ίδιον συμφέρον να μην τον αφήσουν να επανέλθει στην αρχή. Επομένως, εάν ήθελε να μείνει και να συνεχίσει τον αγώνα, θα έπρεπε να συγκρουστεί με τον ανώτατο άρχοντα – να ξεκινήσει ένα καινούργιο 1915.
Η υπέρβαση του διχασμού και η αποφυγή των λαθών του παρελθόντος είχαν αποτελέσει βασικό γνώμονα στην πολιτική του δράση έως τότε· άρα, δεν είχε άλλη επιλογή από το να αποχωρήσει. Αλλωστε, ένα από τα στοιχεία που τον χώριζαν πλέον από τον Γ. Παπανδρέου –ο οποίος είχε παλαιότερα πρωταγωνιστήσει για την υπέρβαση των αντιπαλοτήτων του Εθνικού Διχασμού, και για τούτο ο Καραμανλής, τότε, τον θαύμαζε– εντοπιζόταν ακριβώς στο ότι ο αρχηγός της Ενώσεως Κέντρου είχε, το 1961-63, αναβιώσει και στηριχθεί στις λογικές εκείνης της παλαιάς σύγκρουσης. Ο Καραμανλής περιφρονούσε βαθύτατα αυτή την πολιτική – βλ. π.χ. τη φράση του σε επιστολή του προς τον Κ. Τσάτσο (5.1.1964) για «ανθρώπους επιδιώκοντας ενσυνειδήτως τον διχασμόν του έθνους». Η στάση του Γ. Παπανδρέου έγινε αντιληπτή από τον Καραμανλή ως μια «προδοσία» θεμελιωδών αρχών και στόχων που παλαιότερα ήταν κοινοί και στους δύο άνδρες.
Με άλλα λόγια, ο Καραμανλής δεν έφυγε από την Ελλάδα επειδή δείλιασε· έφυγε επειδή δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Ενας πολιτικός με τόσο έντονη την αίσθηση της συνέπειας δεν μπορεί να αυτοαναιρεθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό: εάν το έκανε, θα έπρεπε κυριολεκτικά να γίνει κάποιος άλλος. Η ποιότητα της ηγεσίας απαιτεί μια τέτοια συνέπεια.
Στις 5 Ιανουαρίου 1964, σε επιστολή του προς τον Κ. Τσάτσο, ο Καραμανλής επέμενε στο θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης, χωρίς την οποία δεν θα ήταν δυνατή η «ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος». Με πικρία, επισήμαινε ότι, κατά το τελευταίο διάστημα της έξαρσης του λαϊκισμού (αυτό που περιέγραφε με τον όρο «αθλιότης»), τα πράγματα είχαν γίνει ακόμη χειρότερα. Δεν ήταν πολίτευμα, έγραφε, αυτό που είχε η Ελλάδα: «Είναι απέραντον καφενείον, και μάλιστα ελληνικόν». Και συνέχιζε με την πιο επώδυνη από τις διαπιστώσεις του:
«Το δε χειρότερον είναι ότι το κατάντημα αυτό δεν το αντιλαμβανόμεθα. Εσυνηθίσαμεν τόσον εις την ανωμαλίαν αυτήν, ώστε να την θεωρούμεν πλέον ως φυσικήν κατάστασιν. Και όμως κάποτε θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η προαγωγή και η ασφάλεια του τόπου μας εξαρτώνται από την οριστική και επιτυχή αντιμετώπιση του πολιτικού μας προβλήματος. Και ότι η Ελλάς παραμένει υποανάπτυκτος διότι ακριβώς είναι πολιτικώς καθυστερημένη. Είναι γνωστόν εξάλλου ότι η διαφορά μεταξύ ανεπτυγμένων και υποαναπτύκτων χωρών είναι κυρίως διαφορά πολιτικής ωριμότητος».
*Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής Ιστορίας του Μεταπολεμικού Κόσμου στο Τμήμα Ιστορίας – Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Βίος και Πολιτεία Κωνσταντίνου Καραμανλή – Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΠΟΥ ΗΞΕΡΑ – Ο σκοτεινός εθνάρχης Βίος και Πολιτεία- Τα βραχώδη οικόπεδα της Φιλοθέης – Τι εγώ θυμάμαι από τον Καραμανλή – Υπόθεση Μέρτεν και Κωνσταντίνος Καραμανλής
Βίος και Πολιτεία Κωνσταντίνου Καραμανλή
Η ευόδωση ενός «αφανούς» αγώνα: ξανά πρωθυπουργός, με τις ευλογίες της χούντας που καταρρέει (23/7/1974) Γράφει ο ΙΟΣ
Η διαφαινόμενη μετατόπιση της πολιτικής σκηνής προς τα δεξιά επικυρώθηκε συμβολικά, στις 6 Μαρτίου, με την ομόθυμη εξύμνηση του ιδρυτή της Ν.Δ .από τις ηγεσίες κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι αντιδράσεις μιας μερίδας της Αριστεράς στην αναγόρευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή σε καθολικό σημείο αναφοράς διασκεδάστηκαν ως αδικαιολόγητη εμμονή σε ξεπερασμένους διαχωρισμούς του παρελθόντος. Είναι όμως έτσι;
Από μια άποψη, θα “πρεπε να το περιμένουμε. Η αγιοποίηση του Καραμανλή προωθείται εδώ και καιρό από το ομώνυμο ίδρυμα που σύστησε ο ίδιος το 1983, με αποκλειστικό σκοπό, όπως εξηγεί ο πρώτος πρόεδρός του, «να βοηθήσει στην υστεροφημία του» και -ταυτόχρονα- «στην ιστορική έρευνα των ετών που αυτός πρωταγωνίστησε στον πολιτικό στίβο» (Κων/νος Τσάτσος, «Λογοδοσία μιας ζωής», Αθήνα 2001, σ. 462).
Η σταδιοδρομία του ιδρυτή της Ν.Δ. περιέχει όμως πάμπολλα σκοτεινά σημεία, εξαιρετικά επίκαιρα, μάλιστα:
1.Ηλεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων διά της μετατροπής των αποθεματικών τους σε δάνεια προς τους ιδιώτες «επενδυτές»,
2 Η «αποικιακή» σύμβασή του με την Πεσινέ υποχρέωσε τη ΔΕΗ να παρέχει στην εταιρεία τεράστιες ποσότητες ρεύματος σε εξευτελιστική τιμή για 50 χρόνια, προκαλώντας την οργή ακόμη και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ι το αδίκημα είχε παραγραφεί.
1. Τα οικοπεδα της Φιλοθέης
2. Οι παγωμενεσ πιστώσεις
3. Η υπόθεση Μερτεν
4. Η συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου
5. Οι εκλογές Βίας και νοθείας
6. Η δολοφονία Λαμπράκη
7. Η υπόγεια επικοινωνία του με τη χούντα
8. Η απουσία του στα χρόνια της κατοχής
Η σκοτεινότερη πτυχή της βιογραφίας του, που θα μας απασχολήσει εδώ, αφορά ωστόσο τη διαχρονικά προβληματική σχέση του «εθνάρχη» με τη δημοκρατία.
Η πολιτική ως «ψυχολογικός πόλεμος»
Η ανάρρηση του Καραμανλή στην κορυφή της πολιτικής ξεκίνησε με την αυθαίρετη επιβολή του ως ηγέτη της Δεξιάς από τον βασιλιά Παύλο, που το 1955 τον διόρισε πρωθυπουργό, παρακάμπτοντας τόσο τις εσωτερικές διαδικασίες του κυβερνώντος κόμματος όσο και τον διάδοχο που είχε χρίσει ο εκλιπών προκάτοχός του, στρατάρχης Παπάγος. Η φημολογούμενη απόδοση της πρωθυπουργοποίησής του στις ανορθόδοξες σχέσεις που είχε καλλιεργήσει με τα Ανάκτορα δεν είναι φυσικά δυνατόν να επαληθευτεί. Απολύτως τεκμηριωμένο είναι, αντίθετα, το γεγονός πως η CIA είχε ενημερωθεί από τον βασιλιά για τον επικείμενο διορισμό του δύο ολόκληρες βδομάδες πριν από τον θάνατο του Παπάγου. Η επιλογή του έγινε ευμενώς δεκτή από την Ουάσινγκτον, καθώς ο Καραμανλής είχε ήδη βολιδοσκοπηθεί από τον Αμερικανό πρέσβη και θεωρούνταν διατεθειμένος «να βάλει “μετά τιμής” το Κυπριακό στο ράφι» («Foreign Relations of the United States 1955-57», τ. 24, Ουάσινγκτον 1989, σσ. 542-5).
Εξίσου προβληματικό, από άποψη δημοκρατικής νομιμοποίησης, υπήρξε και το επόμενο βήμα. Ο Καραμανλής ξεκίνησε την ηγετική διαδρομή του με μια ξεκάθαρη ήττα, που ένα τερατώδες εκλογικό σύστημα μετέτρεψε σε κοινοβουλευτική επικράτηση: Στις εκλογές της 19.2.1956 το κόμμα του (ΕΡΕ) ήρθε δεύτερο, με 47,38% έναντι 48,15% της κεντροαριστερής Δημοκρατικής Ενωσης, έβγαλε όμως 165 βουλευτές έναντι 135 των αντιπάλων του. Το θαύμα οφειλόταν στο ιδιόμορφο «τριφασικό» σύστημα που ο ίδιος είχε θεσπίσει: πλειοψηφικό στις μικρές περιφέρειες, σχεδόν πλειοψηφικό στις μεσαίες και αναλογικό στις μεγάλες (Αθήνα – Πειραιά – Θεσ/νίκη – Λάρισα), όπου υπερείχε σαφώς η Κεντροαριστερά.
Ως άτομο, ο εθνάρχης δε διακρινόταν ιδιαίτερα για τις δημοκρατικές ευαισθησίες του. «Η πολιτική δεν είναι παρά πόλεμος ψυχολογικός, που δεν τον κερδίζει παρά εκείνος ο οποίος εμπνέει πεποίθησιν και αν θέλης και φόβον», έγραφε το 1965 στον διάδοχό του Παναγιώτη Πιπινέλη(«Αρχείο», τ. 6ος, σ. 199).
Μιαν άλλη πτυχή της ιδιοσυγκρασίας του σκιαγραφεί στα απομνημονεύματά του ο στενός συνεργάτης του Κων/νος Τσάτσος: «Ο Καραμανλής ποθούσε ο επί του Τύπου Υπουργός να κατευθύνει τις εφημερίδες και ο επί της Δικαιοσύνης τους δικαστές στα θέματα του Τύπου» (όπ.π., σ. 337).
Ενα πρώτο δείγμα αυταρχισμού πρόσφερε η καταστολή των διαδηλώσεων του 1956 για το Κυπριακό με πραγματικά πυρά και αποτέλεσμα τον θάνατο τριών τουλάχιστον διαδηλωτών.
Η κορύφωση ήρθε, ωστόσο, μετά τις εκλογές του 1958, όταν η ΕΔΑ αναδείχθηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση με 24,4% των ψήφων. Ο Καραμανλής απάντησε σ’ αυτή την αριστερή στροφή του εκλογικού σώματος διορίζοντας ένα στέλεχος της μεταξικής δικτατορίας, τον Ευάγγελο Καλαντζή, ως υφυπουργό Ασφαλείας: «Η ΕΔΑ έβγαλε 79 βουλευτάς. Σε θεωρώ ικανό και κατάλληλον να την αντιμετωπίσης τόσον εις την Βουλήν, όσο και εκτός της Βουλής», ήταν οι οδηγίες που του έδωσε (Ευ. Καλαντζής, «Σαράντα χρόνια αναμνήσεις», Αθήνα 1969, σ. 133). Το εναρκτήριο λάκτισμα δόθηκε στις 3 Ιουλίου, με την εισβολή της αστυνομίας στα κεντρικά γραφεία του κόμματος. Ακολούθησε στις 5 Δεκεμβρίου η σύλληψη του Μανόλη Γλέζου, οργανωτικού γραμματέα της ΕΔΑ και διευθυντή της «Αυγής», με την κατηγορία της… κατασκοπίας και η καταδίκη του σε πενταετή κάθειρξη για τη μη κατάδοση παράνομων στελεχών του ΚΚΕ (22.7.1959).
Δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου, όσων θα τραβούσε ο ανώνυμος κόσμος της Αριστεράς. «Από την επομένη των εκλογών του 1958 ελήφθησαν σκληρά μέτρα κατά των οπαδών της ΕΔΑ», διαβάζουμε στις αναμνήσεις ενός χωροφύλακα της εποχής. «Οι αριστεροί καλούνταν στις αστυνομικές αρχές και τους ζητούσαν φορτικά να υπογράψουν δηλώσεις αποκήρυξης του ΚΚΕ και των παραφυάδων του. Οσοι αρνούνταν να υπογράψουν δηλώσεις και εξεδήλωναν την αντίθεσή τους στα καταπιεστικά μέτρα των αρχών, ξυλοφορτώνονταν άγρια» (Ναπολέων Δοκανάρης, «Η μεταπολεμική Ελλάδα», Ιωάννινα 2004, σ. 116).
Μέρος της ίδιας πολιτικής υπήρξε η σύσταση του διαβόητου «παρακράτους», ενός πλέγματος κρατικών υπηρεσιών και κρατικοδίαιτων φασιστικών οργανώσεων με αποστολή τη βίαιη πάταξη της Αριστεράς. Η εξωθεσμική εκτροπή αποφασίστηκε την επαύριο των εκλογών του 1958 σε μια σύσκεψη του Καραμανλή και συνεργατών του στην Κηφισιά. Την καθοδήγησή της ανέλαβε αρχικά μια «αφανής επιτροπή» υπουργών:Ευάγγελος Αβέρωφ (Εξωτερικών), Κων/νος Τσάτσος (Προεδρίας), Αριστείδης Δημητράτος (Εργασίας), Ευάγγελος Καλαντζής (Ασφαλείας), συν ο αρχηγός της ΚΥΠ Αλέξανδρος Νάτσινας.
Τον Αύγουστο του 1960 τη διαδέχθηκε, με απόφαση πάλι του Καραμανλή, μια «Δευτεροβάθμια Συντονιστική Επιτροπή» αποτελούμενη κυρίως από στρατιωτικούς, με γραμματέα τον μετέπειτα δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο. Αποκορύφωμα της δράσης του παρακράτους αποτέλεσαν οι εκλογές απροκάλυπτης βίας και νοθείας του 1961, με τις οποίες η ΕΔΑ επανήλθε στην τρίτη θέση και ο εθνάρχης διασφάλισε μιαν ακόμη θητεία στα ηνία της χώρας.
Ακολούθησε η απόπειρα μονιμότερης θεσμικής σκλήρυνσης, με την εξαγγελία (21.2.1963) μιας συνταγματικής «βαθείας τομής» που πρόβλεπε την απαγόρευση της «καταχρηστικής» άσκησης των πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, απαγόρευση της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων, περιορισμό του δικαιώματος έκδοσης εφημερίδων, μη υπαγωγή των πολιτικών εγκλημάτων στα ορκωτά δικαστήρια, σύσταση ειδικού δικαστηρίου για την απαγόρευση όσων κομμάτων «κατατείνουν εις την ανατροπήν των θεμελιωδών αρχών του πολιτεύματος», ακόμη και ποινικοποίηση των αγορεύσεων ή της ψήφου των βουλευτών στο Κοινοβούλιο. Στόχος της αναθεώρησης ήταν η λήψη «ριζοσπαστικών μέτρων» για την επιτάχυνση της «οικονομικής αναπτύξεως», με το σκεπτικό πως «η κοινοβουλευτική μηχανή απέβη τροχοπέδη εις την αντιμετώπισιν των απαιτήσεων της εποχής».
Ευτυχώς για τον τόπο, ο Καραμανλής δεν πρόλαβε να επιφέρει τη «βαθιά τομή» του στο σώμα τής (έστω και καχεκτικής) ελληνικής Δημοκρατίας. Οταν τον Μάιο του 1963 το παρακράτος δολοφόνησε τον αριστερό βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη και η ανάκριση άρχισε να ξηλώνει τον μίτο των «αφανών» δικτύων που είχαν υφανθεί το 1958, παραιτήθηκε και την κοπάνησε στο Παρίσι με το ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης».
Η σκοτεινή επταετία
Ολα αυτά είναι γνωστά και παραδεκτά απ’ όλους, εκτός από τον σκληρό πυρήνα της Ν.Δ. και τους κατ’ επάγγελμα υμνητές του εκλιπόντος. Διαφορετική είναι όμως η αντιμετώπιση της δεύτερης, μεταπολιτευτικής καραμανλικής πρωθυπουργίας (1974-80). Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη, που εξέφρασε και ο Αλέξης Τσίπρας κατά την πρόσφατη ομιλία του στο Ιδρυμα, το 1974 επέστρεψε από το Παρίσι «ένας άλλος Καραμανλής»:δημοκρατικός, εκσυγχρονιστής, ακόμη και «σοσιαλμανής», όπως τον κατηγόρησε τότε ο ΣΕΒ.
Στην πραγματικότητα, αυτή η αποτίμηση παρουσιάζει ως «αλλαγή» του Καραμανλή τις ριζικά διαφορετικές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες των δυο εποχών. Ο «εθνάρχης» παρέμεινε εξίσου αντιδημοκράτης όπως πάντα, ήταν όμως αρκετά ευφυής για ν’ ανεχθεί σε κάποιο βαθμό την πάνδημη απαίτηση για πραγματικό εκδημοκρατισμό, προτού επιχειρήσει να ξανακινηθεί στην κατεύθυνση της «βαθιάς τομής» του 1963.
Εξαιρετικά εύγλωττα είναι τα σχέδια που ο ίδιος εκπόνησε στη διάρκεια της δικτατορίας, για την επιθυμητή μετάβαση από τη χούντα σ’ ένα καθεστώς ελεγχόμενης δημοκρατίας. Καταγεγραμμένα στον (εμφανώς λογοκριμένο αλλά παρ” όλα αυτά αποκαλυπτικότατο) έβδομο τόμο του δημοσιευμένου «Αρχείου» του και σε μια σειρά άλλες πηγές, θα έπρεπε ν’ αποτελούν κτήμα του σημερινού πολιτικοποιημένου Ελληνα. Δυστυχώς, όμως, το κυριολεκτικό «θάψιμό» τους από την οργανωμένη αγιογραφία του «εθνάρχη» έχει καθηλώσει τη συλλογική μνήμη στο επίπεδο των επετειακών τηλεοπτικών αφιερωμάτων.
Από το Παρίσι, ο Καραμανλής την επομένη της 21ης Απριλίου 1967 εξέφρασε μεν δημόσια τη «λύπη» του «διά την δραματικήν τροπήν την οποίαν έλαβεν η εν Ελλάδι κατάστασις», απέφυγε όμως προσεκτικά οποιαδήποτε καταδίκη των πραξικοπηματιών, καταλογίζοντάς τους μάλιστα διακριτικά «το ελαφρυντικόν της συγχύσεως». Ως μοναδικό υπεύθυνο της τραγωδίας κατήγγειλε τον… Γεώργιο Παπανδρέου, που «διέπραξε το σφάλμα να εξαπολύση θύελλαν παθών και απειλών θεσμούς και πρόσωπα να δημιουργήση το κλίμα το οποίον εξέθρεψε το σημερινόν πραξικόπημα».
Οι διατυπώσεις αυτές δεν ήταν τυχαίες. Αποτελούσαν το πρώτο βήμα για μια υπόγεια επαφή με τη χούντα, με στόχο την ανάδειξη του ίδιου σε πρωταγωνιστή της επιθυμητής μετάβασης. Στις 20.6.1967 ο Καραμανλής στέλνει έτσι συγχαρητήρια επιστολή στον χουντικό «πρωθυπουργό» Κόλλια, εκτιμώντας ότι κάποιες δηλώσεις του «επιβεβαιώνουν την θέλησιν της Κυβερνήσεως όπως αποκαταστήση την ομαλότητα, και μάλιστα επί υγιεστέρων βάσεων, διά του εκσυγχρονισμού του πολιτεύματος της χώρας». Θεωρεί πως οι πραξικοπηματίες «εκινήθησαν με αγαθάς προθέσεις», «δεν αποκρύπτει» όμως την ανησυχία του «ότι ήτο δυνατόν να εκτραπή η επανάστασις προς επιδιώξεις αντιθέτους προς την αποστολήν της», προσδίδοντας «εις την μεταβολήν του παρελθόντος Απριλίου κάποια μορφή μονίμου καθεστώτος». Συνιστά, ως εκ τούτου, στην «Επαναστατικήν Κυβέρνησιν» να εμπιστευθεί την πρωτοβουλία των εξελίξεων στο βασιλιά («Αρχείο», τ. 7ος, σσ. 28-9).
Το σχέδιό του για τη διαδοχή αναλύεται σε επιστολή του προς τον Κωνσταντίνο (9.11.1967): «Παράλληλα προς την προσπάθειαν της απομακρύνσεως των επαναστατών», συμβουλεύει, «θα πρέπει να παρασκευάσητε ή τουλάχιστον να σχεδιάσητε κατά νουν την Κυβέρνησιν η οποία θα διαδεχθή την παρούσαν κατάστασιν και θα οδηγήση σταδιακώς και ακινδύνως την χώραν εις την ομαλότητα. Η Κυβέρνησις αυτή θα πρέπει να είναι ικανή να κρατήση πλήρη τον έλεγχον της καταστάσεως, δεδομένου ότι η απομάκρυνσις των επαναστατών θα δημιουργήση πιθανότατα κλίμα επικίνδυνον. Αλλά, προ παντός, θα πρέπει να είναι ικανή να πραγματοποιήση την μεταρρυθμιστικήν εκείνην επανάστασιν της οποίας έχει ανάγκην η χώρα». Χωρίς εκλογές και «ασκούσα εκτάκτους εξουσίας», όφειλε ν’ αναδομήσει μέσα σ’ ένα χρόνο την ελληνική κοινωνία: να καταρτίσει «αυστηρόν» Σύνταγμα θεσπίζοντας «την κυβερνουμένην αντί της κυβερνώσας Δημοκρατίας», «να αναδιοργανώση την διοίκησιν και την παιδείαν», «να εξυγιάνη διά ριζικών και αντιδημοτικών μέτρων την οικονομίαν της χώρας», «να λύση το Κυπριακόν» και, τέλος, «να διεξαγάγη δημοψήφισμα και εν συνεχεία εκλογάς με το κατάλληλο διά τας περιστάσεις εκλογικόν σύστημα» (όπ.π., σσ. 42-4). Με δυο λόγια, ο Καραμανλής αυτοπροτεινόταν ως ικανότερος υποψήφιος για την εφαρμογή του «γύψου» που είχε ήδη επιβάλει ο Παπαδόπουλος.
Η προοπτική υλοποίησης του σχεδίου εκμηδενίστηκε απ’ το οπερετικό βασιλικό κίνημα της 13.12.1967 και τη φυγή του Κωνσταντίνου στο εξωτερικό. Ομως ο εθνάρχης δεν το “βαλε κάτω. «Μετά την εκδίωξιν της Χούντας δεν επιθυμώ την επάνοδον του παλαιού αμαρτωλού καθεστώτος», διαβεβαιώνει στις 19.5.1969 τον αυλάρχη του βασιλιά. «Διά τούτο, είμαι της γνώμης ότι εκλογαί δεν πρέπει να γίνουν αμέσως, πρέπει να προηγηθεί ένα συμμάζεμα» (Παπάγος 1999, σ. 173).
Την ίδια συνταγή εισηγείται και σε διάφορους παράγοντες που συνδέονται με το καθεστώς. «Η επανάστασις, άπαξ και εγένετο, προσφέρει μίαν ευκαιρίαν ανασυντάξεως της ζωής του έθνους», διαβάζουμε σε επιστολή του προς τον αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο (6.9.1969). «Η ευκαιρία αυτή θα πρέπη να αξιοποιηθή διά να καταστή εις το μέλλον δυνατή η λειτουργία της Δημοκρατίας εις τον τόπον μας. Και θα αξιοποιηθή εάν η επανάστασις: 1) Πιστέψη ειλικρινώς εις τον μεταβατικόν της χαρακτήρα. 2) Λάβη τα αναγκαία και γνωστά εις όλους μας μέτρα διά την εξυγίανσιν της εθνικής μας ζωής, αδιαφορούσα διά την δημοτικότητά της. 3) Καταρτίση Σύνταγμα της κυβερνουμένης αντί της κυβερνώσης Δημοκρατίας, και 4) δημιουργήση τας προϋποθέσεις ακινδύνου επανόδου εις την ομαλότητα. Διότι δεν θα σημαίνη βέβαια αποκατάστασιν της ομαλότητος η επάνοδος εις την υφισταμένην προ του κινήματος κατάστασιν» («Καθημερινή», 17.4.2005).
Αυτή η εμμονή με το όραμα της «κυβερνουμένης και ουχί κυβερνώσης Δημοκρατίας» θα διαρκέσει μέχρι τέλους. Το διαπιστώνουμε από μια συνομιλία του εθνάρχη με τον καθηγητή Θεόδωρο Κουλουμπή (18.4.1972), όπως καταγράφεται στο ημερολόγιο του τελευταίου: «Εχει την αίσθηση ότι η διάδοχη της χούντας κατάσταση θα πρέπει να είναι μια κυβέρνηση με ενισχυμένες εξουσίες (μια άλλη χούντα;) η οποία θα φροντίσει για την ομαλή μετάβαση και δεν θα επιτρέψει στο ‘πεζοδρόμιο’ να πάρει τον έλεγχο της κατάστασης και να οδηγήσει τη χώρα στο χάος». Συμπέρασμα του καθηγητή ήταν πως «ο Καραμανλής αντιπροσωπεύει την πραγματική γέφυρα με τη χούντα» για μια διατεταγμένη μεταπολίτευση («Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού», Αθήνα 2001, σσ. 142 και 147).
Η υποψηφιότητά του αυτή ερμηνεύει και τη συνειδητή αποφυγή κάθε αντιστασιακής κίνησης, που θα έθετε σε κίνδυνο το προφίλ του ως διαμεσολαβητή. «Δεν βλέπει την ανάγκη να κάνει ή να πει ο,τιδήποτε τώρα», σημειώνει στο ημερολόγιό του ο αυλάρχης του Κωνσταντίνου, ύστερα από μια συνάντησή τους (4.4.1968). «Το αυτό συνιστά να κάνει και ο Βασιλεύς. Επί του παρόντος, τίποτε απολύτως» (Παπάγος 1999, σ. 84). Σε όσους δηλώνουν απογοητευμένοι από την αδράνειά του, προφασίζεται μισοκακόμοιρα αδυναμία: «Πώς να διεξάγω τον αγώνα; Με τον Μητσοτάκη, τον οποίον δεν θέλουν καν να ακούσουν στην Ελλάδα, ή με το σωφέρ μου, τον Θόδωρο;» (σ. 199). Εξίσου εύγλωττη είναι και μια άλλη μέριμνά του: «Πρέπει να αρχίσει η έρευνα διά την εξεύρεση οικονομικών μέσων, διότι χωρίς αυτά δεν γίνεται τίποτε. Είναι ατύχημα ότι σχεδόν όλοι οι εφοπλιστές έχουν προσχωρήσει στη χούντα. Δεν αποκλείεται, όμως, να αναλογιστούν και το αύριο» (σ. 185).
Η μακρόσυρτη Μεταπολίτευση
Αυτό το «αύριο» ήρθε με την κατάρρευση της χούντας στις 23 Ιουλίου 1974, ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής που η ίδια προκάλεσε ανατρέποντας το Μακάριο. Η πανικόβλητη παράδοση της εξουσίας από το στρατό σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, στην οποία μετείχαν όλοι οι πολιτικοί του Κέντρου και της Δεξιάς, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά της τομής. Ο Καραμανλής κλήθηκε απλώς την τελευταία στιγμή, αφού είχε ήδη αποφασιστεί ο σχηματισμός της κυβέρνησης με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Τα σχέδιά του περί «κυβερνουμένης δημοκρατίας» δεν ήταν, ωστόσο, δυνατόν να εφαρμοστούν, για δυο κυρίως λόγους:
* Η λαϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου μπορεί να μην ανέτρεψε τη χούντα, είχε ωστόσο καταστήσει σαφή την αδυναμία ομαλού αυτομετασχηματισμού του καθεστώτος, δίχως πραγματική αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών.
* Η κυπριακή τραγωδία είχε απονομιμοποιήσει πλήρως τους μηχανισμούς της εθνικοφροσύνης, πάνω στους οποίους θα στηριζόταν αναγκαστικά η διαχείριση μιας συντεταγμένης μετάβασης.
Ο Καραμανλής ανέχτηκε έτσι αναγκαστικά την πολύ περισσότερες ελευθερίες απ’ ό,τι ο ίδιος επιθυμούσε, προσπάθησε όμως τα κατοπινά χρόνια ν’ αναιρέσει αυτό το «άνοιγμα» με την υιοθέτηση όλο και πιο αυταρχικών μέτρων – από τον αντεργατικό Ν. 330/76, βάσει του οποίου τσακίστηκε ο εργοστασιακός συνδικαλισμός, μέχρι την αποτυχημένη απόπειρα αναβίωσης των εκτοπίσεων, τον Νοέμβριο του 1976. Τυπική αποκρυστάλλωση αυτής της σταδιακής σκλήρυνσης συνιστά η αντιμετώπιση της επετειακής πορείας του Πολυτεχνείου: ανενόχλητη το 1974-75, περιορίστηκε το 1976 μέχρι τη Βουλή κι απαγορεύθηκε εντελώς το 1977, με ανελέητο ξυλοδαρμό όσων δοκίμασαν να την πραγματοποιήσουν.
Αντιμέτωπος με το φάσμα μιας βέβαιης ήττας στις εκλογές του 1981, θα σκαρφαλώσει το 1980 στην προεδρία της Δημοκρατίας. Με την κίνηση αυτή, εξηγεί ο προκάτοχος και στενός συνεργάτης του, «διαφυλασσόταν ως ένα τελευταίο έρρεισμα της πολιτικής μας ζωής», ως «ο μοναδικός ανασχετικός φραγμός στη γνωστή αριστερή πολιτική του Πασόκ» (Τσάτσος, όπ.π., σσ. 471-2). Για τον σκοπό αυτό, διαπιστώνουμε από το (αγρίως λογοκριμένο) σχετικό τμήμα του «Αρχείου» του, εκτός από τις συνταγματικές υπερεξουσίες με τις οποίες ο ίδιος είχε εφοδιάσει το θεσμό (απόλυση πρωθυπουργού κ.λπ.), επέσειε επίσης το φόβητρο ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος (βλ. «Ιός» 22.7.2007).
Η Μεταπολίτευση δεν θα ολοκληρωθεί έτσι παρά στις 9 Μαρτίου 1985, με την αιφνιδιαστική ανακοίνωση του Ανδρέα Παπανδρέου ότι δεν θα συμβάλει στην επανεκλογή του. Η αναίμακτη αποκαθήλωση του «εθνάρχη» παρείχε την οριστική επιβεβαίωση πως η Ελλάδα ήταν όντως πλέον μια φυσιολογική δημοκρατία.
Το σκανδαλώδες υπόβαθρο του Ιδρύματος
Το Ιδρυμα Καραμανλή στεγάζεται από το 1987 σε οικόπεδο της Φιλοθέης το οποίο, όπως υπενθυμίζει ο ιστότοπός του, «προσέφερε ο ίδιος» ο εθνάρχης «ταυτόχρονα με την κατάθεση του προσωπικού του αρχείου». Αυτό που δεν λέγεται είναι πως η αγορά αυτού του οικοπέδου το 1957 από τον τότε πρωθυπουργό θεωρήθηκε καραμπινάτο σκάνδαλο, που ο αντιπολιτευόμενος Τύπος της εποχής θεωρούσε ικανό να θέσει τέρμα στην πολιτική του σταδιοδρομία.
Τα «βραχώδη» οικόπεδα στην πρώτη σελίδα
Η αγορά των 6 στρεμμάτων (11.000 «πήχεων») έγινε στις 11.4.1957 από τον Οικοδομικό Συνεταιρισμό Υπαλλήλων της Εθνικής Τραπέζης (του οποίου ο ίδιος ο Καραμανλής δεν ήταν μέλος), στην εξευτελιστική τιμή των 34 δρχ./πήχη, ενώ η τιμή αγοράς στην περιοχή ανερχόταν σε 200 δρχ. Βάσει του συμβολαίου, ο μεν συνεταιρισμός ανέλαβε να περιβάλει ιδίοις εξόδοις το επίμαχο οικόπεδο με τους απαραίτητους δρόμους, ο δε πρωθυπουργός απόλαυσε εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής. Εναν χρόνο νωρίτερα, άλλα 2 στρέμματα είχαν παραχωρηθεί με παρόμοιους όρους στη νύφη του Αλίκη, μητέρα του Κώστα Καραμανλή τζούνιορ. Τα μέλη του συνεταιρισμού δεν δικαιούνταν, αντίθετα, ν’ αγοράσουν παρά ένα μόνο στρέμμα – κι αυτό, εφόσον ανήκαν στους τυχερούς που επιλέγονταν με κλήρωση.
Για την αμηχανία που αυτή η υπόθεση προκαλεί στους υμνητές του «εθνάρχη», αποκαλυπτικά είναι τα απομνημονεύματα του στενού συνεργάτη του (και πρώτου προέδρου του Ιδρύματος) Κωνσταντίνου Τσάτσου, υπουργού Προεδρίας εκείνη την εποχή.
«Θυμάμαι», γράφει, «πως όταν τότε ανέβαινε επικίνδυνα η λίρα και πανικός φυσούσε στο Χρηματιστήριο, αισθάνθηκα ότι κάτι συνταρακτικό έπρεπε να κάνει η Κυβέρνηση για να σταματήσει το κακό. Κατέβηκα τότε νωρίς το πρωί στο γραφείο του Καραμανλή και του λέω ευθέως: “Θα αναγγείλωμε τη θέσπιση του “Πόθεν Εσχες’”. Ο Καραμανλής μού απάντησε με ένα οργίλο και ειρωνικό βλέμμα. “Σκεφθήτε το”, του λέω. Την άλλη μέρα το πρωί με κάλεσε ο Καραμανλής: “Πώς το σκέφτηκες αυτό το “Πόθεν Εσχες;’” Του εξήγησα τι εντύπωση θα κάνει και πως η εντύπωση αυτή θα εκτοπίσει τις άλλες εντυπώσεις. Την ίδια μέρα το συζήτησε και με άλλους συναδέλφους και ανακοινώθηκε το βράδυ η απόφαση της Κυβερνήσεως. Ολοι, και εγώ ακόμα, έκπληκτοι την επομένη πληροφορηθήκαμε ότι η κατρακύλα της δραχμής στο Χρηματιστήριο σταμάτησε. Ολοι μιλούσαν για την έκταση του “Πόθεν Εσχες”. Η μια ανοησία διώχνει την άλλη» («Λογοδοσία μιας ζωής», σ. 347).
Αυτό που ο Τσάτσος συνειδητά αποσιωπά είναι η αρχική «ανοησία» που προκάλεσε την πτώση της δραχμής κι εξοβελίστηκε από την προσχηματική καθιέρωση του «πόθεν έσχες». Οπως διαπιστώνουμε από τις εφημερίδες των ημερών, η εξαγγελία του μέτρου προέκυψε στις 15.12.1960 ως απάντηση σ’ ένα κύμα σκανδάλων που απειλούσε να πνίξει την κυβέρνηση της ΕΡΕ. Η αρχή είχε γίνει με τον υφυπουργό ΟικισμούΕμμανουήλ Κεφαλογιάννη, που κατηγορούνταν για ανάμειξη σε καλλιέργεια χασίς και παράνομες ρουλέτες και παραιτήθηκε όταν επιβεβαιώθηκε η εκ μέρους του αντιποίηση της ιδιότητας του δικηγόρου (30.11.1960), η κορύφωση όμως ήρθε με τα «βραχώδη οικόπεδα» της οικογένειας Καραμανλή στη Φιλοθέη, η απόκτηση των οποίων έθιγε την υπόληψη του ίδιου του πρωθυπουργού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΠΟΥ ΗΞΕΡΑ
Κοντά μια βδομάδα τώρα διαβάζω και τρίβω τα μάτια μου κι αναρωτιέμαι «βρε, μπας και κάνω λάθος;», «μπας και τόσα χρόνια ζούσα σ’ άλλη χώρα;». Επειδή εγώ ήξερα ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ο πολιτικός που σφράγισε την πολιτική ζωή αυτού του τόπου, ερήμην της επιθυμίας του λαού.
Κλήθηκε από το παλάτι να αναλάβει πρωθυπουργός, τον Οκτώβρη του 1955. Τον κατάγγειλαν ολόκληρη η αντιπολίτευση αλλά και οι Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Στέφανος Στεφανόπουλος και Σπύρος Μαρκεζίνης. Δημιούργησε την ΕΡΕ κι έναν εκλογικό νόμο που μετέτρεψε το 47,38% των ψήφων της σε 165 βουλευτές, ενώ η Δημοκρατική Ένωση, με 48,15%, έμεινε στους 132. Στις επόμενες εκλογές, με νέο εκλογικό σύστημα, το ποσοστό ψήφων της ΕΡΕ έπεσε στο 41,16%, αλλά η δύναμή της στη Βουλή ανέβηκε στους 171 βουλευτές. Μετά, ήρθαν οι εκλογές της βίας και νοθείας (29 του Οκτώβρη του 1961) που του χάρισαν 176 βουλευτές.
Ως την παραίτησή του το 1963 (μετά από εκείνο το «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;»), είχε καταφέρει να ισχυροποιήσει το αστυνομικό κράτος, στον κόρφο του οποίου ανδρώθηκαν παρακρατικοί («Καρφίτσες» κ.λπ.), επίσημοι κρατικοί τραμπούκοι (ΤΕΑ κ.λπ.) αλλά και κομματικοί (ΕΚΟΦ κ.λπ.), να καταστρέψει την Αθήνα και να επιτρέψει να φύγουν στην ξενιτιά ή να συρρεύσουν στα αστικά κέντρα εκατομμύρια απελπισμένων Ελλήνων. Με τα μυστικά κονδύλια να τροφοδοτούν κονδυλοφόρους και τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων να καθορίζουν, ποιος θα βρει δουλειά και ποιος όχι. Και με τον χαφιεδισμό, επίσημη πολιτική του κράτους.
Η σύγκρουσή του με το παλάτι ήταν αναπόφευκτη. Αυτό τον είχε αναδείξει πρωθυπουργό. Επόμενο ήταν να τον θεωρεί δικό του όργανο ως το τέλος. Αν εκείνος αποφάσισε να σηκώσει κεφάλι, φυσικά και θα έπρεπε να αναμένει την αντίδραση. Με τον λαό κατηγορηματικά εναντίον του, όπως έδειξαν όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις, και με το παλάτι πια να μην τον θέλει, το Παρίσι ήταν η πιο αξιοπρεπής λύση. Ούτε σύγκριση, με τον Γεώργιο Παπανδρέου, όταν το ιουλιανό ανακτορικό πραξικόπημα του 1965 ξεσήκωσε πρωτοφανή λαϊκή αντίδραση.
Για την πρώτη οκταετία του Καραμανλή, οι οπαδοί του επισείουν το ότι έφτιαξε δρόμους και ξεκίνησε τη σύνδεση με την τότε ΕΟΚ. Όντως. Αν επιζούσε ο Παπάγος, δε θα στρεφόταν προς την Ευρώπη; Αν γινόταν ο Γεώργιος Παπανδρέου πρωθυπουργός, όπως ήθελε ο λαός, δεν θα κινούσε τις διαδικασίες; Ο Ράλλης; Ο Κανελλόπουλος; Ο οποιοσδήποτε προσανατολισμένος στο ΝΑΤΟ πολιτικός, το ίδιο δεν θα έπραττε;
Μένουν οι δρόμοι, με ή χωρίς τα «βραχώδη οικόπεδα». Αρκούν;
Αν η πρώτη «εποχή Καραμανλή» ξεκίνησε χάρη στην επιλογή του παλατιού, η δεύτερη οφείλεται στην κατάρρευση της χούντας με το έγκλημα στην Κύπρο. Του 1974, όχι των συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου.
Ο αυτοεξόριστος των Παρισίων ήταν ο μοναδικός πολιτικός που, με κάθε επιμέλεια, απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο για το καθεστώς των Απριλιανών. Και ενοχλιόταν όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου του ζητούσε «φορτικά» να πάρει θέση. Κρατούσε για τον εαυτό του τον ρόλο της χρυσής εφεδρείας, την ίδια ώρα που ο ελληνικός λαός στέναζε στον γύψο της τυραννίας. Φυσικά και προτιμήθηκε ως διαχειριστής της μεταπολίτευσης, καθώς η σιωπή του αποδείχθηκε χρυσός. Τον Ανδρέα θα καλούσαν; Ή τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο; Ή τον Γεώργιο Μαύρο;
Και, βέβαια, ήταν αναίμακτη η μεταπολίτευση: Οι χουντικοί να γλιτώσουν το τομάρι τους προσπαθούσαν, καθώς με την ανεκδιήγητη επιστράτευση είχαν χάσει και πόστα και τ’ αβγά και τα πασχάλια.
Κατάργησε τον 509 και νομιμοποίησε το ΚΚΕ. Πότε; Το ΚΚΕ λειτουργούσε φανερά από την πρώτη στιγμή της μεταπολίτευσης και η ως τότε παράνομη «Νέα Ελλάδα» κυκλοφορούσε νόμιμα μέσω του πρακτορείου διανομής των εφημερίδων. Ο Καραμανλής, απλά, επισημοποίησε μια ντε φάκτο κατάσταση.
Με το δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς», ο αρχηγός της Ν.Δ. πήρε για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή του την έγκριση της πλειοψηφίας να κυβερνήσει. Και την πήρε πανηγυρικά, με 54,37%! Τρία χρόνια αργότερα, όταν είχε πια εξασφαλιστεί η «αναίμακτη μεταπολίτευση», είχε εγκριθεί το στιγμιαίο και είχαν μεταβληθεί σε ισόβια οι εις θάνατον καταδίκες, το ποσοστό του γύρισε στα φυσιολογικά επίπεδα του 1958, με 41,84%!
Οι καιροί δεν ανέχονταν πια βία και νοθεία. Κι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής φρόντισε έγκαιρα να πάει πιο πέρα: Η Ένωση Κέντρου διασπάστηκε γι’ άλλη μια φορά, το κόμμα των Νεοφιλελευθέρων διαλύθηκε, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος παραιτήθηκε μεγαλόψυχα και, στο τέλος της αναταραχής, προέκυψε Πρόεδρος Δημοκρατίας ο Καραμανλής.
Στα 1985, όταν κατάλαβε ότι δεν τον έπαιρνε άλλο, παραιτήθηκε πρόωρα και φανερά ενοχλημένος. Γι’ άλλη μια φορά δήλωσε πως δεν έχει σχέση «με αυτό που αποκαλείται δημόσιος βίος», καθώς έβλεπε τον Σαρτζετάκη στην πολυθρόνα. Μόλις όμως η ευκαιριακή πλειοψηφία της Ν.Δ. (με τον χαμό του 1989) του το επέτρεψε, ξαναγύρισε στην προεδρία, το 1990.
Αυτόν τον Καραμανλή εγώ θυμάμαι. Και, βέβαια, κάτι σημαντικό του οφείλω: Το ότι έστησε τον Κοκό να περιμένει άδικα κάποιο τηλεφώνημα, για πάνω από είκοσι χρόνια. Επειδή, στη βράση κολλάει το σίδερο. Κι αν ο Κοκός ερχόταν με το ίδιο αεροπλάνο, γύρευε πώς θα ξεμπερδεύαμε από δαύτον.
ΤΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΦΤΑΕΤΙΑΣ
Τα βραχώδη οικόπεδα της Φιλοθέης, το μονοπώλιο μπακαλιάρου, οι εκλογές Βίας & Νοθείας, η δολοφονία Λαμπράκη, η διχοτόμηση της Κύπρου και ο… εθνάρχης Καραμανλής
Μαρτίου 7th, 2013 Το Μώλυ Leave a comment Go to comments
Συγκέντρωση Διαπλοκής (ολιγάρχες + πολιτικοί) στο Μέγαρο ΔΟΛ υπέρ Καραμανλή Α΄
Τα «βραχώδη οικόπεδα» της Φιλοθέης
Ο εν θέματι συνεταιρισμός, (: «Οικοδομικός Συνεταιρισμός των εν Φιλοθέη Υπαλλήλων της Εθνικής Τραπέζης»), είχε και στο παρελθόν ακυρώσει παρόμοιο διάταγμα για το ίδιο θέμα. Η περιοχή τελικά εντάχθηκε στο Σχέδιο, και στη συνέχεια ξέσπασε το σκάνδαλο με τα έξι «βραχώδη οικόπεδα», τα οποία είχε αγοράσει στην επίμαχη περιοχή ο τότε πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Αργότερα, τα μισά οικόπεδα πωλήθηκαν και τα υπόλοιπα δωρήθηκαν στο Ίδρυμα Καραμανλή, όπου και οικοδομήθηκε το κτήριο του Ιδρύματος.-
[..] Αναμφιβόλως, η χούντα μετέφερε … πολύ μακριά τη σκυτάλη της διαφθοράς, την οποία – για να είμαστε ακριβείς- παρέλαβε από τα προγενέστερα χρόνια.
Υπενθυμίσεις επιγραμματικές: Σκάνδαλο «Siemens» (: ναι, ναι! Κρατάει χρόοοοονια αυτή η… βρώμα»), που προκάλεσε και τη ρήξη στις σχέσεις του Παπάγου με τον Μαρκεζίνη, το 1954. Άφθονα… κλέη της οκταετίας (1955- 63) Καραμανλή, από τα «βραχώδη οικόπεδα της Φιλοθέης» και τα φουσκωμένα κέρδη εργολάβων, μέχρι την ηλεκτροδότηση της «Πεσινέ» με όρους σκανδαλωδώς ευνοϊκούς. Απόφαση της Βουλής, τον Φεβρουάριο του 1965, να παραπέμψει σε ειδικό δικαστήριο τους Κ. Καραμανλή, Π. Παπαληγούρα και Ν. Μάρτη για την «Πεσινέ». Επτά εν συνόλω υπουργοί και δυο υφυπουργοί του «εθνάρχη» που αντιμετώπισαν – σε κοινοβουλευτικό επίπεδο- κατηγορίες περί βλάβης του δημοσίου συμφέροντος και περί παράνομης διάθεσης μυστικών κονδυλίων. (Προτείνει κανείς να εκλάβουμε ως απόδειξη αθωότητας το «κουκούλωμα» που – κατά τα ειωθότα- ακολούθησε; ). Εξαγορές βουλευτών στην περίοδο της αποστασίας, το 1965.
Ακόμη κι ο ελληνικός κινηματογράφος των middle 60ς κατοχύρωσε ως σήμα κατατεθέν της εποχής τα … αρπακτικά του Μαυρογιαλούρου. Τυχαίο; Δεν νομίζουμε […]
[..]Η πολιτική στη μεταπολεμική Ελλάδα είχε μεγάλες κουβέντες και φαρδιές τσέπες. Οι νικητές του Εμφυλίου -πολλοί εκ των οποίων πρώην συνεργάτες των Γερμανών- ανέλαβαν να φτιάξουν μια Ελλάδα εθνικά αναμορφωμένη. Αυτό το «εθνικά» σήμαινε πρωτίστως την ενίσχυση των ισχυρών φορέων της εθνικής ιδέας, δηλαδή του εαυτού τους. Οι παλιότεροι θυμούνται το σκάνδαλο του μπακαλιάρου, όταν η κυβέρνηση της ΕΡΕ υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ψήφισε νόμο για να υπάρχει μονοπώλιο μπακαλιάρου στη χώρα, το οποίο την εποχή εκείνη ήταν βασικό είδος διατροφής. Το μονοπώλιο, βεβαίως, ανήκε στον αδελφό του Καραμανλή. Έτσι πορεύτηκε η Ελλάδα. Με πολιτικές του μπακαλιάρου […] -http://www.lifo.gr/mag/columns/2943
1961, «ΕΚΛΟΓΕΣ ΒΙΑΣ & ΝΟΘΕΙΑΣ»
Οι εκλογές του έτους αυτού έγιναν στις 29 Οκτωβρίου 1961 από την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Δόβα και έγιναν σε κλίμα μεγάλης έντασης και εν μέσω επεισοδίων. Έμειναν στην ιστορία ως «εκλογές βίας και νοθείας». Η κυβέρνηση Καραμανλή, τα σώματα ασφαλείας και ο στρατός κατηγορήθηκαν ότι προέβησαν προεκλογικά σε εκτεταμένη τρομοκρατία εναντίον των κομμάτων του Κέντρου και της Αριστεράς αλλά και σε νοθεία του εκλογικού αποτελέσματος.
Σημειώθηκαν βίαια επεισόδια κατά την προεκλογική εκστρατεία κατά των οπαδών της ΕΔΑ (η οποία συμμετείχε με την ονομασία «ΠΑΜΕ»), ακόμη και κατά υποψηφίων βουλευτών της. Στις συμπλοκές υπήρξαν και νεκροί από πυρά του στρατού και της χωροφυλακής. Ιδιαίτερα στην επαρχία στρατός, χωροφυλακή και παρακρατικοί («μαγκουροφόροι») άσκησαν ψυχολογική πίεση στους πολίτες να μη συμμετάσχουν στις προεκλογικές εκδηλώσεις της ΕΔΑ και να μην την ψηφίσουν. Προεκλογικό υλικό της ΕΔΑ κατασχέθηκε κατ” επανάληψη, ενώ πολλές συγκεντρώσεις της παρεμποδίστηκαν είτε με την επέμβαση του στρατού και της αστυνομίας είτε με τη δημιουργία επεισοδίων από πολίτες που εκτελούσαν διαταγές των τελευταίων.
Επεισόδια βίας ή τρομοκρατίας σημειώθηκαν και σε βάρος υποψηφίων της Ένωσης Κέντρου. Η νοθεία είχε να κάνει με ψευδείς εγγραφές στους εκλογικούς καταλόγους και διπλοψηφίες. Χαρακτηριστικό είναι ότι βρέθηκαν εγγεγραμμένοι 218 χωροφύλακες να δηλώνουν διεύθυνση κατοικίας την ίδια διώροφη μονοκατοικία [1] . Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αρνήθηκε πάντοτε σθεναρά την οποιαδήποτε υποκίνηση της βίας ή της νοθείας από το κόμμα του και κατήγγειλε ότι η όποια βία ή νοθεία ενορχηστρώθηκε από τα ανάκτορα χωρίς συμμετοχή του και εν γνώσει του Γεωργίου Παπανδρέου, στον οποίο ο βασιλιάς υποσχέθηκε ισοκαταμερισμό των ψήφων που είχαν υπεξαιρεθεί [2], (: καλό, αλλά χωρίς δράκο). Ως αίτιο για τη βία κατά της ΕΔΑ θεωρείται η μεγάλη επιτυχία που αυτή είχε σημειώσει κατά τις προηγούμενες εκλογές, η οποία είχε ανησυχήσει έντονα τους ακραιφνείς «εθνικόφρονες».
ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΛΑΜΠΡΑΚΗ
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης (Κερασίτσα Αρκαδίας 3 Απριλίου 1912 – Θεσσαλονίκη 27 Μαΐου 1963 [1]) ήταν γιατρός, αθλητής, και πολιτικός που δολοφονήθηκε από παρακρατικούς. Η δολοφονία του προκάλεσε διεθνή κατακραυγή για τις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης Καραμανλή και των Σωμάτων Ασφαλείας, που αποδείχθηκε ότι όχι μόνο ανέχονταν, αλλά και εξέθρεφαν τον ανεξέλεγκτο παρακρατικό μηχανισμό [2] . Η υπόθεση Λαμπράκη αναζωογόνησε τον Ανένδοτο Αγώνα του Γεωργίου Παπανδρέου και έπαιξε τον πιο σημαντικό ίσως ρόλο στην πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή τον ίδιο χρόνο.
Τι εγώ θυμάμαι από τον Καραμανλή
Κοντά μια βδομάδα τώρα διαβάζω και τρίβω τα μάτια μου κι αναρωτιέμαι «βρε, μπας και κάνω λάθος;», μπας και τόσα χρόνια ζούσα σ’ άλλη χώρα; Επειδή εγώ ήξερα ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ο πολιτικός που σφράγισε την πολιτική ζωή αυτού του τόπου ερήμην της επιθυμίας του λαού. Κλήθηκε από το παλάτι να αναλάβει πρωθυπουργός, τον Οκτώβρη του 1955. Τον κατάγγειλαν ολόκληρη η αντιπολίτευση αλλά και οι Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Στέφανος Στεφανόπουλος και Σπύρος Μαρκεζίνης. Δημιούργησε την ΕΡΕ κι έναν εκλογικό νόμο που μετέτρεψε το 47,38% των ψήφων της σε 165 βουλευτές, ενώ η Δημοκρατική Ένωση, με 48,15% έμεινε στους 132. Στις επόμενες εκλογές με νέο εκλογικό σύστημα το ποσοστό ψήφων της ΕΡΕ έπεσε στο 41,16%, αλλά η δύναμή της στη Βουλή ανέβηκε στους 171 βουλευτές. Μετά, ήρθαν οι εκλογές της βίας και νοθείας (29 του Οκτώβρη του 1961) που του χάρισαν 176 βουλευτές.
Ως την παραίτησή του το 1963 (μετά από εκείνο το «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;»), είχε καταφέρει να ισχυροποιήσει το αστυνομικό κράτος, στον κόρφο του οποίου ανδρώθηκαν παρακρατικοί («Καρφίτσες» κ.λπ.), επίσημοι κρατικοί τραμπούκοι (ΤΕΑ κ.λπ.) αλλά και κομματικοί (ΕΚΟΦ κ.λπ.), να καταστρέψει την Αθήνα και να επιτρέψει να φύγουν στην ξενιτιά ή να συρρεύσουν στα αστικά κέντρα εκατομμύρια απελπισμένων Ελλήνων. Με τα μυστικά κονδύλια να τροφοδοτούν κονδυλοφόρους και τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων να καθορίζουν, ποιος θα βρει δουλειά και ποιος όχι. Και με τον χαφιεδισμό επίσημη πολιτική του κράτους.
Η σύγκρουσή του με το παλάτι ήταν αναπόφευκτη. Αυτό τον είχε αναδείξει πρωθυπουργό. Επόμενο ήταν να τον θεωρεί δικό του όργανο ως το τέλος. Αν εκείνος αποφάσισε να σηκώσει κεφάλι, φυσικά και θα έπρεπε να αναμένει την αντίδραση. Με τον λαό κατηγορηματικά εναντίον του, όπως έδειξαν όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις, και με το παλάτι πια να μην τον θέλει, το Παρίσι ήταν η πιο αξιοπρεπής λύση. Ούτε σύγκριση, με τον Γεώργιο Παπανδρέου, όταν το ιουλιανό ανακτορικό πραξικόπημα του 1965 ξεσήκωσε πρωτοφανή λαϊκή αντίδραση.
Για την πρώτη οκταετία του Καραμανλή, οι οπαδοί του επισείουν το ότι έφτιαξε δρόμους και ξεκίνησε τη σύνδεση με την τότε ΕΟΚ. Όντως. Αν επιζούσε ο Παπάγος, δε θα στρεφόταν προς την Ευρώπη; Αν γινόταν ο Γεώργιος Παπανδρέου πρωθυπουργός, όπως ήθελε ο λαός, δεν θα κινούσε τις διαδικασίες; Ο Ράλλης; Ο Κανελλόπουλος; Ο οποιοσδήποτε προσανατολισμένος στο ΝΑΤΟ πολιτικός, το ίδιο δε θα έπραττε;
Μένουν οι δρόμοι, με ή χωρίς τα «βραχώδη οικόπεδα». Αρκούν;
Αν η πρώτη «εποχή Καραμανλή» ξεκίνησε χάρη στην επιλογή του παλατιού, η δεύτερη οφείλεται στην κατάρρευση της χούντας με το έγκλημα στην Κύπρο. Του 1974, όχι των συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου.
Ο αυτοεξόριστος των Παρισίων ήταν ο μοναδικός πολιτικός που με κάθε επιμέλεια απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο για το καθεστώς των Απριλιανών. Και ενοχλιόταν, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου του ζητούσε «φορτικά» να πάρει θέση. Κρατούσε για τον εαυτό του τον ρόλο της χρυσής εφεδρείας, την ίδια ώρα που ο ελληνικός λαός στέναζε στον γύψο της τυραννίας. Φυσικά και προτιμήθηκε ως διαχειριστής της μεταπολίτευσης, καθώς η σιωπή του αποδείχθηκε χρυσός. Τον Ανδρέα θα καλούσαν; Ή τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο; Ή τον Γεώργιο Μαύρο;
Και βέβαια ήταν αναίμακτη η μεταπολίτευση: Οι χουντικοί να γλιτώσουν το τομάρι τους προσπαθούσαν, καθώς με την ανεκδιήγητη επιστράτευση είχαν χάσει και πόστα και τ’ αβγά και τα πασχάλια.
Κατάργησε τον 509 και νομιμοποίησε το ΚΚΕ. Πότε; Το ΚΚΕ λειτουργούσε φανερά από την πρώτη στιγμή της μεταπολίτευσης και η ως τότε παράνομη «Νέα Ελλάδα» κυκλοφορούσε νόμιμα μέσω του πρακτορείου διανομής των εφημερίδων. Ο Καραμανλής απλά επισημοποίησε μια ντε φάκτο κατάσταση.
Με το δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς», ο αρχηγός της ΝΔ πήρε για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή του την έγκριση της πλειοψηφίας να κυβερνήσει. Και την πήρε πανηγυρικά με 54,37%! Τρία χρόνια αργότερα, όταν είχε πια εξασφαλιστεί η «αναίμακτη μεταπολίτευση», είχε εγκριθεί το στιγμιαίο και είχαν μεταβληθεί σε ισόβια οι εις θάνατον καταδίκες, το ποσοστό του γύρισε στα φυσιολογικά επίπεδα του 1958 με 41,84%!
Οι καιροί δεν ανέχονταν πια βία και νοθεία. Κι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής φρόντισε έγκαιρα να πάει πιο πέρα: Η Ένωση Κέντρου διασπάστηκε γι’ άλλη μια φορά, το κόμμα των Νεοφιλελευθέρων διαλύθηκε, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος παραιτήθηκε μεγαλόψυχα και, στο τέλος της αναταραχής, προέκυψε πρόεδρος Δημοκρατίας ο Καραμανλής.
Στα 1985, όταν κατάλαβε ότι δεν τον έπαιρνε άλλο, παραιτήθηκε πρόωρα και φανερά ενοχλημένος. Γι’ άλλη μια φορά δήλωσε πως δεν έχει σχέση «με αυτό που αποκαλείται δημόσιος βίος», καθώς έβλεπε τον Σαρτζετάκη στην πολυθρόνα. Μόλις όμως η ευκαιριακή πλειοψηφία της ΝΔ (με τον χαμό του 1989) του το επέτρεψε, ξαναγύρισε στην προεδρία, το 1990.
Αυτόν τον Καραμανλή εγώ θυμάμαι. Και βέβαια, κάτι σημαντικό του οφείλω: Το ότι έστησε τον Κοκό να περιμένει άδικα τηλεφώνημα για πάνω από είκοσι χρόνια. Επειδή, στη βράση κολλάει το σίδερο. Κι αν ο Κοκός ερχόταν με το ίδιο αεροπλάνο, γύρευε πώς θα ξεμπερδεύαμε από δαύτον.
Η ιστορία της αντιπαροχής στην Ελλάδα
Όλοι συζητούν για την άναρχη δόμηση και τις τεράστιες πολυκατοικίες που υπάρχουν σε πολλές Ελληνικές πόλεις και κυρίως στην πρωτεύουσα που οφείλονται στην αντιπαροχή. Πως και γιατί ξεκίνησε όμως το φαινόμενο της αντιπαροχής στη χώρα μας και ποια τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτήν;
Η αντιπαροχή οικοπέδων για τη δημιουργία διαμερισμάτων είναι ένα ελληνικό φαινόμενο που δεν εφαρμόζεται σε άλλα μέρη, τουλάχιστον όχι με αυτήν τη μορφή και σε αυτήν την έκταση. Πρόκειται για μια μέθοδος δόμησης που χρησιμοποιήθηκε έντονα στην Ελλάδα κατά τη μεταπολεμική περίοδο γι’ αυτό και χρονικά η εμφάνισή της τοποθετείται στα τέλη της δεκαετίας του ’50.
Εφαρμόστηκε ως λύση στο οξύ στεγαστικό ζήτημα που προκλήθηκε στις μεγάλες πόλεις και ιδίως στην Αθήνα, λόγω της τεράστιας συσσώρευσης πληθυσμού σε αυτήν, ως αποτέλεσμα της Μικρασιατικής καταστροφής (1922) και της καταστροφής χιλιάδων χωριών και κωμοπόλεων που προκάλεσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1940-1945) και ο Εμφύλιος Πόλεμος (1946-1949). Σε αυτή την μέθοδο στηρίχθηκε η οικοδόμηση του Αθηναϊκού Συγκροτήματος, με όλα τα μειονεκτήματα που της έχουν κατά καιρούς καταλογίσει.
Κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 το ποσοστό που αναλογούσε στους οικοπεδούχους ήταν γύρω στο 20% με 30%. Στη δεκαετία του 1980 αντιστοιχούσε στο 30 με 40%. Σήμερα είναι γύρω στο 50% και σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις 60%. Αυτό σημαίνει πως εάν δύναται να οικοδομηθεί μια τετραώροφη πολυκατοικία, οι δύο όροφοι αντιστοιχούν στον οικοπεδούχο και οι λοιποί δύο στον εργολάβο.
Η έννοια της αντιπαροχής ξεκίνησε ουσιαστικά από την Αθήνα. Για να βρούμε όμως την αρχή της πρέπει να μάθουμε τα ιστορικά γεγονότα που ουσιαστικά συνετέλεσαν στη γέννησή της.
Τα γεγονότα που οδήγησαν στη δημιουργία της έννοιας αντιπαροχή 1880-1900 Στα τέλη του 19ου αιώνα η Aθήνα, πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους από το 1834, θα συμπληρώσει την αρχιτεκτονική και πολεοδομική της συγκρότηση, αναδεικνύοντας παράλληλα τα μοναδικά αρχαία της μνημεία. Eίναι πλέον μια ελκυστική πόλη με αξιόλογα δημόσια κτίρια, που οφείλονται στη γενναιοδωρία των πλούσιων Eλλήνων της διασποράς, και ειδυλλιακές εξοχές. Aυτή την περιορισμένη σε έκταση Aθήνα των 200.000 κατοίκων, με τα διώροφα ή τριώροφα το πολύ σπίτια περιτριγυρισμένα από κήπους και αυλές, παρέδωσε ο 19ος αιώνας στον 20ό.
Εικ. 1 Αθήνα 1845. Στύλοι Ολυμπίου Διός, πύλη του Αδριανού. Στο βάθος διακρίνεται ο Υμηττός
1990-1922 Aπό την αυγή του 20ού αιώνα έως το 1922, που ο πληθυσμός της αγγίζει τις 500.000 κατοίκους, η Aθήνα γίνεται ο μοχλός αλλά και ο κύριος αποδέκτης των ιστορικών αλλαγών της χώρας. Oι δύο νικηφόροι Bαλκανικοί Πόλεμοι του 1912 και 1913, οι οποίοι διπλασίασαν σχεδόν την ελληνική επικράτεια, το ανορθωτικό έργο του Eλευθέριου Bενιζέλου και η εισαγωγή πληθώρας νεωτερισμών στην καθημερινή ζωή των Aθηναίων θα φέρουν την πόλη τους πλησιέστερα προς τα ευρωπαϊκά της πρότυπα.
Tο αισιόδοξο κλίμα της δεκαετίας του 1910 ευνοεί τη συστηματική προσπάθεια για το σχεδιασμό του πολεοδομικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας. Tο σταμάτημα των απρογραμμάτιστων επεκτάσεων του σχεδίου της πόλης, η «κοσμογονία» των πολεοδομικών σχεδίων για την Aθήνα -σχέδια Ludwig Hoffmann, Thomas Mawson, Aριστείδη Mπαλάνου, Στυλιανού Λελούδα και Πέτρου Kαλλιγά-, η ίδρυση του Yπουργείου Συγκοινωνίας το 1914, η έναρξη λειτουργίας της Σχολής Aρχιτεκτόνων Mηχανικών το 1917, η σύσταση του Aνώτατου Tεχνικού Συμβουλίου το 1919, στο οποίο συμμετείχαν προσωπικότητες του τεχνικού κόσμου της χώρας, η εισαγωγή του οπλισμένου σκυροδέματος στην οικοδομική πρακτική και το διάταγμα του 1919 που ευνοούσε τα πολυώροφα κτίρια κατοικίας, αποτελούν χαρακτηριστικές εκφράσεις της πολιτικής βούλησης για αστικοποίηση δυτικού τύπου.
Ο νέος αιώνας βρίσκει τη πόλη οργανωμένη με μεγαλόπνοους πολεοδομικούς σχεδιασμούς στα σκαριά. Μια σειρά όμως από ιστορικά γεγονότα ανέτρεψαν τα πλάνα και οδήγησαν σε άλλα μονοπάτια.
1922-1940 Από τη Mικρασιατική καταστροφή του 1922 μέχρι το τέλος του Eλληνοϊταλικού πολέμου η Αθήνα βλέπει τον πληθυσμό της να αυξάνεται κατά 145,4% και να ανέρχεται το 1940 σε 1.124.109 κατοίκους. H αντιμετώπιση του οξύτατου στεγαστικού προβλήματος των 230.000 ομογενών προσφύγων από τη Mικρά Aσία και των μεταναστών από την επαρχία και το εξωτερικό ακύρωσαν ουσιαστικά τους πολεοδομικούς σχεδιασμούς της δεκαετίας του 1910.
Παρά το σημαντικό έργο της πολιτείας για την οργανωμένη προσφυγική και λαϊκή στέγη, η εκτός σχεδίου αυθαίρετη δόμηση αποτελεί λύση ανάγκης για μεγάλη μερίδα των οικονομικά ασθενέστερων μετοίκων. Tη στέγαση των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων αναλαμβάνει η ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία, η οποία ευνοείται από μια σειρά οικονομικών μέτρων και νομοθετικών ρυθμίσεων. Έτσι στις κεντρικές συνοικίες της Aθήνας εδραιώνεται ο τύπος της αστικής πολυκατοικίας και κάνει την εμφάνισή του το ιδιότυπο σύστημα της αντιπαροχής.
1950-2000 Η απόκλιση της πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής της πορείας από εκείνες των άλλων ευρωπαϊκών πόλεων εντείνεται κατά την περίοδο 1950-80. Αυτό οφείλεται κυρίως στην εκρηκτική αύξηση του πληθυσμού της ελληνικής πρωτεύουσας κατά 220% περίπου και στον περιορισμένο ρυθμιστικό ρόλο της πολιτείας. Η Αθήνα ανακατασκευάζεται από την ιδιωτική πρωτοβουλία με το σύστημα της αντιπαροχής. Οι συνοικίες πλημμυρίζουν από πολυκατοικίες και το ιστορικό της κέντρο αφανίζεται. Η επέκταση της πόλης γίνεται χωρίς σχέδιο με αυθαίρετη δόμηση.
Εικ. 2 Το τίμημα της μαζικής αντιπαροχής οικοπέδων είναι ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα που αποτελούνται από πολυώροφες οικοδομές, δίπλα η μια στην άλλη χωρίς ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό
Η δημογραφική σταθερότητα των δεκαετιών του 1980 και ’90 και οι ευνοϊκότερες συγκυρίες θα διαφοροποιήσουν αρκετά την κατάσταση. Μια θετική εξέλιξη, η οποία συμβαδίζει με τις διεθνείς τάσεις, είναι η αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου, οι αστικές αναπλάσεις, η αποκατάσταση και αξιοποίηση ιστορικών κτιρίων. Αντίθετα, η μαζική φυγή των 3.000.000 περίπου «νεφόπληκτων» Αθηναίων από τις υποβαθμισμένες συνοικίες του κέντρου προς την περιφέρεια και τις ακτές θα επιδεινώσουν την άναρχη αστικοποίηση και την περιβαλλοντική υποβάθμιση του λεκανοπεδίου της Αττικής.
Σήμερα Η αντιπαροχή συμπλήρωσε μισό και πλέον αιώνα ζωής από τότε που «θεσπίστηκε» και ακόμα καλά κρατεί. Μέχρι σήμερα ο τρόπος αυτός βοήθησε μεν να στεγασθούν με σχετικά φθηνό κόστος πολλές οικογένειες οδήγησε δε σε άναρχη δόμηση και μεγάλη αλλαγή του αστικού τοπίου μιας περιοχής με την κατασκευή πολυόροφων και χωρίς χαρακτήρα κτιρίων. Πλέον τα μέτρα είναι πιο αυστηρά με την εφαρμογή των συντελεστών δόμησης αλλά και όρων στο τρόπο κατασκευής κτιρίων προσπαθώντας να διατηρήσουν το ύφος και το χρώμα που έχουν κάποιες περιοχές.
Υπόθεση Μάξ Μέρτεν (πως η σύγχρονη Γερμανία προσπάθησε και πέτυχε την αμνήστευση και απελευθέρωση του ναζί εγκληματία πολέμου Μαξ Μέρτεν)
Written By φιλίστωρΙ. Β. Δ. on 25 Φεβρουαρίου 2010 | 2/25/2010 10:57:00 μ.μ.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ιδρύθηκε το «Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου» (προϊστάμενος εισαγγελέας Ι. Τούσσης) , με αποστολή την στοιχειοθέτηση κατηγοριών και την ποινική δίωξη όσων τέλεσαν εγκλήματα πολέμου εις βάρος του Ελληνικού λαού. Το γραφείο αυτό τελικά άσκησε διώξεις εις βάρος 800ων Γερμανών στρατιωτικών, με βαρύτατα κατηγορητήρια, που περιλάμβαναν εκτελέσεις αμάχων και αθώων πολιτών, ολική καταστροφή χωριών, εξαναγκασμό 300.000 ανθρώπων σε υποσιτισμό και θάνατο από την πείνα και τις στερήσεις. Από τους 800 Γερμανούς στρατιωτικούς εναντίον των οποίων είχε ασκήσει δίωξη το μεταπολεμικό “Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου”, για τη γενοκτονική δράση τους στην Ελλάδα, ελάχιστοι τελικά καταδικάστηκαν. Ανάμεσα τους όμως, ήταν και ο περιβόητος λοχαγός Μαξ Μέρτεν, προσωπικός φίλος του Χίτλερ, που είχε σταλθεί στην Θεσσαλονίκη το 1942, με ειδική αποστολή την κατάσχεση των περιουσιών των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και τον εγκλεισμό τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η δικογραφία εις βάρος του Μέρτεν είχε σχηματιστεί το 1947 με βαρύτατες κατηγορίες, με τον ίδιο να φυγοδικεί σε όλη την Ευρώπη. Συνελήφθη απρόσμενα τον Μάιο του 1957 όταν ήρθε ο ίδιος στην Ελλάδα για επιχειρηματικούς λόγους (όπως ο ίδιος υποστήριξε), δημιουργώντας στην νεοεκλεγμένη κυβέρνηση Καραμανλή μεγάλα προβλήματα. Βασική προτεραιότητα της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τότε, ήταν η πλήρης εξομάλυνση των σχέσεων με την Δυτική Γερμανία, καθώς διακυβεύονταν σημαντικά οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας.
Η κορύφωση της πολιτικής αυτής, ήταν η επίσκεψη του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Βόννη το 1958, όπου στις συναντήσεις του με τον καγκελάριο Αντενάουερ, επιβεβαιώθηκε η αποκατάσταση στις σχέσεις των δύο Χωρών. Ο Καραμανλής διαπραγματεύθηκε ένα δάνειο 200 εκατομμυρίων μάρκων, ενώ ζήτησε και ευνοϊκή συμφωνία για την μεταφορά Ελλήνων μεταναστών στην ακμάζουσα Δυτική Γερμανία. Άγνωστο γιατί, ο προκάτοχος της κας Μέρκελ έθεσε ως βασική προϋπόθεση για την σύσφιξη των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων που επιθυμούσε διακαώς η Ελλάδα, την
παύση των διώξεων από τις Ελληνικές Αρχές εις βάρος των ναζί εγκληματιών πολέμου.
Έτσι, για να εξομαλυνθούν οι διμερείς σχέσεις, αρχικά η κυβέρνηση Καραμανλή υποχρεώθηκε από τη Γερμανία να σταματήσει τη λειτουργία του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου. Στην συνέχεια, τον Ιανουάριο του 1959 η κυβέρνηση Καραμανλή ψήφισε στην βουλή νομοθετικό διάταγμα «περί τροποποίησης της νομοθεσίας για τα εγκλήματα πολέμου», σύμφωνα με το οποίο ορίζονταν ότι «αναστέλλεται αυτοδικαίως και χωρίς να απαιτείται απόφασίς τις δικαστηρίου, πάσα δίωξις Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματικών πολέμου, καθώς και η εκτέλεσις πάσης ποινής ή το υπόλοιπον ταύτης». Το φωτογραφικό αυτό διάταγμα καταψήφισε σύσσωμη η αντιπολίτευση διαμαρτυρόμενη για την απαράδεκτη μεθόδευση.
σύλληψη του, είχε οδηγηθεί σε δίκη στην Ελληνική δικαιοσύνη. Η Δυτική Γερμανία διαμαρτυρήθηκε σθεναρά για την φυλάκιση του Μέρτεν, ενώ η δίκη λόγω του είδους των εγκλημάτων, είχε συγκεντρώσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Μέσα στο κατηγορητήριο συμπεριλαμβάνονταν κατηγορίες για 650 δολοφονίες, και για καταστροφή Εβραϊκού νεκροταφείου. Οι μάρτυρες κατηγορίας που προσήλθαν ήταν οι περισσότεροι Εβραϊκής καταγωγής, ενώ τα στοιχεία εις βάρος του Μέρτεν ήταν συντριπτικά, αν και ο ίδιος δήλωσε αθώος. Τελικά τιμωρήθηκε μόνο με 25 χρόνια φυλακή, ποινή που προήλθε από την συγχώνευση όλων των ποινών από τα αδικήματα που του αποδόθηκαν.
Οι πιέσεις από την Δυτική Γερμανία για την απελευθέρωση του Μέρτεν εντάθηκαν. Ο υπουργός δικαιοσύνης της Γερμανίας Gustav Heinemann δήλωσε ευθέως πως κάθε οικονομική συμφωνία με την Ελλάδα θα αντιμετωπιζόταν με εχθρότητα από την Γερμανική κοινή γνώμη, για όσο θα εκκρεμούσε η υπόθεση του Μέρτεν. Η κυβέρνηση Καραμανλή δεν είχε πολλές επιλογές για τον πρόσθετο λόγο ότι η Δυτική Γερμανία ήταν τότε η βασική εξαγωγική Χώρα για τα Ελληνικά καπνά. Το διάταγμα που είχε υπογραφτεί τον Ιανουάριο, άνοιξε τον δρόμο για μια πρωτοφανή για τα νομικά Ελληνικά χρονικά πράξη: ο υπουργός Δικαιοσύνης Καλλίας παρέδωσε τον Μαξ Μέρτεν στην Δυτική Γερμανία «δήθεν» για να εκτίσει εκεί την ποινή του.
Όταν ο Μέρτεν έφτασε στην Γερμανία απαλλάχθηκε για τη δράση του στην Ελλάδα με βούλευμα και αμνηστεύθηκε λόγω «αμφιβολιών», παρά την υπόσχεση της Γερμανίας ότι θα τον δίκαζε και θα τον φυλάκιζε. Η απελευθέρωση αυτή αποτέλεσε πέτρα του σκανδάλου για την Ελλάδα της δεκαετίας του ΄60 και είχε στηλιτευτεί από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και όλο τον τύπο, ασχέτως πολιτικής τοποθέτησης.
Ο Μαξ Μέρτεν σταδιοδρόμησε ως κρατικός αξιωματούχος της Γερμανίας για μια σχεδόν δεκαετία. Απεβίωσε πλήρης ημερών στην Γερμανία το 1972.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Η αντιμετώπιση της μεταπολεμικής Γερμανίας έναντι των χαμηλόβαθμων κατηγορούμενων για ναζιστικά εγκλήματα ήταν από επιεικής ως προστατευτική. Η «υπόθεση Μέρτεν» είναι μια τέτοια περίπτωση προστασίας που δεν πρέπει να χρεώνεται αποκλειστικά στην Γερμανική κυβέρνηση, αλλά και στην Γερμανική κοινή γνώμη. Η ωμή επέμβαση της Δυτικής Γερμανίας στην Ελληνική δικαιοσύνη και ο οικονομικός εκβιασμός που ασκήθηκε τότε, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτές οι πρακτικές διακρίνουν την Γερμανική πολιτική από την εποχή που ο Βίσμαρκ συνένωσε τα μικροσκοπικά κρατίδια της κεντρικής Ευρώπης ως σήμερα.
ΕΠΙΜΕΤΡΟΝ – ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Η δήλωση του Γερμανού εκπροσώπου εξωτερικών για την δήθεν καταβολή των Γερμανικών αποζημιώσεων είναι εν μέρει ακριβής. Το ποσό που καταβλήθηκε το 1960 στην Κυβέρνηση Καραμανλή (110 εκατομμύρια μάρκα) που είχε ικετέψει σχεδόν για την καταβολή του, ήταν αστείο μπροστά σε αυτό αυτό που είχε επιδικάσει η συνδιάσκεψη των Παρισίων (8,5 δις δολάρια έναντι 14 δις που ζητούσε η Ελλάδα). Σε αυτό το ποσό ο Γερμανός εκπρόσωπος άθροισε αυθαίρετα και τα χρήματα που δάνεισε η χώρα του στην Ελλάδα στο πλαίσιο της ΕΟΚ και της Ε.Ε. Ως τώρα βέβαια, υποτίθεται ότι τα χρήματα αυτά δίνονταν, όπως σε όλες τις Χώρες άλλωστε, στο πλαίσιο της κοινοτικής αλληλεγγύης. Δεν θυμάμαι ποτέ Γερμανό αξιωματούχο να υποστηρίζει ότι ο δανεισμός αυτός ήταν για τα ναζιστικά εγκλήματα της Κατοχής.
Σήμερα μάθαμε ότι δεν ίσχυε αυτό, από επίσημα Γερμανικά χείλη. Επίσης μάθαμε ότι η προσβολή του πολιτισμού ενός σύμμαχου κράτους, προστατεύεται στην Γερμανία από την ελευθερία του Τύπου. Αλλά τελικά μάθαμε και κάτι άλλο: Τα χρήματα τελικά μπορεί να αθωώσουν μέχρι και καταστροφείς, σαδιστές δολοφόνους και βασανιστές, αλλά σίγουρα δεν μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την αισθητική των απογόνων τους.
Το Σκάνδαλο Max Merten και οι Απλήρωτες Γερμανικές αποζημιώσεις
Οι ανιστόρητοι νεοέλληνες δεν γνωρίζουν εκτός πολλών σημαντικών για την επιβίωση τους, ούτε και τα γεγονότα του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Όμως ξέρουν τα σκυλάδικα, να βγάζουν τα προσωπικά τους στην φόρα σε όλα τα κοινωνικά δίκτυα και να χειρίζονται το iPhone! Αναλύω παρακάτω με την βοήθεια των εφημερίδων, (όλα αυτά που διαβάζεις έχουν δημοσιευτεί στον έντυπο τύπο αλλά και στον ηλεκτρονικό, αλλά δεν κουνήθηκε φύλλο) το γιατί δεν πρόκειται να πάρουμε ποτέ τις Γερμανικές αποζημιώσεις.
Το ποσόν που μας χρωστάει η Γερμανία φθάνει με τον μέσο τόκο στο 1 τρισεκατομμύριο σήμερα !!!
Οι νεοέλληνες σήμερα θεωρούν “εθνάρχη” έναν άνθρωπο για τον οποίο δεν γνωρίζουν τίποτα. Ούτε πως έγινε βουλευτής προπολεμικά, ούτε για τις βόλτες στην Ομόνοια, ούτε τι έγινε με την θητεία του, ούτε για την παρέα με ώριμες κυρίες του Κολωνακίου σε παλαιό ξενοδοχείο, ούτε για τον Ευταξία, ούτε για την άριστη σχέση του με τις “Μυστικές Εταιρείες” [1] και τους Αμερικανούς, ούτε τι έκανε στην κατοχή, ούτε για τον ρολογά, ούτε για τους Βούλγαρους, ούτε για το Άστορ, ούτε για του τι σήμαινε η βαθειά τομή στο σύνταγμα, ούτε για το Τριαντάφυλλο.
Το 1959, η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή υποχρεώθηκε από τη «δημοκρατική» Γερμανία να κλείσει-αναστείλει τη λειτουργία του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου (με προϊστάμενο τον εισαγγελέα Ι. Τούσση) και να στείλει τους 800 φακέλους στη «Δικαιοσύνη» της τότε Δυτικής Ομοσπονδιακής Γερμανίας, με την υπόσχεση ότι θα ασκήσουν οι ίδιοι δίωξη στους ομοεθνείς τους, επειδή είναι, τώρα πια,… «δημοκράτες»! Παράλληλα, η κυβέρνηση Καραμανλή υποχρεώθηκε να αμνηστεύσει και να στείλει, τον σε 25 χρόνια κάθειρξη καταδικασμένο Μαξ Μέρτεν (για τις δολοφονίες και τη ληστεία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης) στη Γερμανία, για να εκτίσει την ποινή του εκεί!
Η συνέχεια ήταν η «δημοκρατική» Γερμανία να τους απαλλάξει όλους (!) με βουλεύματα, με το ατράνταχτο νομικό επιχείρημα ότι όλα τα εγκλήματα (και το ξεκοίλιασμα εγκύων γυναικών) αποτελούσαν νόμιμα «στρατιωτικά αντίποινα» για τη δράση «ανταρτών» (όπως και το χιτλερικό διάταγμα για 50 εκτελέσεις Ελλήνων για κάθε Γερμανό που σκοτώθηκε από αντιστασιακούς!).
Ο καταδικασμένος (1958) από Ελληνικό Δικαστήριο Εγκληματιών Πολέμου (Στρατοδικείο) Μαξ Μέρτεν αφέθηκε ελεύθερος και απελάθηκε στην πατρίδα του, για να πάρει στη συνέχεια αποζημίωση και σύνταξη από το γερμανικό κράτος «για την άδικη μεταχείριση του στην Ελλάδα»! Πέθανε «πλήρης ημερών» το 1972 (!), αφού προηγουμένως είχε απαλλαχθεί και αυτός για τη δράση του στην Ελλάδα με βούλευμα, παρά την υπόσχεση της Γερμανίας ότι θα τον δίκαζε και θα τον φυλάκιζε …
Για να καταλάβουμε το τι σημαίνει να κλείνει από το 1959 (!) το Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου και να σταματά η δίωξη Γερμανών στην Ελλάδα, θα πρέπει να το συγκρίνουμε με το γεγονός ότι μέχρι σήμερα, 68 χρόνια μετά την έναρξη του Β΄ Π. Π., λειτουργούν ακόμα τα αντίστοιχα γραφεία στις ΗΠΑ, Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Αυστραλία και τη Γερμανία, και όποτε εντοπίσουν κάποιον, ενεργό τότε Ναζί, τον δικάζουν, έστω και εάν είναι σήμερα ένα χούφταλο των 90 -100 χρονών, διότι, σύμφωνα με τις διακηρύξεις του ΟΗΕ, τα «Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας» δεν παραγράφονται!
Μεταξύ άλλων, έχουν γραφτεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο τα εξής
Σε νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που κατατέθηκε στη Βουλή, με ειδική ρύθμιση καταργείται διάταξη νόμου του 1959, που προέβλεπε την αναστολή διώξεων Γερμανών εγκληματιών πολέμου. Πρόκειται για συστημένο προς τον Αλόις Μπρούνερ, τον αποκαλούμενο «χασάπη της Θεσσαλονίκης», ο οποίος τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ‘90 ζούσε στη Συρία. […] Η σημερινή τροπολογία δίνει το πράσινο φως στο Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο να ζητήσει πλέον την έκδοσή του, ή τουλάχιστον να γίνει η δίκη του, έστω και… κατόπιν εορτής. […] Παρά τις εκκλήσεις του ΚΙΣ στους εκάστοτε υπουργούς Δικαιοσύνης, εξακολουθεί να ισχύει ο νόμος του 1959 βάσει του οποίου γλίτωσε την καταδίκη και απελάθηκε… ασφαλής ο διαβόητος Μαξ Μέρτεν. Είχε συλληφθεί στην Ελλάδα το 1957 και καταδικάστηκε το 1959 σε 25 έτη.
Ωστόσο μετά από έντονες πιέσεις και οικονομικούς εκβιασμούς της εύρωστης Δυτικής Γερμανίας η τότε ελληνική κυβέρνηση υπέκυψε και παραιτήθηκε από την ποινική δίωξη. Απέλασε τον Μέρντεν και τροποποίησε τη νομοθεσία, ώστε να «αναστέλλεται αυτοδικαίως πάσα δίωξη Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου», για να δικαστούν στη Γερμανία. Σύντομα αποδείχθηκε ότι τελικά δεν δικάστηκε ούτε ένας για εγκλήματα που έγιναν στην Ελλάδα.
Η αόριστη αναφορά σε μια κάποια «ελληνική κυβέρνηση» είναι ίσως λίγο ατυχής καθώς η περίπτωση του Μέρτεν συγκλόνισε τότε την πολιτική σκηνή και οδήγησε σε χρόνιες αντιπαραθέσεις, που ο αντίλαλός τους μέχρι σήμερα δεν έχει καταλαγιάσει εντελώς. Η κάποια «ελληνική κυβέρνηση» ήταν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΡΕ) της 11η Μαΐου 1958, που βγήκε χάρη σε ένα εντελώς άνισο (και υπαγορευμένο από τα Ανάκτορα και τις ευλογίες των Αμερικανών) πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα αλλά και την τρομοκρατία των παρακρατικών ομάδων στην επαρχία εναντίον στους αριστερούς της ΕΔΑ (του Γιάννη Πασαλίδη) που βγήκε δεύτερο κόμμα με 24,43% έναντι 41,17% της ΕΡΕ και 20,68% των Φιλελεύθερων (των Γ. Παπανδρέου και Σ. Βενιζέλου) και άλλων μικρότερων κομμάτων.
Οι Απλήρωτες Γερμανικές αποζημιώσεις
Τον Σεπτέμβριο του 1958 ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ ταξιδεύουν για επίσημη επίσκεψη στην Δυτική Γερμανία. Επιδιώκουν να εξασφαλίσουν πιστώσεις για έργα υποδομής και βιομηχανικές επενδύσεις καθώς και τη μεσολάβηση του καγκελάριου Αντενάουερ για την επίλυση του Κυπριακού. Εξασφαλίζουν 200 εκατομμύρια μάρκα με επιτόκιο 6% (κάτι μας θυμίζουν αυτά τα υψηλά επιτόκια…) και τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου (SIEMENS πχ) στην ελληνική αγορά, όχι όμως χωρίς ανταλλάγματα.
Ζήτησαν την παύση κάθε δίωξης εναντίον των ναζί εγκληματιών καθώς πολλά πρώην μέλη τους βρίσκονται τώρα σε κορυφαίες θέσεις της πολιτικής και των επιχειρήσεων. Αλλά κυρίως, για να αποφυλακιστεί ο συλληφθείς πριν ένα χρόνο (1957) Μαξ Μέρτεν που είχε έρθει στην Ελλάδα για «επιχειρηματικούς λόγους». Κατά ορισμένες πηγές, ο Μαξ Μέρτεν ήρθε για να ανασύρει το κρυμμένο θησαυρό του από τις ληστευμένες περιουσίες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης όταν ήταν διοικητής Βορείου Ελλάδας στην Κατοχή.
Τελικά, μετά από έντονες αντεγκλήσεις, το νομοσχέδιο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου» ψηφίζεται από την κυβερνητική πλειοψηφία (Ν.Δ.4016/59) κι έτσι όσοι Γερμανοί ναζί κρατούμενοι υπάρχουν στις ελληνικές φυλακές μπορούν να αποφυλακιστούν και να απελαθούν. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, σε αντίθεση με την πρόταση εξαίρεσης, υποστήριξε ανοιχτά πως ο Μέρτεν πρέπει να απελαθεί και να παραδοθεί στη χώρα του.
Όμως τα δεινά για την κυβέρνηση Καραμανλή δεν σταματούν εδώ. Ο Μαξ Μέρτεν, από τη φυλακή, αποκαλύπτει πως η σύζυγος του υπουργού Εσωτερικών Δημήτρη (Τάκο) Μακρή, η Δοξούλα Λεοντίδου, ήταν προσωπική του γραμματέας στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια της Κατοχής και την κάλεσε ως μάρτυρα υπεράσπισης στη δίκη του! Το σκάνδαλο θα λάβει αργότερα ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις όταν ο Μέρτεν καταδικαστεί σε 25 χρόνια κατά συγχώνευση και θα «ωφεληθεί» αργότερα με την σκανδαλώδη απέλασή του στη Δυτική Γερμανία.
ΗΤΑΝ ΕΜΙΣΘΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΟΔΟΤΕΣ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ;
Το Σεπτέμβριο του 1960, η γερμανική εφημερίδα Ηχώ του Αμβούργου και το περιοδικό Σπίγκελ δημοσιεύουν αφηγήσεις του Μαξ Μέρτεν σύμφωνα με τις οποίες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Δημήτρης Μακρής, η σύζυγός του Δοξούλα Λεοντίδου και ο Γεώργιος Θεμελής, νομάρχης Πέλλας κατά την Κατοχή και υφυπουργός Άμυνας επί κυβέρνησης Καραμανλή, ήταν έμμισθοι πληροφοριοδότες των γερμανικών αρχών κατοχής και λάμβαναν τις αμοιβές από τις κατασχεμένες περιουσίες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης.
Ο σάλος που ξεσπάει απλώνεται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και πολλές αμερικανικές εφημερίδες αφιερώνουν άρθρα στο θέμα φέρνοντας σε δυσχερή θέση το Στέητ Ντηπάρτμεντ που στήριζε ανοιχτά την κυβέρνηση Καραμανλή. Η δυτικογερμανική κυβέρνηση εκφράζει τη λύπη της μετά από έντονα ελληνικά διαβήματα και δεν τόλμησε να λάβει παραπέρα σαφή θέση κρατώντας τις αποστάσεις. Για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του ο Μέρτεν στους Έλληνες δημοσιογράφους, τους δείχνει το ενυπόγραφο λεύκωμα με αναμνηστικές φωτογραφίες που του χάρισε η Δοξούλα Λεοντίδου όταν αυτή, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, δούλευε μαζί του στη γερμανική διοίκηση στη Θεσσαλονίκη στην Κατοχή.
Ο Μακρής και ο Θεμελής υποβάλλουν μηνύσεις στα «ελληνικά δικαστήρια» λες και ο Μέρτεν θα ήθελε να ξανακατέβει στην Ελλάδα. Ο Καραμανλής κρατάει αποστάσεις με ελάχιστες πλην όμως σαφείς ανακοινώσεις κατά του Μέρτεν και ο πολιτικός κόσμος διχάζεται. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι κατηγορίες κατά του Κωνσταντίνου Καραμανλή παραμένουν μέχρι σήμερα αναπόδεικτες και κατά πάσα πιθανότητα οι δηλώσεις Μέρτεν ήταν προϊόντα πολιτικού εκβιασμού.
Για τους υπόλοιπους οι ενδείξεις είναι πολλές και σαφείς για να αγνοηθούν και θεωρείται μέχρι σήμερα ότι υπάρχουν σπέρματα αλήθειας για τους συγκεκριμένους πολιτικούς της ΕΡΕ, πως ήταν συνεργάτες των ναζί και δωσίλογοι. Εξάλλου από κείνη την κατακλείδα, το 1960 που ξεσπάει το τελευταίο σκάνδαλο, βρισκόμαστε ένα χρόνο πριν τις εκλογές της βίας και της νοθείας και τρία χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγορίου Λαμπράκη.
Μαξ Μέρτεν ποιος ήτανε
Ο Μαξ Μέρτεν (1911-1976) ήταν Γερμανός ανώτατος εισαγγελέας της Ναζιστικής Γερμανίας που έφερε τον βαθμό του λοχαγού. Καταγόταν από το Βερολίνο και είχε νυμφευθεί την κόρη του Ούγγρου προξένου στο Βερολίνο. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στη Σερβία και την Ελλάδα ως ανώτερος δικαστικός σύμβουλος των εκεί γερμανικών στρατιωτικών διοικήσεων, (Κομαντατούρ), ενώ η σύζυγός του διέμενε μόνιμα στη Βουδαπέστη, όπου για πολύ καιρό υπήρξε ιδιαιτέρα γραμματεύς του υφυπουργού της δικαιοσύνης Ρόλαντ Φράυσλερ.
Στην Ελλάδα ήλθε τον Απρίλιο του 1942, ένα χρόνο μετά τη γερμανική εισβολή, συνοδευόμενος από τον υπασπιστή του, Μάισνερ, με τον οποίο και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη τη διετία 1942-1944, όπου και ανέλαβε τη γενική εποπτεία της δίωξης των Εβραίων της Μακεδονίας, σύμφωνα με την από 7 Ιουλίου 1942 σχετική διαταγή της Κομαντατούρ «περί μέτρων κατά των Εβραίων και των περιουσιών αυτών», αντικαθιστώντας σε πολλές των περιπτώσεων και τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή Μακεδονίας και Αιγαίου.
Η δίκη Μέρτεν
Τελικά η δίκη του Μαξ Μέρτεν ξεκίνησε στις 11 Φεβρουαρίου του 1959 στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου στην Αθήνα στο οποίο προέδρευε ο συνταγματάρχης Κοκορέτσας, με κατηγορητήριο που περιελάμβανε μεταξύ άλλων και 650 δολοφονίες. Τη δίκη εκείνη, που είχε προκαλέσει το διεθνές ενδιαφέρον, παρακολούθησαν κυρίως Εβραίοι, πολλοί ξένοι ανταποκριτές μέσων ενημέρωσης, όπως και πολλοί νομομαθείς. Στις 5 Μαρτίου του 1959 ο πρόεδρος ανακοινώνει την ετυμηγορία της ενοχής του Μαξ Μέρτεν βάσει της οποίας του επιβλήθηκε 25 χρόνια κάθειρξη, κατά συγχώνευση.
Αποφυλάκιση και απέλαση του Μέρτεν: Στις 5 Νοεμβρίου του 1959 η κυβέρνηση, με τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας, προχώρησε στην αποφυλάκιση και στην απέλαση του Μέρτεν, στη Δυτική Γερμανία.[1][2] Στις 28 Σεπτεμβρίου 1960, δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Ηχώ του Αμβούργου» και στο περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ», αφηγήσεις του Μέρτεν σύμφωνα με τις οποίες ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Εσωτερικών Δημήτρης Μακρής, ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Γεώργιος Θεμελής και η σύζυγος του Δημήτρη Μακρή, Δοξούλα Λεοντίδη, υπήρξαν συνεργάτες των Γερμανών κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Τα δημοσιεύματα των γερμανικών εντύπων αναδημοσιεύτηκαν από τον αθηναϊκό τύπο και προκάλεσαν σάλο στην Ελλάδα. Το θέμα απασχόλησε και τη βουλή, με την κυβέρνηση να δέχεται έντονα πυρά από κόμματα της αντιπολίτευσης. Η κυβέρνηση διέψευσε κατηγορηματικά τον Μέρτεν, άλλα απέφυγε να απαντήσει στα ερωτήματα και στις καταγγελίες της ΕΔΑ, της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα να προκληθεί ένταση στη βουλή και η συνεδρίαση να διακοπεί.
Ο Μαξ Μέρτεν, ο Ναζί χασάπης της Θεσσαλονίκης συνελήφθη τυχαία το 1957 στην Αθήνα, χάρη στην επιμονή και τον πατριωτισμό του εισαγγελέα Ανδρέα Τούση, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου. O Καραμανλής έκανε τα πάντα για να τον απελευθερώσει. Δεν τα κατάφερε.
Οδηγήθηκε σε δίκη, όπου και καταδικάστηκε για τα εγκλήματά του. Ο Καραμανλής φρόντισε να τον απελευθερώσει ψηφίζοντας ένα νόμο και ένα Νομοθετικό Διάταγμα. Την ίδια περίοδο, ο Καραμανλής αντί να διεκδικήσει το κατοχικό Δάνειο που μας χρωστούσαν οι Γερμανοί, συμφωνεί με τον καγκελάριο της Γερμανίας Αντενάουερ να πάρει έντοκο δάνειο 200 εκατομμυρίων μάρκων η Ελλάδα. (!!!)
Λίγο αργότερα ο Μέρτεν από την Γερμανία, κατηγορεί τον Καραμανλή, δύο υπουργούς του και τη γυναίκα ενός απ’ αυτούς ως συνεργάτες του. Η υπόθεση κλείνει παρά τον πολιτικό θόρυβο και παρότι αποδεικνύεται πως οι καταγγελλόμενοι (πλην του Καραμανλή) είχαν σχέσεις με τον στρατό κατοχής. Στην αλληλογραφία μεταξύ Γερμανών και κυβέρνησης Καραμανλή, είναι συγκλονιστικό πως οι Γερμανοί, μιλούν στην Ελλάδα σαν να είναι ακόμη σε κατοχή. Απειλούν μάλιστα με «αντίποινα». Αβέρωφ και Καραμανλής δεν επιδεικνύουν κανέναν «πατριωτισμό» απ αυτόν που αργότερα επικαλούνται. Την δεκαετία του 60, όταν η Ελλάδα άρχισε να διεκδικεί πολεμικές αποζημιώσεις και το Δάνειο, η Γερμανοί υποστήριζαν πως υπήρχε προφορική διαβεβαίωση του Καραμανλή πως η Ελλάδα δεν θα το διεκδικήσει.
Η κατηγορία εναντίον του Καραμανλή για συνεργασία με τις κατοχικές δυνάμεις είναι ίσως δευτερεύουσα. Άλλωστε τι ορίζει κάποιος όταν λέει «συνεργασία» και «δοσιλογισμό;» Όχι προφανώς το αν κάποιος φόρεσε μια κουκούλα μόνο. Ένα μεγάλο κομμάτι του πολιτικού συστήματος της εποχής, έκατσε στα αυγά του, κλωσώντας τα πουλιά του μετέπειτα εθνικοπατριωτισμού και πολύ αργότερα την πουλάδα της Χούντας.
Οι πρώην δοσίλογοι, έγιναν οι φορείς του εθνικοπατριωτισμού δικαιολογημένοι απαξάπαντες από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» Οι δίκες των δοσίλογων ήταν και αυτές μια κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Δοσίλογος κατέθετε υπέρ δοσίλογου ότι ήταν πατριώτης. Τα μεγαλύτερα ονόματα του δοσιλογισμού στην Θεσσαλονίκη εμφανίστηκαν ως «μυστικοί» εθνικοί πράκτορες ενός δικτύου που συνεργάστηκε επίτηδες με τους Γερμανούς για να απωθήσει τους Βουλγάρους.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν γραπτές αποδείξεις (sic) εναντίον του Καραμανλή. Στο ιστορικό αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, περιέργως οι επίμαχοι φάκελοι δεν έχουν ταξινομηθεί και η έγγραφη αλληλογραφία με τον πρέσβη στην Βόννη, ο οποίος κατηγόρησε το 1962-63 τον Καραμανλή για προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης, έχουν καταστραφεί. Όπως άλλωστε και οι φάκελοι και τα αρχεία για τα εγκλήματα πολέμου. Ήταν μία από τις πρώτες αποφάσεις της κυβέρνησης του Καραμανλή το 1975.
Δεν ξέρουμε αν ο Καραμανλής υπηρέτησε τους Ναζί στην Κατοχή, αλλά σίγουρα δεν υπηρέτησε τα εθνικά συμφέροντα απέναντι στους Γερμανούς όσο διοίκησε αυτή την χώρα. Το δόγμα «οι Γερμανοί είναι φίλοι μας» ήταν το βασικό δόγμα Καραμανλή. Πόσο προς τα πίσω πάει, δεν ξέρουμε.
Οι καταγγελίες του Μέρτεν
Tο Σεπτέμβρη του 1960, η γερμανική εφημερίδα «Ηχώ του Αμβούργου» και το περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ» δημοσίευσαν αφηγήσεις του Μέρτεν, σύμφωνα με τις οποίες ο Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εσωτερικών Δημ. Μακρής ήταν συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. Το γεγονός προκαλεί σάλο στην Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση απορρίπτει μετά βδελυγμίας τις «αποκαλύψεις», αρνείται, όμως, να απαντήσει στα ερωτήματα και τις καταγγελίες της ΕΔΑ για τους πραγματικούς λόγους απελευθέρωσης του Μέρτεν.
Το στίγμα έμεινε. Οι κατηγορηθέντες δεν τόλμησαν ν’ αντιμετωπίσουν τον Μέρτεν (στα γερμανικά δικαστήρια), κατεχόμενοι από κάποιο πλέγμα και φοβούμενοι (ή μάλλον γνωρίζοντες) ότι οι εφεδρείες του Μέρτεν θα τους συνέτριβαν. Εγράφη, άλλωστε, στον γερμανικό Τύπο, χωρίς να διαψευσθεί, ότι o Μέρτεν διέθετε φωτογραφικό υλικό, ικανό να τινάξει στον αέρα όχι μόνο τα κατονομασθέντα πρόσωπα, αλλά ευρύτερο κύκλο προσωπικοτήτων της δεξιάς.
Το ζουμί: Η Ελλάδα είχε τις μεγαλύτερες απώλειες σε πληθυσμό 12% από όλες τις χώρες που πήραν μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο! Το μεταπολεμικό «δεξιό» κόμμα του Καραμανλή ονομαζόταν ΕΡΕ δηλαδή (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις). Εθνική και Ριζοσπαστική, σας φαίνεται λογικό αυτό;
Βγαίνει στις εκλογές η Ν.Δ. που υποτίθεται λόγω του Καραμανλή ότι ήταν συνέχεια της ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση). Εθνική και Ριζοσπαστική (;) Έχουμε χάσει τελείως τον μπούσουλα; Που ακούστηκε αυτό; Ακούστηκε όμως στα άδυτα των αδύτων, εκεί απ’ όπου τον προωθούσαν, για να σπάνε πλάκα με τους ανιστόρητους και γλωσσικά ανάπηρους Νεοέλληνες. Φυσικά καλά και σωστά είχε δοθεί ο τίτλος, (Εθνική και Ριζοσπαστική) γιατί αυτό ακριβώς έκανε, έσπασε τις ρίζες της χώρας. Οι Μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις [2] έθεσαν τις βάσεις της διαλύσεως της χώρας και της παραδόσεως μας στον Παντουρκισμό αυτά που περνάμε σήμερα, είναι ένα ψήγμα του τι μας περιμένει. !
Η σκοτεινή «υπόθεση Μέρτεν» και ο… εθνάρχης
Η δίκη του Μέρτεν άρχισε στις 11 Φλεβάρη του 1959 και κρά
Στις 16 Οκτώβρη του 1960, κατά τη διάρκεια μιας θυελλώδους συνεδρίασης στη Βουλή για τη διαβόητη «υπόθεση Μέρτεν », βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος της ΕΡΕ επιτίθενται κατά βουλευτών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, της ΕΔΑ. Σημειώνονται συμπλοκές και η συνεδρίαση διακόπτεται. Το επεισόδιο υπογράμμιζε τη σημασία της υπόθεσης αυτής, η οποία είχε ως κεντρικό πρόσωπο τον πρώην ναζί αξιωματικό Μαξ Μέρτεν , ο οποίος ευθυνόταν για σειρά εγκλημάτων πολέμου που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη.
Ο Μέρτεν συνελήφθη, κατά σύμπτωση, στην Αθήνα το Μάη του 1957. Το Μάρτη του 1958, εκδόθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα και ορίστηκε η δίκη του.
Το Νοέμβρη του 1958, ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εξωτερικών Ε.Αβέρωφ πραγματοποίησαν επίσκεψη στη Δυτ. Γερμανία.
Οι Δυτικογερμανοί ηγέτες ενδιαφέρονταν για τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στην Ελλάδα.
Ηθελαν, όμως, να σταματήσει και η δίωξη των εγκληματιών πολέμου στην Ελλάδα, ώστε παράγοντες της οικονομικής και πολιτικής ζωής της Δυτ. Γερμανίας, που βαρύνονταν με εγκλήματα ή είχαν εντάλματα για την κατοχική τους δράση, να μπορούν να μπαινοβγαίνουν ανενόχλητα στη χώρα μας.
Οπως αποδείχτηκε, η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σ’ αυτήν την κατάπτυστη συμφωνία, με αντάλλαγμα μερικά εκατομμύρια μάρκα. Στα τέλη του Γενάρη του 1959, ήρθε για συζήτηση στη Βουλή νομοσχέδιο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου»… Μπροστά στις αντιδράσεις των βουλευτών της ΕΔΑ, η κυβέρνηση εξαίρεσε την περίπτωση Μέρτεν . Ολοι, όμως, γνώριζαν ότι επρόκειτο για παραπλανητικό ελιγμό.
Η δίκη
Ο ΜΑΞ ΜΕΡΤΕΝ, ΔΕΞΙΑ, στη δίκη του με τον δικηγόρο του. Φλεβάρης 1959.
Η δίκη του Μέρτεν άρχισε στις 11 Φλεβάρη του 1959 και κράτησε 20 μέρες. Ο Μέρτεν καταδικάστηκε σε ποινές από 6 έως 20 χρόνια για διάφορα αδικήματα, όπως παράνομες φυλακίσεις και εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης Ελλήνων και Ισραηλιτών, φόνους και θάνατο από ασιτία Ισραηλιτών, «γκέτο» σε βάρος 56.000 Ισραηλιτών, καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου Θεσσαλονίκης, εκτόπιση στα γερμανικά στρατόπεδα 40.000 Εβραίων κλπ. Τελικά, το Νοέμβρη του 1959, με τροποποίηση του προηγούμενου νόμου, ο Μέρτεν αποφυλακίστηκε και απελάθηκε. Ήταν, σαν σήμερα 5 Νοεμβρίου 1959.
Στη Γερμανία συνελήφθη, αλλά γρήγορα αφέθηκε ελεύθερος…
Λίγο αργότερα, το Σεπτέμβρη του 1960, η γερμανική εφημερίδα «Ηχώ του Αμβούργου» και το περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ» δημοσίευσαν αφηγήσεις του Μέρτεν , σύμφωνα με τις οποίες ο Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εσωτερικών Δημ. Μακρής ήταν συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων.
Το γεγονός προκαλεί σάλο στην Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση απορρίπτει μετά βδελυγμίας τις «αποκαλύψεις», αρνείται, όμως, να απαντήσει στα ερωτήματα και τις καταγγελίες της ΕΔΑ για τους πραγματικούς λόγους απελευθέρωσης του Μέρτεν . Προκαλώντας έτσι και ένταση στη Βουλή.
Αριστερά: Το εξώφυλλο του Spiegel με τις αποκαλύψεις για τον Καραμανλή – Δεξιά: Στις φωτογραφίες (από αριστερά): Τάκος Μακρής, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Μάξ Μέρτεν.
Ο Μποστ για την «υπόθεση Μέρτεν»
Απολαύστε μια γελοιογαφία της εποχής, δια χειρός Μπόστ (Μέντη Μποσταντζόγλου)